Πόσα ξέρουμε για τη μάχη του Κλαπάδου;
Γράφει ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΤΖΗΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Ταξίαρχος σε αποστρατεία
Από το NEWSROOM Δημοσίευση 8/12/2023
Στις 8 Νοεμβρίου γιορτάσαμε την απελευθέρωση του Νησιού μας από τον Τουρκικό ζυγό και σε όλα τα αφιερώματα διαβάζουμε για τη μάχη στον Κλαπάδο που οδήγησε στην ολοκληρωτική ήττα και παράδοση των τουρκικών στρατευμάτων.
Ωστόσο, αν κοιταχτούμε μεταξύ μας ή ρωτήσουμε πολλούς συμπολίτες μας μάλλον λιγοστά πράγματα γνωρίζουμε για το χωριό του Κλαπάδου, ένα πλέον εγκαταλειμμένο τουρκοχώρι από τα 16 συνολικά που είχε το νησί. Στη Λέσβο το 1912 παρέμεναν περίπου 17000 Τούρκοι (δεν υπήρχαν απόλυτα ακριβείς απογραφές) σκορπισμένοι όχι μόνο στην πόλη αλλά και σε πολλά άλλα σημεία, ενώ σύμφωνα με τουρκικές πηγές χωριά όπως η Φίλια, τα Δάφια, η Αρίσβη, το Σκαλοχώρι, το Μπλατζίκι, η Κώμη, το Σίγρι και τα Παράκοιλα λογίζονταν ως τούρκικα, μια και οι Τούρκοι υπερτερούσαν των Ελλήνων κατοίκων.
Γενικότερα πιστεύω πως οι περισσότεροι ελάχιστα γνωρίζουμε ακόμα και για το νησί μας και την ιστορία του, για τόπους που ήταν άλλοτε γεμάτοι ζωή και πλέον κείτονται ξεχασμένοι, για περιοχές από τις οποίες περνάμε με το αυτοκίνητό μας αλλά δεν έχουμε ιδέα τι ήταν όχι πάρα πολύ παλιά, πριν 50, 100 ή 200 χρόνια.
Ο Κλαπάδος, το αγροτικό χωριό στο οποίο έγιναν οι τελευταίες νικηφόρες μάχες των Ελληνικών στρατευμάτων κατά των Τούρκικών, το Δεκέμβριο του 1912 για την απελευθέρωση της Λέσβου, βρισκόταν λίγο πάνω από την Καλλονή στο βουνό απέναντι από τη Στύψη που οι παλιοί ονόμαζαν «Σκουτνό βνο» και είναι η δεύτερη ψηλότερη κορυφή μετά τον Όλυμπο στην περιοχή με υψόμετρο στα 912 μέτρα. Ένα βουνό γεμάτο από πεύκα και βελανιδιές, με αρκετή ξυλεία, αλλά και κτηνοτροφικές θέσεις διάσπαρτες στα διάσελα του και στους ορεινούς του κάμπους, με αρχέγονες μάντρες από ριζιμιούς βράχους και κατοικίες σε σπηλιές, μια από τις οποίες η παράδοση λέει πως είναι «του παλιού ερημίτη από την Στύψη».
Το χωριό, σκαλωμένο στην ανατολική πλαγιά του Σκοτεινού, είχε πολλούς ελαιώνες, αλλά και μεγάλες δασωμένες εκτάσεις. Η πρώτη ιστορική αναφορά, το παρουσιάζει ως ένα Χριστιανικό Χωριό, τον «Klapado», το 1548, με 73 σπίτια! Ένα αιώνα μετά, το 1621, το χωριό έχει πια από 15 σπίτια Χριστιανικά και 30 Οθωμανικά. Τότε μαθαίνουμε και τις δύο του εκκλησίες , την Αγία Παρασκευή και τον Αι Γιάννη.
Το Μοναστήρι του Αγίου Αλεξάνδρου που λειτουργούσε το 16ο αιώνα είχε μετατραπεί σε Μασγίδιο, δηλαδή σε τζαμί χωρίς μιναρέ. Πολλοί Χριστιανοί κάτοικοι, έχουν μετοικήσει σε δύο οικισμούς στο βουνό, με τις εκκλησίες τους. Στον Αι Γιάννη τον Νυχτέρα και στην Αγία Παρασκευή, στα Σεντούκια. Το 1850 πια έχουμε αμιγές Τουρκικό χωριό που το 1863, είναι 66 οικογένειες. Το 1898, σαν αμιγές Τουρκικό χωριό, βρισκόταν επάνω στον δρόμο από την Φίλια προς την Πέτρα. Το 1909 έχει 60 οικογένειες με Τζαμί, Χαμάμ και Σχολείο, που το 1912 έχει 12 μαθητές. Το 1919, πριν την ανταλλαγή των πληθυσμών είχε 150 κατοίκους, ενώ το 1940 οι πρόσφυγες που κατέλαβαν τα παρατημένα τουρκικά σπίτια ήταν 101.
Το όνομα Κλαπάδος, συνδέεται με τη λέξη Κλάπα που έχει πολλές σημασίες σε σχέση με την ξυλεία και την κτηνοτροφία. Κλάπα είναι το τσόκαρο, το υπόδημα κατασκευασμένο με ξύλο και μια λουρίδα δέρματος. Κλάπες ακόμα ονομάζονται οι εγκάρσιοι ξυλόδεσμοι, που ενώνουν δια μέσω των τοίχων τα οριζόντια δοκάρια. Επίσης, κλάπα είναι και η γνωστή στα Μυτιληνιά «αλπούτζα», που ενώνει τα πόδια των ζώων. Τέλος κλάπα λέμε και το ξύλο που μπαίνει σαν νάρθηκας σε σπασμένο άκρο. Το χωριό λοιπόν ονομάστηκε Κλαπάδος επειδή χρησιμοποιούσε ευρέως το ξύλο που ήταν πλούσιο στην περιοχή και κατασκεύαζε από το ξύλο και το δέρμα των ζώων, διάφορα χρηστικά αντικείμενα!
Σήμερα, κοντά στο ξωκλήσι του Αγίου Αλέξανδρου, βρίσκονται ερείπια παλαιοχριστιανικού ναού, καθώς και λάρνακα από γκρίζο τραχείτη όπου, σύμφωνα με την παράδοση, ενταφιάστηκε ο ασκητής Άγιος Αλέξανδρος. Σώζονται κάποια ερείπια και κυρίως το χαμάμ που είναι σε σχετικά καλύτερη κατάσταση. Σπίτια δεν σώζονται. Οι τελευταίοι Κλαπαδιώτες εγκατέλειψαν το χωριό μετά τον εμφύλιο πόλεμο και εγκαταστάθηκαν στα Δάφια, την Καλλονή και λιγότεροι στη Στύψη. Ωστόσο μέχρι το 1960 είχαν μείνει τρεις οικογένειες στο άδειο πια χωριό.
Ας πούμε και λιγοστές πληροφορίες για τη μάχη που έγινε το Δεκέμβριο του 1912. Αξίζει να σημειωθεί πως για να πάνε τα ελληνικά στρατεύματα από την πόλη στην περιοχή απαιτούνταν πορεία 14 ωρών. Οι ελληνικές δυνάμεις έφταναν τους 3175 άντρες ενώ οι τουρκικές ήταν ελαφρά λιγότεροι από 2000, δηλαδή η αναλογία ευνοούσε τους αμυνόμενους. Από τις 4 μέχρι τις 8 Δεκεμβρίου, που οι Τούρκοι παραδόθηκαν, γινόταν αψιμαχίες και εκκαθαρίσεις στα τμήματα προκάλυψης των Τούρκων. Οι τελευταίοι στην ουσία αποφάσισαν να μην αντισταθούν όταν ο ελληνικός στρατός έφτασε στους πρόποδες του Κλαπάδου.
Οι απώλειες μας αυτές τις 4 μέρες ήταν 1 Αξιωματικός 16 στρατιώτες και 4 ναύτες νεκροί καθώς και 1 μοναχός της μονής Λειμώνος που σκοτώθηκε από τουρκικό τμήμα, ενώ οι τραυματίες ήταν περίπου 80.
Οι απώλειες των Τούρκων δεν έχουν γίνει επίσημα γνωστές αλλά το σίγουρο είναι πως πάνω από 1000 αιχμάλωτοι στάλθηκαν στην ηπειρωτική Ελλάδα. Ο Σκαλοχωρίτης συγγραφέας Ανέστης Θεοδοσίου μας πληροφορεί, σε σωζόμενα κείμενα του, πως δεν έλειψαν οι τουρκικές αγριότητες σε χωριά όπως ο Μεσότοπος και η Πέτρα λίγο πριν την απελευθέρωση με σφαγές Ελλήνων κατοίκων και λεηλασίες.
Ωστόσο, υπήρξαν και αντίστοιχες ελληνικές αγριότητες αμέσως μετά την απελευθέρωση, σε χωριά όπως το Σκαλοχώρι στις 10 Δεκεμβρίου. Λεηλασίες τουρκικών σπιτιών από άτακτα τμήματα ενόπλων (Λεσβίων και Κρητικών), που βρήκαν την ευκαιρία, πριν την άφιξη του στρατού και την αποκατάσταση της τάξης να πλιατσικολογήσουν ή και να σκοτώσουν. Έτσι όπως γίνεται πάντα σε όλους τους πολέμους από τυχοδιώκτες και εγκληματίες προκειμένου να πλουτίσουν ή να κάνουν κακό.
Ένα είναι το σίγουρο, πως πίσω από οποιοδήποτε ιστορικό γεγονός, υπάρχουν πλήθος από τραγικές ιστορίες ανθρώπων που χάνονται στη λήθη του χρόνου και δεν γίνονται ποτέ τους γνωστές. Τέτοιες τραγικές ιστορίες όπως και τώρα στη Γάζα, στην Ουκρανία, τη Συρία και αλλού. Καλό είναι και εμείς να ακούμε τις ιστορίες του τόπου μας, να γνωρίζουμε και να προσπαθούμε να μην ξεχνάμε.