Εξέταστρα με κουκιά
Tο Πλωμάρι ήταν από παλιά ο μόνος οικισμός μετά την Μυτιλήνη, που διέθετε ολοκληρωμένο Γυμνάσιο και ήταν Δήμος από τότε...
Γράφει ο ΞΕΝΟΦΩΝ ΜΑΥΡΑΓΑΝΗΣ Δημοσίευση 7/10/2019
Στα μαύρα χρόνια της γερμανικής κατοχής, τα σχολεία της Λέσβου εξακολουθούσαν να λειτουργούν και να παρέχουν γνώσεις στους μικρούς Λέσβιους, παρ’ όλες τις μεγάλες τις ανυπέρβλητες δυσκολίες της εποχής.
Που εκτός από την στέρηση της ελευθερίας και τον συνεχή φόβο που προκαλούσαν οι σιδηρόφρακτες γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις, συνυπήρχαν η ανυπαρξία συγκοινωνιών, η οικονομική εξαθλίωση των διδασκόντων, που εισέπρατταν τσουβάλια πληθωριστικών δραχμών , χωρίς καμιά ανταλλακτική αξία και η έλλειψη τροφίμων και των αναγκαίων για την συντήρηση των πολιτών μέσων. Όλα αυτά που συγκροτούσαν την έννοια της πείνας, με την οποία είναι συνδεδεμένη η εποχή.
Εκτός από τα δημοτικά σχολεία που λειτουργούσαν σ’ όλο το νησί, υπήρχαν και τα σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης, τα Γυμνάσια της εποχής δηλαδή, που μετρούσαν τις τάξεις από Τρίτη μέχρι και Ογδόη, επειδή με το παλιό σύστημα υπήρχε το ενδιάμεσο Ελληνικό Σχολείο. Τέσσερις λοιπόν τάξεις το Δημοτικό, δύο τάξεις το Ελληνικό ή Αστικό σχολείο και έξι τάξεις το Γυμνάσιο.
Πριν από την Κατοχή και στην διάρκειά της Γυμνάσια λειτουργούσαν μόνο στην Μυτιλήνη και το Πλωμάρι. Σ’ όλες τις άλλες κωμοπόλεις του νησιού, υπήρχαν είτε γυμνασιακά παραρτήματα, είτε ημιγυμνάσια, όπως αργότερα ονομάσθηκαν.
Όμως η έλλειψη μέσων διατροφής, όπως και συγκοινωνίας, δεν επέτρεπε σε πολλά παιδιά από χωριά να φοιτούν στα υπάρχοντα γυμνάσια, αφού ήταν αδύνατον να πληρώνουν νοίκια στα σημεία όπου υπήρχαν τα γυμνάσια ή να μεταφέρονται καθημερινά σ’ αυτά, αφού δεν υπήρχαν συγκοινωνίες.
Γι’ αυτό το υπουργείο παιδείας, που λειτουργούσε ,φυσικά κάτω από την επιτήρηση των γερμανικών αρχών κατοχής, αναγκάσθηκε να θεσπίσει την κατηγορία των «κατ’ ιδίαν διδαχθέντων», που όμως για να αποκτήσουν τίτλο σπουδών, έπρεπε να εξετασθούν από καθηγητές των υπαρχόντων δημοσίων γυμνασίων. Κι αυτά βρίσκονταν στη Μυτιλήνη και το Πλωμάρι, στο οποίο προσέρχονταν παιδιά κυρίως από την Καλλονή και τον Πολιχνίτο, λόγω της ευκολίας που τους παρείχε η δια θαλάσσης μεταφορά τους με τα καϊκια της εποχής, αφού για χερσαίες συγκοινωνίες δε γινόταν λόγος.
Υπήρχαν όμως δύο προϋποθέσεις γι’ αυτό. Αφενός να παρακολουθήσουν για κάποιες μέρες, ο αριθμός των οποίων δεν είναι εξακριβωμένος, φροντιστηριακά μαθήματα, στο γυμνάσιο της επιλογής τους και αφετέρου να καταβάλουν εξέταστρα, εντελώς απαραίτητα για την επιβίωση των διδασκόντων και κυρίως των μη Λεσβίων, που βρέθηκαν να υπηρετούν κατά την κατάλυση των ελληνικών κρατικών αρχών και παρέμεναν εγκλωβισμένοι και άποροι.
Γι’ αυτούς μάλιστα ο τότε γυμνασιάρχης Πλωμαρίου Στρατής Μαυραγάνης, είχε βρει τρόπο ανακούφισης. Με απόφαση του συλλόγου των καθηγητών, την οποία αυτός εισηγήθηκε , επιτράπηκε στους ξένους καθηγητές (Λαχανιάτης, Κουτσουνάρης, Παπαντωνίου) να καλλιεργούν για δική τους χρήση, ενισχύοντας έτσι την διατροφή τους, τα κηπάρια που υπήρχαν στην μία πλευρά του γυμνασιακού χώρου.
Τα εξέταστρα, καθώς και η διάρκεια των φροντιστηριακών μαθημάτων, καθορίζονταν με αποφάσεις του νομάρχη Λέσβου.
Μια μαρτυρία αδιάψευστη αλλά και πολύτιμη, αλιεύθηκε σε μια επιστολή του Στρατή Μαυραγάνη, προς τον αδελφό του Σπύρο, φαρμακοποιό στην Καλλονή, στα μέσα Μαϊου 1944, λίγον καιρό δηλαδή πριν οι κατοχικές δυνάμεις εξαφανισθούν, στις 10 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου.
Γράφει λοιπόν ο Στρατής Μαυραγάνης στο αδελφό του, προφανώς και γιατί η Καλλονή ήταν ένα από τα κεφαλοχώρια που δεν είχαν γυμνάσιο, οπότε τα Καλλονιατόπουλα, αποτελούσαν μια απ’ τις ομάδες που θα κατευθύνονταν στην Μυτιλήνη ή το Πλωμάρι. Και επομένως ο φαρμακοποιός της Καλλονής, ήταν καλός αγωγός μεταφοράς και γνωστοποίησης της πληροφορίας, ώστε να προσελκυσθούν παιδιά που θα εξετάζονταν στο Γυμνάσιο Πλωμαρίου.
«Σήμερα γράφουμε στο Φροντιστήριο και τους λέμε ότι οι εξετάσεις των κατ’ ιδίαν διδαχθέντων θα αρχίσουν, σύμφωνα με την διαταγή του κ. Νομάρχου στις 5 Ιουνίου. Κάθε εξεταζόμενος θα φέρει ως εξέταστρα σύμφωνα με την διαταγή του κ. Νομάρχου 7 οκάδες τρόφιμα (σιτάρι, κουκιά, λάδι κ.λπ.).
Κάθε Γυμνάσιο θα εξετάσει τους μαθητάς, οι οποίοι έχουν εγγραφεί εις αυτό. Αποδεικτικά μετεγγραφής δεν θα εκδοθούν από κανένα Γυμνάσιο. Εν η περιπτώσει υπάρχουν μαθηταί μη εγγραφέντες εισέτι, μπορούν να εγγραφούν και τώρα εις όποιο Γυμνάσιο θα εξετασθούν».
Με τον τρόπο αυτόν αντιμετωπίζονταν το πρόβλημα και της ανυπαρξίας χρήματος, του οποίου η πραγματική αξία είχε απολύτως εξευτελισθεί, όταν με 1.000.000 κατοχικές δραχμές, μπορούσες να αγοράσεις ένα κουμπί, ή με 2.000.000 ένα αυγό, αλλά και του επισιτισμού των διδασκόντων που τα δεκάδες εκατομμύρια που εισέπρατταν δεν ήταν δυνατόν να εξασφαλίσουν την διατροφή περισσοτέρων των δύο ημερών.
Υ.Γ. Ένα ακόμα στοιχείο, ότι δηλαδή το Πλωμάρι ήταν από παλιά ο μόνος οικισμός μετά την Μυτιλήνη, που διέθετε ολοκληρωμένο Γυμνάσιο και ήταν Δήμος από τότε, το οποίο δεν αξιώθηκαν να λάβουν υπ’ όψη οι φωστήρες που εισηγήθηκαν την μη δημιουργία Δήμου Νότιας Λέσβου.