Πώς κάποιοι δυσφημούν τη Λέσβο
Τι έφαγε, τι .... δεν έφαγε, τι τράβηξε και τι πλήρωσε στο τέλος, μια παρέα Μυτιληνιών που πήγε ένα μεσημέρι σε ένα παραθαλάσσιο ταβερνάκι της Λεσβιακής υπαίθρου
Γράφει ο ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΑΛΑΣΚΑΣ Δημοσίευση 5/8/2023
Πόσο έχει το κιλό οι πελαγίσιες σαρδέλες στην αγορά της Μυτιλήνης; Έξι ευρώ! Μισό κιλό σαρδέλες πελαγίσιες είναι κάπου 15 κομμάτια. Κοινώς επτά σαρδέλες κοστίζουν κάπου 1,5 ευρώ στο ψαράδικο της Μυτιληνιάς αγοράς.
Πάμε το λοιπόν να σας διηγηθώ πώς για το κέρδος κάποιων σε μια παραλία κάπου στη Λέσβο δυσφημείτε το νησί, πώς «βγάζουμε τα μάτια μας με τα ίδια μας τα χέρια», πως και γιατί θα κλαίμε επί των ερειπίων ξανά και τότε θα μας φταίνε ως γνωστόν οι «λάθρο», οι ξένοι, οι ΜΚΟ, όλοι οι άλλοι εξόν από το ξερό μας το κεφάλι!
Κυριακή μεσημέρι και μια παρέα δυο ζευγαριών εκδράμει από τη Μυτιλήνη όπου κατοικεί σε όχι και τόσο πολυσύχναστο τουριστικό προορισμό της Λέσβου. Η ταβέρνα όχι και γεμάτη αλλά τα τραπέζια σε σκιά κυριολεκτικά πάνω στο κύμα... Όμορφος, πανέμορφος προορισμός!
Παραγγέλνονται τα πρώτα, μια μερίδα κουκιά ξερά, μια σαρδέλες παστές, μια βραστά βλήτα και μια σκορδαλιά για τα κουκιά. Και μισό κιλό άσπρο κρασί...
Έρχονται τα προαναφερθέντα στη μισή ώρα, χωρίς παστές σαρδέλες αλλά με σαρδέλες ψητές. Επτά ψητές σαρδέλες συγκροτούν μια μερίδα ψητές σαρδέλες! Χωρίς λάδι, χωρίς λεμόνι, απλά ψημένες. Κρατούνται οι ψητές σαρδέλες καθότι η παρέα πεινάει, παραγγέλλονται και παστές, μια κρεμμυδόπιτα, μια λουλούδια με τυρί, ένα σαγανάκι με γαρίδες, μια χωριάτικη σαλάτα κι ακόμα ένα μισόκιλο κρασί άσπρο χύμα!
Στη μια ώρα από αφίξεως έρχεται η κρεμμυδόπιτα, μεγέθους σπανακόπιτας ταψιού από το φούρνο της γειτονιάς και πέντε σαρδέλες παστωμένες από τριημέρου, καθαρισμένες από διημέρου βουτηγμένες στο λάδι ή τέλος πάντων σε κάτι που μοιάζει με λάδι. Καμία σχέση δηλαδή με αυτό που ξέρουμε στη Μυτιλήνη σαν σαρδέλες παστές ετούτη την εποχή, το και λεσβιακό σούσι επονομαζόμενος για το οποίο περηφανευόμαστε ως τόπος!
Στη μιάμιση ώρα από την κυρία που παίρνει παραγγελίες, εμφανώς καμία σχέση έχουσα με το επάγγελμα την οποία βοηθάν δυο 16χρονοι πιτσιρικάδες που πάνε από τραπέζι σε τραπέζι με ένα πιάτο στο χέρι ρωτώντας «ετούτο δικό σας είναι;», η παρέα ζητάει αν μη τι άλλο τη σαλάτα! Δυο ώρες αφότου παραγγέλθηκε η σαλάτα δεν είχε πάει γιατί λέει η ντομάτα κόβεται πριν έρθει στο τραπέζι και μην παραπονιόμαστε γιατί... έρχεται!
Η ώρα είχε πάει 4,30 από τη 1,30 που είχε ξεκινήσει ετούτη η… slow food διαδικασία, το στομάχι είχε πάει στην πλάτη, δεδομένου ότι και τα διπλανά τραπέζια όλο και κάτι είχαν και ετούτα αρχίζει να ψυχανεμίζονται έναντι πείνας ζητείται ο λογαριασμός να φύγει η παρέα της ιστορίας μας μπας και βρεις κάπου αλλού κάτι να φάει.
«Γιατί καλέ φεύγετε;» ρώτησε η κυρία που προφανώς θεώρησε πως παραγγέλνεις στο μαγαζί όπου δούλευε (;) κάτι σήμερα, για να το φας μεθαύριο!
Μετά κατάλαβε ότι η μισή και βάλε παραγγελία δεν ήρθε ποτέ στο τραπέζι, είπε πως κάπου τα πήγαν όλα αυτά που δεν ήλθαν στους πρωταγωνιστές της ιστορίας πείνας που περιγράφουμε, πού να πήγαν άραγε αφού και οι διπλανοί νηστικοί ήταν, και ήρθε η ώρα του λογαριασμού.
Επτά ψητές σαρδέλες χωρίς λάδι και χωρίς λεμόνι επτά ευρώ παρακαλώ. Ένα ευρώ η σαρδέλα! Και πέντε σαρδέλες που παστωμένες μπαγιάντεψαν και για να μην πάνε στις γάτες βουτήχτηκαν σε κάτι σαν λάδι ως .... Λεσβιακό σούσι τέσσερα ευρώ! Εννέα ευρώ το κιλό το χύμα άσπρο κρασί και 4,5 ευρώ ένα πιάτο βλήτα και η κρεμμυδόπιτα πέντε ευρώ καθότι σπεσιαλιτέ! Α ναι. Και κουβέρ δυο ευρώ!
Σύνολο λογαριασμού 41,50 και τα πλήρωσε αδιαμαρτύρητα η παρέα και έφυγε «χαλασμένη» από το κάμωμα και την αρπαχτή, στις 4,30 το απόγευμα να πάει κάπου να βρει να φάει!
Εξηγούμαι. Η περίπτωση που σήμερα παρουσιάζεται – ευτυχώς – δεν είναι ο κανόνας στις ταβέρνες της Λέσβου. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία κρατάν ψηλά τη σημαία της ποιότητας, την ποσότητας του προσφερόμενου είδους και της τιμής. Αρκεί όμως μια μικρή μειοψηφία για να συκοφαντήσει μια προσπάθεια, την προσπάθεια των πολλών.