Πρόσφατα γεγονότα που απασχόλησαν την ελληνική κοινή γνώμη και σχετίζονται με την οπαδική βία, κακοποιήσεις γυναικών, παιδιών και ηλικιωμένων, την κάθε είδους εγκληματικότητα, δημιουργούν έναν εύλογο προβληματισμό και ανησυχία σχετικά με την έκπτωση αξιών και το μέτρο της ηθικής στάθμης της κοινωνίας. Παρακολουθώντας την επικαιρότητα θα νόμιζε κανείς με βεβαιότητα ότι η ελληνική κοινωνία βρίσκεται ένα βήμα πριν την παράδοση της στην ολοκληρωτική βαναυσότητα.
Γεγονότα που γεμίζουν θλίψη, με πρωταγωνιστές «ανθρώπους της διπλανής πόρτας» που δεν διστάζουν να προβούν σε κάθε είδους φρικαλεότητα απέναντι σε ανυπεράσπιστους ανθρώπους, τους πιο αδύναμους και ευάλωτους. Συμπτώματα τα οποία εντάθηκαν λόγω της παρατεταμένης κρίσης, οικονομικής και υγειονομικής που έχει ξεκινήσει πριν μια δεκαετία και συνεχίζει ακάθεκτη.
Η μετάλλαξη, ηθική κυρίως και ενός τρόπου αντίληψης των ανθρώπινων σχέσεων που μας κάνει να αναρωτηθούμε για το πως φτάσαμε να βιώνουμε τη ζωή μας λες και έχουμε χωθεί σε ένα λαβύρινθο βίας και βαρβαρότητας. Ποια διάρρηξη άραγε επήλθε στον τρόπο του βίου μας και μας οδήγησε σε μια φρενίτιδα βιασμού της καθημερινότητας μας;
Θα ήταν χρήσιμο να βυθιστούμε, στην παρούσα φάση της εξιστόρησης μας, στην ιστορική πραγματικότητα για να ανακαλέσουμε εκείνα τα στοιχεία που ανέδειξαν την αλλοίωση της κανονικότητας του δυτικού ανθρώπου, για να φτάσουμε σήμερα να υποδεχτούμε την πιο απάνθρωπη εκδοχή της, εκείνης της μεταμοντέρνας κοινωνίας.
Από την αρχαιότητα ο ελληνικός τρόπος θέασης της πραγματικότητας ήταν εκείνος της συλλογικής έκφρασης που εδραιώνονταν στην «εκκλησία του δήμου» της αθηναϊκής δημοκρατίας.
Δημοκρατία για την αρχαία Ελλάδα σήμαινε συμμετοχή και ανάδειξη της προσωπικής έκφρασης κάθε μέλους της κοινωνίας, σήμαινε ισονομία, ελευθερία έκφρασης, δημιουργία προϋποθέσεων μιας κοινωνίας χωρίς διαγκωνισμούς. Όλοι θα μπορούσαν να ζήσουν και να γίνουν ισότιμα μέλη της κοινωνίας, αρκεί η δημοκρατία να εδραζόταν σε σταθερές βάσεις και να μην κλυδωνιζόταν από τους φανερούς και αδήλωτους εχθρούς της.
Στο πέρασμα των χρόνων και με τη δημιουργία της ευρωπαϊκής κουλτούρας, από τον μεσαίωνα και εδώ, αναπτύχθηκε μια ατραπός σκέψης, ο σχολαστικισμός, που ευνοούσε την εξαντλητική διερεύνηση της γνώσης, για να αποκρυσταλλωθεί σε έναν τρόπο του βίου που πρόκρινε τους κάθε είδους ανταγωνισμούς στην κοινωνία.
Μόνο αυτοί που καταφέρνουν να φτάσουν σε ένα επίπεδο ανάληψης δράσης που στοχεύει στην ενάργεια και την εξαντλητική διεκδίκηση μιας θέσης μέσα στην κοινωνία, είναι άξιοι να επιβιώσουν.
Διανοητές της ευρωπαϊκής επιστημοσύνης και συγκεκριμένα από το χώρο της εξελικτικής βιολογίας, των κοινωνιολογικών θεωριών αλλά και τη ψυχανάλυσης επιβεβαίωναν την ανατολή μιας νέας αντίληψης της ζωής: ο άνθρωπος για να αντέξει την βάσανο του βίου πρέπει να βγάλει από μέσα του τα πιο βίαια ένστικτα του, για να πετύχει μια θέση στην παραγωγή και την διάθεση αγαθών, η ζωή ανήκει στους πιο ισχυρούς, στους υπεράνθρωπους της βιομηχανικής προόδου.
Είναι φανερό ότι η σύγχρονη κουλτούρα της δυτικής κοινωνίας, στηρίχτηκε σε αυτές τις διδαχές οι οποίες έλαβαν το τεκμήριο της αυθεντίας, καθώς αποτυπώθηκαν σε βιβλία, ενώ στα σχολεία και τα πανεπιστήμια έγιναν εγχειρίδια γνώσης αλλά και συμπεριφορές της καθημερινότητας μας.
Η ελληνική έκφραση του βίου που στηρίχτηκε στην δημοκρατία, στην συλλογική ζωή, στον σεβασμό απέναντι στην φύση μπήκε σε δεύτερη μοίρα και με την εγκαθίδρυση της βαυαροκρατίας στην Ελλάδα οι παραπάνω αξίες της ευρωπαϊκής σκέψης μεταλαμπαδεύτηκαν αυτούσιες και μετασχηματίστηκαν σε θεσμούς, σε ιδεολογίες και συμπεριφορές και στην αποκρυσταλλωμένη αντίληψη της επιστήμης.
Αργότερα με την βιομηχανοποίηση και την οικιστική ανάπτυξη της δεκαετίας του ’60, η χώρα θα γνωρίσει παθογένειες και τοξικότητες που απλώθηκαν σε όλο την έκταση της ζωής του, μοναξιά, αναλγησία, αλλοτρίωση, εγκληματικότητα, βία σε κάθε σπιθαμή του δημόσιου χώρου.
Μια καθημερινότητα που ταίριαζε περισσότερο σε μια κοινωνία πρωτόγονη και στην οποία θα κυριαρχούσαν τα πιο ανάλγητα ένστικτα και διαθέσεις ενώ συνεχίζει και σήμερα να κυριαρχεί ως θέαση και σχέση ζωής.
Ο βίος του σύγχρονου ανθρώπου της οδύνης και της αλγηδόνος* θα μπορούσε να αποτελέσει εφαλτήριο αφύπνισης και απελευθέρωσης του ανθρώπου, αρκεί να υπάρξει η πνευματική διέγερση και αντίστοιχη παιδεία, αρκεί να σκεφτούμε το βάρος της ευθύνης να ζήσουμε σε μια διαφορετική κοινωνία, εκείνης της ανθρώπινης και ζεστής ατμόσφαιρας που μας αξίζει να ζήσουμε .
*η αλγηδών: πόνος(ψυχικός ή σωματικός)