Τις δύο τελευταίες εβδομάδες έρχονται στην δημοσιότητα πολλά στοιχεία για την εξέλιξη της παραγωγής ελαιολάδου στις χώρες της μεσογείου και ιδιαίτερα στην Ισπανία. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η παραγωγή ελαιολάδου θα είναι κατώτερη της αναμενόμενης. Για παράδειγμα ανάλυση της ιστοχώρου Olimerca.com εκτιμά ότι η παραγωγή ελαιολάδου στην Ισπανία θα κυμανθεί κάτω από τους 1.500.000 τόνους και κοντά στους 1.450.000 τόνους. Οι πιο αξιόπιστες προσεγγίσεις στα τέλη του 2018 ανέβαζαν τις εκτιμήσεις για την παραγωγή της Ισπανίας στους 1.550.000 τόνους, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμούσε την παραγωγή ελαιολάδου της Ισπανίας στους 1.600.000 τόνους. Η παραγωγή ελαιολάδου της Ιταλίας φαίνεται ότι θα είναι κοντά στους 175.000 τόνους, της Ελλάδας στους 200.000 τόνους, της Πορτογαλίας στους 105.000 τόνους.
Οι παραπάνω αριθμοί δείχνουν ότι δημιουργείται ένα μεγάλο έλλειμμα στην Ιταλική αγορά που θα καλυφθεί με εισαγωγές λαδιών από την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Ελλάδα και τρίτες χώρες (Τυνησία, Μαρόκο κλπ). Η πολύ χαμηλή παραγωγή ελαιολάδου στην Ελλάδα και κυρίως οι εξαιρετικά περιορισμένες ποσότητες έξτρα παρθένου ελαιολάδου, αυτό που κυρίως επιδιώκουν να αγοράσουν οι Ιταλοί τυποποιητές, δημιουργεί προϋποθέσεις για να πουληθούν σε σχετικά καλές τιμές, οι αδιάθετες ποσότητες ελαιολάδου από την προηγούμενη χρονιά που υπάρχουν στις δεξαμενές των ελαιοτριβείων.
Η κάμψη της παραγωγή και η ανάκαμψη της κατανάλωσης θα μπορούσε να οδηγήσει σε αξιόλογη ανάκαμψη των τιμών παραγωγού, ωστόσο δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να οδηγεί σε αυτή την εκτίμηση. Αντίθετα όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι παγιώνονται για αυτή την χρονιά οι χαμηλές τιμές παραγωγού, τουλάχιστον στον Ελλαδικό χώρο.
Γιατί δεν θα ανεβούν οι τιμές παραγωγού
Οι τιμές παραγωγού είναι καταστροφικές για τον ελαιοκομικό κλάδο στην Ελλάδα και την Ισπανία. Αντίθετα στην Ιταλία είναι ικανοποιητικές. Ωστόσο οι μεγάλοι όμιλοι που δραστηριοποιούνται στην τυποποίηση του ελαιολάδου βρίσκονται σε ευθεία γραμμή με τους σχεδιασμούς των μεγάλων αλυσίδων σούπερ μάρκετ. Οι δύο αυτές πλευρές ουσιαστικά έχουν συναποφασίσουν να μειώσουν τις λιανικές τιμές του ελαιολάδου προκειμένου να αυξηθούν οι πωλήσεις του και παράλληλα να διατηρήσουν σταθερά τα δικά τους ποσοστά κέρδους. Στην ουσία δηλαδή τυποποιητές και σούπερ μάρκετ έχουν συναποφασίσει να μεταφέρουν την μείωση των τιμών καταναλωτή απευθείας στις πλάτες των παραγωγών.
Στην Ελλάδα οι ελαιοπαραγωγοί είναι πιο ευάλωτοι στις παραπάνω πιέσεις, διότι οι συνεταιρισμοί τους είναι εξαιρετικά μικροί και αδύναμοι να έχουν ουσιαστική παρέμβαση στην συγκέντρωση και την εμπορία του προϊόντος. Επιπλέον στην Ελλάδα οι ελαιοπαραγωγοί είναι αποκλεισμένοι από το τραπεζικό σύστημα όπως και οι συνεταιρισμοί τους. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουν τις αναγκαίες πιστώσεις για να αντέξουν στην πίεση που τους ασκούν οι έμποροι και οι τυποποιητές.
Αυτή η κατάσταση οδηγεί με ταχύτατους ρυθμούς στην συγκέντρωση της αγροτικής γης (όχι μόνο στον κλάδο της ελαιοκομίας) στα χέρια λίγων μεγάλων παραγωγών που σε μεγάλο βαθμό θα έχουν καθετοποιημένη παραγωγή. Για παράδειγμα στην Λέσβο το 60% της αγροτικής γης αξιοποιείται από ενοικιαστές, στοιχείο που δείχνουν την πολύ έντονη τάση συγκέντρωσης της γης.