Παραμονές Δεκαπενταύγουστου. Αργά το σούρουπο τα βήματα σου σε φέρνουν στο Κάτω Κάστρο. Στον άνοιγμα, μετά τα τείχη, αντικρίζεις τον θόλο του οθωμανικού λουτρού και τα αναστηλωμένα σπίτια· προσφυγόσπιτα μετά το 1922, οίκοι ανοχής κατόπιν, κτίρια της αρχαιολογικής υπηρεσίας σήμερα.
Δεξιά σου, στα ριζά των τειχών, πάνω σ' ένα βράχο μια σκουριασμένη σιδερένια καμπάνια κι ένας σταυρός σηματοδοτεί τον χώρο. Φτάνεις στον βράχο, κατεβαίνεις 6-7 σκαλάκια και είσαι μέσα στην Παναγιά τη Γαλατούσσα.
Μια μικρή σπηλιά που σε παλιούς χρόνους μετατράπηκε σε εκκλησάκι. Στην εικόνα του μικροσκοπικού τέμπλου η Παναγιά κρατά τον μικρό Χριστό στην αγκαλιά της, του προσφέρει το στήθος της να βυζάξει. Κάποια σπαράγματα αρχαιοτήτων στα πόδια σου δείχνουν την παλαιότητα του χώρου.
Στο μυχό της σπηλιάς ένα βαθούλωμα, λίγο πιο κάτω από το χωματένιο δάπεδο, συγκεντρώνεται το αγίασμα σε μια αυτοσχέδια γούρνα. Γεμίζεις τη χούφτα σου, δροσίζεις το κούτελό σου, κι ο νους φεύγει σ' όσους κατατρεγμένους πέρασαν από 'δω· φυγάδες, κοντραμπατζήδες, πρόσφυγες, πόρνες, σαλοί.
Ανεβαίνεις, βγαίνεις στο φως. Απέναντί σου, πάνω στον αρχαίο λιμενοβραχίονα, σκάνε τα κύματα κι ο βοριάς. Αφρίζει η θάλασσα ώς τα μέσα στο μπουγάζι της Μυτιλήνης, μέχρι τη στεριά της Μικράς Ασίας. Λίγα μέτρα απ' το ξωκλήσι βρισκόταν μέχρι τη δεκαετία του '80 τα πορνεία της πόλης, τα ονομαζόμενα “καλά σπίτια”.
Τη Μεγάλη Βδομάδα, τη Μεγάλη Πέμπτη και τη Μεγάλη Παρασκευή, επισκεπτόταν το εκκλησάκι οι εργαζόμενες στα σπίτια του Κάστρου. Ήταν οι μέρες της αργίας, της νηστείας και της κοινωνίας. Στο ταπεινό ξωκλήσι, στην Παναγιά τους, ξομολογούσαν τα όποια κρίματά τους, έδειχναν τη μετάνοιά τους και ζητούσαν άφεση αμαρτιών και συγχώρεση.
Ψαχουλεύω τον ασπρισμένο τοίχο του ξωκλησιού, τον κοιτώ προσεκτικά, προσπαθώ μήπως βρω κάποιο παμπάλαιο ίχνος χρώματος από παλιές ζωγραφιές.
Σε μια αφήγησή του ο Μυριβήλης λέει ότι εδώ ο Αναστάσης, το “Βουβό της Χιόνης”, “είχε ζωγραφίσει με ασβεστομπογιές πολύχρωμες, ολόσωμο, σε μέγεθος φυσικό τον Ελευθέριο Βενιζέλο, με τα γυαλάκια του και το ρεμπούμπλικό του”.
Μετά τις εκλογές του 1920 “δεν βρήκαμε την εικόνα του Βενιζέλου. Στη θέση του ήταν ζωγραφισμένος ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, ολόσωμος”. Τα επόμενα χρόνια ζωγράφισε “μια περίεργη πολύχρωμη ζωγραφιά μιας γυναίκας με υπερφυσικά πράσινα μάτια, να κρατά ένα καράβι στο ένα χέρι και στο άλλο την τρίαινα του Ποσειδώνα.
Από την κοιλιά και κάτω ήταν γοργόνα με γαλάζια ουρά. Ο Βουβός για να μη σβήνει μια τον Βενιζέλο και μια τον Κωνσταντίνο, σκαρφίστηκε να ζωγραφίσει τη γοργόνα που παρίστανε την Παναγιά”. Και συνέχισε ο Μυριβήλης: ”Εδώ σε τούτο το μέρος εμπνεύστηκα το μύθο της Παναγιάς Γοργόνας”.
Μέρα που 'ναι τους φέρνουμε όλους στη θύμησή μας· πρόσφυγες, μετανάστες, πόρνες, ιστορικά πρόσωπα και γοργόνες, στην αγκαλιά της Παναγιάς Γαλατούσσας -Γοργόνας.