Ξεχασμένοι καταμεσής του πελάγους
Γράφει ο ΠΑΡΗΣ ΒΟΥΝΑΤΣΗΣ
Δημοσίευση 26/7/2022
Στην πρώτη μεταπολίτευση, η Λέσβος ήταν ήδη γνωστή σε όλην τη χώρα ως το «Κόκκινο Νησί». Την περίοδο που οι εκπρόσωποι του διαπλεκόμενου δικομματικού συστήματος βασίλευαν εν αγνοία των ψηφοφόρων τους, οι «επαρχιώτες» Λέσβιοι παρέμεναν διορατικοί κι επέμεναν ως σύγχρονοι Γαλάτες να εκλέγουν σε τοπικό επίπεδο εκπροσώπους κατά συνείδηση. Ακολουθώντας τον δρόμο του προοδευτισμού αντίθετα στο ρεύμα της εποχής, δεν άργησαν να τιμωρηθούν πολιτικά από την Αθήνα, αφού οι συντηρητικές κυβερνήσεις επί σειρά ετών αγνοούσαν συνειδητά τις τοπικές ανάγκες και οδηγούσαν το νησί στην εξαθλίωση.
Ο ντόπιος πληθυσμός βυθιζόταν σταδιακά στον βούρκο της απομόνωσης και δεν είχε άλλη επιλογή παρά να υποκύψει στις εισερχόμενες πιέσεις και να αλλάξει πολιτική ρότα ορίζοντας «καπετάνιους» κυβερνητικών συμφερόντων. Οι ψεύτικες υποσχέσεις για ανάπτυξη σε έναν ρημαγμένο τόπο κατεύθυναν τους νεότερους να καταπατήσουν κληρονομημένα ιδανικά και να παραμερίσουν όποιο προοδευτικό φρόνημα είχε απομείνει από την αντιστασιακή δράση των παλαιότερων. Οι ελπίδες των πλανεμένων νέων δυστυχώς εξανεμίστηκαν πιο γρήγορα κι από την ιστορική κούρσα του Κώστα Κεντέρη, η οποία έστρεψε προσωρινά τα φώτα της δημοσιότητας στο νησί κι έκανε όλους να φουσκώνουν με περηφάνεια.
Στον απόηχο της δεκαετούς οικονομικής κρίσης του 2009, όταν οι γιαγιάδες και οι παππούδες, με αφορμή τις προσφυγικές ροές, δίδασκαν ανθρωπισμό σε όλην την Ευρώπη και ξυπνούσαν μνήμες από τα λησμονημένα πια χρόνια του προοδευτισμού, εισερχόμενες κομματικές σκοπιμότητες ήρθαν εκ νέου να διχάσουν τη Λέσβο. Οι ντόπιοι διασκορπίστηκαν, όπως τα μυρμήγκια στα πρωτοβρόχια, ψάχνοντας καταφύγιο αριστερά και δεξιά σε όποιο κόμμα τους έταζε τα περισσότερα. Δίχως σαφή ιδεολογική υπόσταση, κυνηγούσαν χίμαιρες πότε ανατολικά και πότε δυτικά, έως ότου άρχισαν να εκτονώνουν την οργή τους «παίζοντας ξύλο» με όποιον έβρισκαν μπροστά τους - αστυνομικούς, πρόσφυγες, εργαζόμενους σε μη κυβερνητικούς οργανισμούς ή ενίοτε και μεταξύ τους. Ακόμα κι αν όσα ακούγονταν εκείνο το διάστημα ήταν εξωπραγματικά, τα σύννεφα της απόγνωσης, τα οποία σκίαζαν το νησί του Αιόλου κι έκρυβαν τον ελπιδοφόρο ήλιο της προόδου, ήταν αρκετά για να λάβει ψήφους μέχρι και η αποδεδειγμένα πλέον εγκληματική οργάνωση που έκανε το πέρασμα της από το Ελληνικό Κοινοβούλιο.
Οι νησιωτικοί «Γαλάτες» αποπροσανατολισμένοι για πολλοστή φορά, αφού λοιπόν τιμωρήθηκαν για την αντιστασιακή συμπεριφορά τους, διχάστηκαν και αποδεκατίστηκαν από τα ίδια κόμματα της εξουσίας που έταζαν λαγούς και πετραχήλια στο όνομα της εθνικής κυριαρχίας, βρέθηκαν αποδυναμωμένοι να αποδέχονται τις συμφορές και τις πολιτικές εξελίξεις όντας ανήμποροι να αντιδράσουν. Κι όμως τα δεινά για τον πολύπαθο τόπο του Βορείου Αιγαίου δεν τελειώνουν εδώ.
Σεισμοί, φωτιές και ξηρασία, πανδημία, πληθωρισμός και πολεμικές ιαχές σε κάθε μορφής TurkAegean, συμπληρώνουν τις «Δέκα Πληγές του Φαραώ» που μαστίζουν το νησί των καταραμένων και διαλύουν κυριολεκτικά τα πάντα. Ο τουρισμός ρημάζει, το εμπόριο βουλιάζει, άνθρωποι χάνουν τα σπίτια τους κι άλλοι πνίγονται στη θάλασσα, καταστήματα κλείνουν το ένα μετά το άλλο, πολιτικάντηδες της δεκάρας δίνουν σόου καθημερινά, φτώχεια και μιζέρια σε κάθε επίπεδο - οι Λέσβιοι μέχρι σήμερα ανέχτηκαν πολλά. Έτσι, τιμωρημένοι, διχασμένοι κι αποδεκατισμένοι, πολλάκις εξαπατημένοι και μετά βεβαιότητας πλέον παραπεταμένοι, οι άνθρωποι του νησιού καλούνται να παλεύουν ολομόναχοι πια για επιβίωση στην παραμεθόριο, επιδεικνύοντας σε κάθε ευκαιρία το προοδευτικό πνεύμα και την καλοπροαίρετη, εθελοντική και βαθειά ανθρωπιστική φύση τους, διατηρώντας στο μυαλό τους μια μόνο κοινή σκέψη.
«Ποιο θα ήταν χειρότερο - να ζήσεις σαν τέρας ή να πεθάνεις σαν καλός άνθρωπος;»
(Το Νησί των Καταραμένων, 2010)
Σε μια αναπάντεχη περίοδο πολιτικής αφύπνισης για τη Λέσβο και μια σημαντική ευκαιρία για επιστροφή στις προοδευτικές αξίες των παππούδων, η πυρκαγιά στα Βατερά έρχεται να υπενθυμίσει εκ νέου ότι οι εκλογές κοντοζυγώνουν και κανείς δεν πρέπει να μείνει άπραγος. Η οργή ξεχειλίζει και μια αύρα πολιτικής αισιοδοξίας πνέει μεθυστικά στην ατμόσφαιρα.