
Η ελληνική οικονομία, παρά τις κυβερνητικές διακηρύξεις περί ανάπτυξης και αύξησης των εισοδημάτων, παρουσιάζει μια σκοτεινή πραγματικότητα για χιλιάδες εργαζόμενους. Η αγορά εργασίας στον ιδιωτικό τομέα μετατρέπεται ταχύτατα σε έναν χώρο επισφάλειας και χαμηλών αποδοχών, με τη μερική απασχόληση να καλπάζει σε ποσοστά που δεν επιτρέπουν πανηγυρισμούς.
Τα στοιχεία του Πληροφοριακού Συστήματος ΕΡΓΑΝΗ για τον Σεπτέμβριο 2025 δείχνουν ότι οι 52 στις 100 νέες θέσεις εργασίας είναι μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης. Και αυτό με μισθούς που δεν επαρκούν ούτε για τα βασικά. Τα 486 ευρώ καθαρά τον μήνα, τη στιγμή που η τιμή σε είδη πρώτης ανάγκης, ενέργεια και ενοίκια έχουν εκτοξευθεί, καθιστούν την καθημερινότητα εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων ένα δυσβάσταχτο βάρος.
Σε σύνολο 360.494 νέων προσλήψεων, οι 187.648 αφορούσαν ευέλικτες μορφές εργασίας, με την πλήρη απασχόληση να περιορίζεται στο 47,9%. Η Ένωση για την Υπεράσπιση της Εργασίας και του Κοινωνικού Κράτους επισημαίνει ότι η κατάσταση δεν αφορά μόνο όσους μπαίνουν τώρα στην αγορά εργασίας. Τον ίδιο μήνα 7.963 συμβάσεις πλήρους απασχόλησης μετατράπηκαν σε μερικές, γεγονός που αποδεικνύει ότι η αβεβαιότητα απλώνεται σε όλα τα επίπεδα.
Η κυβέρνηση, την ώρα που παρουσιάζει εικόνα «ισχυρής οικονομίας» και αυτοθαυμάζεται για την πορεία των δεικτών, αποφεύγει να κοιτάξει την πραγματικότητα του εργαζόμενου που βλέπει το εισόδημά του να εξανεμίζεται πριν καν φτάσει στα χέρια του. Η επίμονη άνοδος της μερικής απασχόλησης δεν είναι ούτε συγκυριακό φαινόμενο ούτε αποτέλεσμα επιλογής των εργαζομένων. Είναι το αποτέλεσμα μιας πολιτικής που επιτρέπει στις επιχειρήσεις να αντικαθιστούν σταθερές θέσεις με χαμηλόμισθες, ευέλικτες μορφές, μειώνοντας το κόστος εργασίας σε βάρος της αξιοπρέπειας.
Τα επίσημα στοιχεία για τον Μάρτιο του 2025 δείχνουν ότι από τους 2.699.584 εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, 630.013 εργάζονται μερικώς δηλαδή 23,3% του συνόλου. Και όλοι αυτοί καλούνται να τα βγάλουν πέρα με εισοδήματα που δεν καλύπτουν τις ανάγκες μιας σύγχρονης οικογένειας.
Η ακρίβεια δεν κάνει διακρίσεις. Χτυπά όσους δεν έχουν δυνατότητα διαπραγμάτευσης. Όταν λοιπόν η κυβέρνηση επιμένει να πανηγυρίζει για τους δείκτες ανάπτυξης, παραλείπει το απλό: ότι η ανάπτυξη αυτή δεν φτάνει ποτέ στα πορτοφόλια των ανθρώπων που δουλεύουν και μοχθούν. Αντίθετα, η αγορά εργασίας οδηγείται σε μια νέα κανονικότητα φθηνής εργασίας, ευέλικτων ωραρίων και καθημερινής ανασφάλειας.
Η ανάγκη για μια ουσιαστική αλλαγή πολιτικής είναι πλέον επιτακτική. Για αύξηση των μισθών, για στήριξη των εργαζομένων, για μέτρα ενάντια στην ακρίβεια και για αποκατάσταση της σταθερής και αξιοπρεπούς εργασίας. Γιατί πίσω από τα ποσοστά υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν άλλο να «επιβιώνουν» με 486 ευρώ τον μήνα.