
Η μουσική ιστορία της Λέσβου κατά την περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων δεν περιορίστηκε στους ύμνους και στα παιανίσματα των στρατιωτικών εμβατηρίων. Αντίθετα, αποτέλεσε ένα βαθιά κοινωνικό και συλλογικό φαινόμενο, που εκδήλωσε την προσμονή και τη χαρά των Λεσβίων για την απελευθέρωση του νησιού τους. Ο μουσικολόγος Θεοφάνης Σουλακέλλης εξηγεί ότι από χρόνια πριν την απελευθέρωση του 1912, στο νησί είχε αναπτυχθεί μια ιδιαίτερη μουσική παραγωγή, στενά συνδεδεμένη με τις πολιτικές και ιστορικές εξελίξεις της εποχής.
Στην εκπαίδευση της εποχής κυριαρχούσαν τραγούδια με ευρωπαϊκές ρίζες. Γερμανικές μελωδίες προσαρμόζονταν σε ελληνικούς στίχους, με θέματα εθνικού φρονήματος και πατριωτικής ανύψωσης. Ο Σουλακέλλης φέρνει ως παράδειγμα το ποίημα του Ραγκαβή Ο Κλέπτης το οποίο μελοποιήθηκε από τον Γερμανό αρχιμουσικό Ζίλλερ και έγινε γνωστό ως Το μαύρη νύχτα στα βουνά. Αυτός ο ύμνος ακούστηκε στην είσοδο της μπάντας του θωρηκτού Αβέρωφ στη Μυτιλήνη τον Νοέμβριο του 1912 σκορπώντας συγκίνηση στους κατοίκους που υποδέχονταν επιτέλους την ελευθερία.
Παράλληλα, άνθισε το προσωμιακό τραγούδι. Μελωδίες ήδη γνωστές από τον κύκλο της καθημερινής ζωής προσαρμόζονταν ταχύτατα σε νέα γεγονότα και ειδήσεις που έφταναν στο νησί. Δίστηχα εμπνευσμένα από τα πολεμικά ανακοινωθέντα και τις πρώτες εικόνες της απελευθέρωσης κοσμούσαν τις μουσικές αυτές αφηγήσεις. Όπως σημειώνει ο Σουλακέλλης, μια χρωμολιθογραφία αναρτημένη σε καφενείο μπορούσε μέσα σε λίγες ώρες να γίνει τραγούδι που θα διαδιδόταν σε όλο το νησί από στόμα σε στόμα.
Ιδιαίτερη θέση σε αυτή τη ζωντανή παραγωγή κατέχουν οι διασκευές του Στράτη Μυριβήλη. Στις περιόδους που υπηρετούσε τη θητεία του δημιουργούσε πατριωτικά τραγούδια πάνω σε ευρωπαϊκά αλλά και εγχώρια ακούσματα τα γνωστά Επίστρατα που νοηματοδοτούσαν ξανά την εμπειρία του πολέμου μέσα από την τέχνη.
Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει και ένα τραγούδι που εντοπίστηκε και ηχογραφήθηκε στην περιοχή της Βασιβούπολης. Η σύνθεσή του σε δακτυλικό εξάμετρο του δίνει μια αίσθηση ποιητικής επιβλητικότητας ενώ η ευρωπαϊκή μουσική δομή του συνυπάρχει με την τοπική προσαρμογή στα γλωσσικά και πολιτισμικά πρότυπα των Λεσβίων. Το τραγούδι αυτό εξυμνεί το θωρηκτό Αβέρωφ με ιδιαίτερη αγάπη μάλιστα οι κάτοικοι του νησιού φρόντισαν να το ονομάζουν στη σωστή πτώση αποφεύγοντας τη ξενόφερτη κατάληξη. Έτσι διασώζεται η αυθεντική καταγραφή Ζήτω ο Αβέρωφ.
Η μουσική της εποχής δεν ήταν απλώς τέχνη. Ήταν μέσο ενημέρωσης μέσο ψυχικής ανάτασης και πάνω απ’ όλα τρόπος συλλογικής μνήμης. Τα τραγούδια έγιναν φορείς των ειδήσεων από το μέτωπο των συναισθημάτων των ανθρώπων που περίμεναν το θωρηκτό στον ορίζοντα των μεγάλων προσδοκιών αλλά και της υπερηφάνειας για την επιστροφή της Λέσβου στον εθνικό κορμό.
Ο Θεοφάνης Σουλακέλλης μελετώντας αυτές τις μορφές μουσικής δημιουργίας αναδεικνύει μια πολιτισμική κληρονομιά που συνεχίζει να ζει. Μια κληρονομιά που θυμίζει πως οι λαοί δεν γράφουν την ιστορία τους μόνο με πολέμους και έγγραφα αλλά και με τραγούδια που ενώνουν φωνές και καρδιές.