Τα έκτακτα καιρικά φαινόμενα δεν είναι πλέον καθόλου έκτακτα, αλλά καθημερινά. Η Αθήνα το 2050 θα θυμίζει Φεζ και η Λευκωσία τη Μουσούλη
Θα κάνουμε κάτι γι’αυτό ή θα κλαίμε πάντα εκ των υστέρων;
Γράφει ο ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΠΑΚΑΣ Δημοσίευση 12/7/2019
Ο Ιούνιος του 2019 ήταν ο πιο καυτός Ιούνιος όλων των εποχών στην Ευρώπη, ξεπερνώντας ακόμα και θερμοκρασίες του καλοκαιριού του 2003 όταν είχαμε χιλιάδες νεκρούς στην κεντρική Ευρώπη από τον φονικό καύσωνα. Στην περιοχή Gallargues le Montueux της Γαλλιας, την Παρασκευή 28 Ιουνίου, η θερμοκρασία έφτασε τους 45,9 °C, σημειώνοντας ρεκόρ όλων των εποχών στη Γαλλία, όπου το προηγούμενο ρεκόρ θερμοκρασίας ήταν 44,1 °.
Μα τα ρεκόρ των τελευταίων ημερών δεν σταματάνε εκεί. Την Πέμπτη 4 Ιουλίου 2019 καταγράφεται ιστορικό ρεκόρ στην Αλάσκα, με τη θερμοκρασία να φτάνει τους 32°C βαθμούς. Το προηγούμενο ρεκόρ είχε σημειωθεί στις 14 Ιουνίου 1969 και ήταν 29,5°C. Είναι χαρακτηριστικό για το πόσο ακραία είναι αυτή η θερμοκρασία ότι η μέγιστη μέση θερμοκρασία για την 4η Ιουλίου στην Αλάσκα είναι 18,3°C άρα στις 4/7/2019 σημειώθηκε θερμοκρασία μεγαλύτερη κατά 13,7°C.
Την Τετάρτη 10 Ιουλίου 2019 καταστροφικά και δυστυχώς θανατηφόρα καιρικά φαινόμενα έπληξαν την Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα. Δυνατός ανεμοστρόβιλος χτύπησε την Χαλκιδική με 7 νεκρούς, δεκάδες τραυματίες και τεράστιες υλικές ζημιές. Μεγάλα προβλήματα επίσης είχαμε στην Ημαθία, και τα Ιωάννινα, πλημύρες έπληξαν την Ξάνθη, χαλαζόπτωση στον Έβρο και τον Τύρναβο με το χαλάζι να έχει μέγεθος μικρού αυγού και τεράστιες επιπτώσεις στην αγροτική παραγωγή.
Ακραία καιρικά φαινόμενα υπήρχαν πάντα, δεν συμβαίνουν πρώτη φορά, αλλά όλοι καταλαβαίνουμε ότι πλέον είναι πολύ συχνά και όχι σπάνια. Κάτι συμβαίνει, το κλίμα αλλάζει, και πλέον ζούμε την κλιματική κρίση με τεράστιες επιπτώσεις στην ανθρωπότητα. Στην Ελλάδα μόνο τα τελευταία 2 χρόνια ζήσαμε τη Μάνδρα, το Μάτι, τη Χαλκιδική. Εκτός από τις συνέπειες στην οικολογική ισορροπία του πλανήτη διεθνείς οργανισμοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τις οικονομικές επιπτώσεις του φαινομένου της κλιματικής κρίσης, προειδοποιώντας ότι εάν δεν αλλάξουμε πολιτική οι ετήσιες ζημιές στην παγκόσμια οικονομία θα είναι μεγαλύτερες της οικονομικής κρίσης του 2008. Η Επιτροπή Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής, που συστήθηκε από την Τράπεζα της Ελλάδας έχει κοστολογήσει τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα στα 700 δισ. ευρώ μέχρι το 2100, ενώ το κόστος αντιμετώπισης της υπολογίζεται σωρευτικά στα 113 δισ. ευρώ μέχρι το 2050 και 142 δισ. ευρώ μέχρι το 2100.
Την Τετάρτη 10 Ιουλίου 2019 δημοσιεύτηκε μια πολύ ενδιαφέρουσα επιστημονική μελέτη που μελετά τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης σε 520 πόλεις του πλανήτη. Στην έρευνα, υιοθετώντας ένα αισιόδοξο μοντέλο κλιματικής αλλαγής (RCP 4,5), διαπιστώθηκε ότι το 22% των μελλοντικών πόλεων θα αντιμετωπίσει τις κλιματικές συνθήκες που δεν αντιμετωπίζουν σήμερα καμία πόλη στον κόσμο. Ως γενική τάση, διαπιστώνεται ότι όλες οι πόλεις τείνουν να «μετακινούνται» προς τα υποτροπικά, με τις πόλεις στο Βόρειο ημισφαίριο να μετακινούνται σε θερμότερες συνθήκες, κατά μέσο όρο περίπου 1000 χλμ. Νότια.
Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι το κλίμα της Μαδρίτης το 2050 θα μοιάζει με το κλίμα του Μαρακές, του Λονδίνου με της Βαρκελώνης, της Μόσχας με της Σόφιας, της Λευκωσίας με της Μοσούλης του Ιράκ, της Αθήνας, για τα καθ’ημάς, με της Φεζ του Μαρόκου. Όποιος δεν ξέρει, ας γκουγκλάρει να δει εικόνες της Φεζ για να καταλάβει πώς θα είναι το κλίμα της Αθήνας το 2050. Η λεπτομερής πρόβλεψη για την Αθήνα δείχνει ότι μέση αύξηση της θερμοκρασίας στην πόλη στους 2,5 βαθμούς, με μέση αύξηση του θερμότερου μήνα στους 5,7 βαθμούς.
Οι προβλέψεις αυτές αφενός δίνουν μια εικόνα στους πολίτες για τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης αλλά και δίνουν στοιχεία σε ερευνητές, επιστήμονες, πολεοδόμους και πολιτικούς να προετοιμάσουν τις πόλεις για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων αυτών, τόσο σε επίπεδο πολιτικής προστασίας, που είναι πολύ προβληματική στη χώρα μας, όσο και να διευκολύνει τη γενικότερη αποτελεσματική λήψη αποφάσεων για την αντιμετώπιση της συνεχιζόμενης αλλαγής του κλίματος σε πόλεις που κατοικούν εκατομμύρια πολίτες.
Το 2015 ζήσαμε στην Ευρώπη μια ανθρωπιστική κρίση με τη μετακίνηση 1 εκατ προσφύγων. Ας αρχίσουμε να προετοιμαζόμαστε για το 2050 όπου σύμφωνα με Έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας εκτιμάται ότι θα υπάρξουν 143 εκατομμύρια περιβαλλοντικοί πρόσφυγες από περιοχές της Λατινικής Αμερικής, της υποσαχάριας Αφρικής και της νοτιοανατολικής Ασίας.
Παρόλ’αυτά αυτή την περίοδο στην Ελλάδα σχεδιάζεται η κατασκευή νέου λιγνιτικού εργοστασίου παραγωγής ρεύματος «Πτολεμαΐδα 5», μιας μονάδας αμφίβολης οικονομικής βιωσιμότητας και τεράστιου περιβαλλοντικού κόστους, ενώ σε Ιόνιο, Κρήτη και Δυτική Ελλάδα προχωράμε τα σχέδια εξορύξεων υδρογονανθράκων, παρά τις αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών και των περιβαλλοντικών οργανώσεων. Σε άλλες χώρες της Ευρώπης το κλίμα είναι εντελώς διαφορετικό, καθώς η Γαλλία ψήφισε πρόσφατα την απαγόρευση έκδοσης νέων αδειών εξόρυξης υδρογονανθράκων και δεσμεύτηκε να σταματήσει την παραγωγή πετρελαίου και άνθρακα έως το 2040, η Ιταλία σχεδιάζει την ακύρωση όλων των εξορυκτικών δραστηριοτήτων υδρογονανθράκων, ενώ στην Ισπανία τα σχέδια για υπεράκτιες εξορύξεις στις Κανάριες Νήσους σταμάτησαν το 2017.
Όλοι λοιπόν πλέον καταλαβαίνουν ότι η κλιματική κρίση δεν είναι πια ένα θέμα που απασχολεί κάποιους ευαίσθητους οικολόγους αλλά αποτελεί απειλή για τη συνέχιση της ζωής σε όλον τον πλανήτη και την ύπαρξη του ανθρώπινου πολιτισμού. Τα έντονα καιρικά φαινόμενα έρχονται όλο και πιο συχνά στην καθημερινότητα μας και στο χέρι μας είναι να αποφασίσουμε εάν θα πάρουμε μέτρα για την κλιματική κρίση ή θα συνεχίσουμε να βάζουμε το κεφάλι μας στην άμμο και να συνεχίζουμε να ζούμε σαν να μην συμβαίνει τίποτα.
Χρειαζόμαστε δραματική μεταβολή στην κατανάλωση ενέργειας, στα πρότυπα παραγωγής και διαβίωσης, στην οικονομική οργάνωση των κοινωνιών μας, στη συνύπαρξή μας με τη φύση, ώστε να αποτρέψουμε την οριστική και καταστροφική μεταβολή του κλίματος. Πρόοδο για τις κοινωνίες μας δεν μπορεί να αποτελεί η συνεχιζόμενη αύξηση του ΑΕΠ. Είμαστε η πρώτη γενιά που βλέπουμε τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης και πιθανότατα ή τελευταία που μπορεί να κάνει κάτι για αυτό.
Η επιλογή είναι δική μας.