Οι δυο μεριές της θάλασσας
Γράφει ο ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΚΑΛΑΡΓΑΛΗΣ συγγραφέας, Δρ. Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας
Δημοσίευση 20/7/2024
Αρχές καλοκαιριού του 1974, ο παππούς μου οργάνωνε εκδρομή, επίσκεψη – προσκύνημα στα πατρογονικά χώματα της Μικράς Ασίας. Είχε έρθει ο αδερφός του, ο Γιάννης, από την Αθήνα. Μαζί θα ήταν και κάποιοι συγχωριανοί τους, Μικρασιάτες από το χωριό Ατζανόζ κι εγώ ο συνονόματος εγγονός, Μικρασιάτης τρίτης γενιάς. Μου περιέγραφε τα μεγάλα κρικέλια της αυλόπορτας του πατρικού τους σπιτιού, τη συκιά της αυλής, το μικρό αμπέλι στην άκρη του χωριού. Φρεσκάρανε τις τούρκικες λέξεις που γνώριζαν. Γιατί έζησαν 22 και κάτι χρόνια καρσί, όπου κάποιοι απ' τους γείτονές τους ήταν Τούρκοι.Χαρά εγώ που θα πήγαινα ένα τόσο μεγάλο ταξίδι, σε άλλη χώρα, κι επιτέλους θα 'βλεπα το αγαπημένο χωριό του παππού.
Μέχρι που μπήκε εκείνος ο Ιούλης· παραμονές της Αγίας Μαγδαληνής, ετοιμαζόμασταν για το μεγάλο πανηγύρι του χωριού και της περιοχής. Πλέναμε τα τραπέζια, σκουπίζαμε τις καρέκλες, βγάλαμε τα πιατικά και τα ποτήρια από τις κούτες. Στις 20 του μήνα, εκεί, κατά το μεσημέρι, ακούστηκε το κακό μαντάτο. Μπήκαν οι Τούρκοι στην Κύπρο. Πάει το πανηγύρι, ματαιώθηκε το ταξίδι στην πατρίδα. Για τους παππούδες δεν έγινε ποτές, πέθαναν χωρίς να δουν της γης που τους γέννησε.
Μετά μετά από δεκαετίες επισκεφτήκαμε το μικρασιατικό πατρογονικό χωριό, μαζί με τα παιδιά μας, τέταρτης γενιάς Μικρασιάτες. Μείναμε έκθαμβοι, άφωνοι με την εικόνα που αντικρίσαμε. Τι ήταν τούτο! Ο μικρός κόλπος του Ατζανόζ έμοιαζε καταπληκτικά με τον κόλπο της Γέρας. Άραγες να ήταν
παρήγορο αυτό στους ξεσπιτωμένους πρόσφυγες του 1922, να έγινε αποκούμπι στη σκέψη τους, ότι κάθεμέρα θα αντικρίζουν μια ίδια θάλασσα;
Θα συνέχιζαν τη ζωή τους σε έναν τόπο που μοιάζει με τον δικό τους, αυτόν που άφησαν πίσω κι αλίμονο δεν γύρισαν ποτές.Τούτα σκέφτομαι καθώς αφήνω το βλέμμα μου να περιπλανηθεί πάνω στη θάλασσα, μακριά, ώς
πέρα στη μικρασιατική γης. Μέχρι το άνοιγμα του κόλπου του Αϊβαλιού. Μόλις τώρα άρχισε να ξεχωρίζει το άσπρο χρώμα του μικρού καραβιού που κάνει το καθημερινό δρομολόγιο ανάμεσα στις δυο γειτονικές πόλεις, το Αϊβαλι και τη Μυτιλήνη. Λίγο πιο πίσω ακολουθεί κι άλλο· κι ένα ταχύπλοο που προσπέρασε τα άλλα. Εδώ και δυο χρόνια τα δρομολόγια ανάμεσα στις δυο γειτονικές πόλεις αυξήθηκαν. Μέχρι κι οχτώ δρομολόγια τη μέρα γίνονται! Αν ξυπνήσει κάποιος κάτοικος και κατεβεί σε ένα από τα δυο λιμάνια, όλο και με κάποιο καραβάκι μπορεί να πεταχτεί απέναντι, στο άλλο λιμάνι για βόλτα και καφέ, να πιει ένα ούζο ή ρακί. Γιατί τι θέλουμε εμείς οι καθημερινοί κάτοικοι κι απ' τις δυο μεριές τηςθάλασσας; Την ηρεμία στη γειτονιά μας, την ειρήνη, όπως και σ' όλο τον κόσμο οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας.