
Ήταν μόλις 18 χρονών όταν αποφάσισε να αφιερώσει τη ζωή του στα πρόβατα. Σήμερα στα 34, συνεχίζει να ξυπνά στις 4 κάθε πρωί, να γυρίζει το κοπάδι, να πηγαίνει το παιδί του στο σχολείο και να μένει με τις ώρες στον στάβλο για να τα βγάλει πέρα. Όλα όσα έχει χτίσει, τα ξεκίνησε από το μηδέν, χωρίς να πάρει ούτε 1 ευρώ από κανένα πρόγραμμα. Ο ίδιος εξηγεί ότι δεν μπόρεσε να ενταχθεί ως νέος αγρότης επειδή ήταν γραμμένος από νεαρή ηλικία στον ΟΓΑ. Παρότι δηλώνει αγρότης κανονικά, δεν του δόθηκε ποτέ δικαίωμα να διεκδικήσει τις ευκαιρίες που έλαβαν άλλοι.
Έσκαψε τα θεμέλια του στάβλου με τα χέρια του, με τη βοήθεια ενός φίλου. Αγόρασε ζωοτροφές με κόπο και στερήσεις, επένδυσε 4.000 και 5.000 ευρώ χωρίς καμία στήριξη. Χτίζει υποδομές από το γάλα των προβάτων του και μόνο. Ό,τι υπάρχει, είναι από την τσέπη του. Το έκανε για το αύριο, για να έχει κάτι να βρει το παιδί του. Όμως σήμερα, η αγωνία επισκιάζει το όνειρο.
Το γάλα βρίσκεται σε καλή τιμή και τα αρνιά επίσης, όπως λέει, αλλά το κόστος ζωοτροφής έχει εκτοξευθεί. Το καλαμπόκι που πλήρωνε 7 ή 8 ευρώ τώρα αγγίζει 12 και 13,5. Πώς να επιβιώσει ένας κτηνοτρόφος έτσι; Και τι γίνεται με όσους ξεκινούν τώρα, χωρίς να έχουν καν το πλεονέκτημα μιας στάνης που ήδη υπάρχει;
Μιλά για τις γεννήσεις που έρχονται, για τις 30 και 35 μέρες που χρειάζεται ένα αρνί μέχρι να σφαχτεί, για τη βροχή, τη λάσπη και το κρύο που δεν πληρώνονται. Για τις ώρες που μένει μακριά από το σπίτι του επειδή δεν τον συμφέρει ούτε το πετρέλαιο ούτε η βενζίνη. Τα έξοδα τον αναγκάζουν να ζει δίπλα στο κοπάδι και να κατεβαίνει στο σπίτι μόνο όταν πρέπει να δει τη γυναίκα και το παιδί του.
Παίρνει επιδότηση για 80 πρόβατα ενώ έχει 110. Δεν του δίνουν δικαιώματα για να αυξήσει τον αριθμό. Για να τα αποκτήσει, πρέπει να τα αγοράσει από συνταξιούχους που έχουν φύγει από το επάγγελμα. Το κράτος δεν του παραχωρεί ούτε ένα δικαίωμα για να μπορέσει να σταθεί, να επενδύσει, να αναπτυχθεί.
Υπάρχουν στιγμές που σκέφτεται να τα παρατήσει. Το λέει χωρίς ντροπή, αλλά με πίκρα. Σκέφτεται όμως το παιδί του. Σκέφτεται ότι το κορίτσι ή το αγόρι που αύριο μπορεί να αγαπήσει τα πρόβατα, ίσως να μη βρει χώρο να συνεχίσει. Σκέφτεται ότι μπορεί να χρειαστεί να του πει να φύγει από αυτό το επάγγελμα, να ψάξει μια δουλειά αλλού και να το κρατήσει μόνο ως χόμπι.
Κοιτά τα ζώα με αγάπη. Το παιδί του, μόλις 6 χρονών, τα αρμέγει το καλοκαίρι, τα φροντίζει, τα αγαπά. Και ο πατέρας του νιώθει πως ίσως να πρέπει να του πει να φύγει μακριά από αυτό που αγαπούν και οι δυο.
Ένα αγόρι μαθαίνει να αγαπά τα ζώα και ο πατέρας του μαθαίνει να φοβάται για το μέλλον που δεν μπορεί να του εξασφαλίσει.
Γι’ αυτό θα πάει στη διαδήλωση. Όχι για τον εαυτό του μόνο, αλλά για όλους. Για να είναι μια ομάδα. Για να υπάρχει αύριο για τα παιδιά της Λέσβου. Γιατί, όπως λέει, δεν γίνεται να συνεχίσει αν το κράτος δεν βοηθήσει. Δεν ζητά δώρα ούτε προνόμια. Ζητά μόνο δικαιοσύνη. Να μπορεί να σταθεί. Να μην αναγκαστεί να πει στο παιδί του να μην ακολουθήσει τον δρόμο του.
Ζητά το αυτονόητο. Να μην σβήσει η κτηνοτροφία στο νησί. Να μην σβήσουν τα όνειρα που χτίστηκαν με κόπο, με λάσπη και με παγωμένα χέρια από τις 4 το πρωί. Να μην χαθεί μια ζωή που δόθηκε με αγάπη. Γιατί αυτό που κάνει, το αγαπά. Και όσο το αγαπά, θα συνεχίζει να ζητά τον σεβασμό που του αξίζει.