Στη συνέντευξή του στην εκπομπή Καλημέρα στο Νησί με τον Θράσο Αβραάμ, ο γνωστός δικηγόρος και πρώην αυτοδιοικητικός Απόστολος Κομνηνάκας άσκησε σκληρή κριτική στο έργο του φράγματος Τσικνιά. Παρά τη μακρόχρονη στήριξή του στην αρχική ιδέα ενός αρδευτικού φράγματος για τον κάμπο της Καλλονής, εξέφρασε έντονες επιφυλάξεις για την παρούσα μορφή και σκοπιμότητα του έργου, το οποίο πλέον σχεδιάζεται ως φράγμα ύδρευσης, με υψηλό κόστος και σημαντικές κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Από αρδευτικό όραμα σε υδρευτικό έργο
Ο κ. Κομνηνάκας, με εμπειρία δύο δεκαετιών στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, υπενθύμισε πως το έργο ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980 με στόχο την άρδευση του κάμπου της Καλλονής. «Ήταν έργο ζωτικής σημασίας για τον πρωτογενή τομέα», τόνισε, αναφερόμενος στη μεγάλη παραγωγικότητα της περιοχής και στην ανάγκη αντιμετώπισης της υπεράντλησης των υπόγειων υδάτων.
Ωστόσο, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η πρόταση μετατράπηκε σε υδρευτικό έργο, με το επιχείρημα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν χρηματοδοτούσε πλέον αρδευτικά φράγματα. Η αλλαγή αυτή, όπως είπε, απομάκρυνε το έργο από τον αρχικό του στόχο, αφήνοντας εκτός σχεδιασμού τις πραγματικές ανάγκες της τοπικής γεωργίας.
Αμφιλεγόμενη χωρητικότητα και έλλειψη μελέτης περιβαλλοντικών όρων
Ο κ. Κομνηνάκας υπενθύμισε ότι η αρχική πρόβλεψη χωρητικότητας 12 εκατ. κυβικών μέτρων είχε απορριφθεί τη δεκαετία του 1990 από τις αρμόδιες υπηρεσίες για περιβαλλοντικούς και σεισμολογικούς λόγους, και μειώθηκε στα 7 εκατ. κυβικά. «Τώρα ξαφνικά επιστρέφουμε στα 12,5 εκατομμύρια χωρίς καμία λογική αιτιολόγηση», σχολίασε, επισημαίνοντας ότι η Μελέτη Περιβαλλοντικών Όρων έχει απορριφθεί από το Περιφερειακό Συμβούλιο και η διαδικασία προχωρά με αδιαφανείς χειρισμούς.
Επιπτώσεις στην τοπική κοινωνία και στους κτηνοτρόφους
Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στις κοινωνικές συνέπειες του έργου. Σύμφωνα με τον κ. Κομνηνάκα, 40-50 κτηνοτρόφοι με περίπου 6.000 ζώα βρίσκονται αντιμέτωποι με την απώλεια των εκμεταλλεύσεών τους λόγω απαλλοτριώσεων και κατακλύσεων γης. «Αυτοί οι άνθρωποι επένδυσαν στον τόπο τους, δημιούργησαν σύγχρονες εγκαταστάσεις, και τώρα καλούνται να φύγουν χωρίς να υπάρχει σχέδιο μετεγκατάστασης», υπογράμμισε, εκφράζοντας φόβους ότι οι αποζημιώσεις δεν θα καλύψουν την πραγματική ζημιά.
Κόστος, ωφελιμότητα και ερωτήματα για τον σχεδιασμό
Ο κ. Κομνηνάκας έθεσε ερωτήματα για το κόστος και την ωφελιμότητα του έργου, τονίζοντας ότι η υδροδότηση που προβλέπεται αφορά κυρίως Μυτιλήνη, Καλλονή και Αγία Παρασκευή – περιοχές με πληθυσμό 40-50 χιλιάδων κατοίκων – την ώρα που η μελέτη αναφέρεται σε 250.000 έως 350.000 κατοίκους. «Με τα μισά χρήματα θα μπορούσαν να γίνουν τρία μικρότερα έργα, πιο προσαρμοσμένα στις ανάγκες και χωρίς τις καταστροφικές συνέπειες του σημερινού σχεδιασμού», ανέφερε.
Απουσία συντονισμού και διαχείριση υδάτινων πόρων
Κλείνοντας, ο κ. Κομνηνάκας αναφέρθηκε στην έλλειψη συνολικού σχεδίου διαχείρισης των υδάτινων πόρων της Λέσβου. «Από τη δεκαετία του ’80 ζητάμε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για να γνωρίζουμε τι νερά έχουμε και πώς μπορούν να αξιοποιηθούν. Αντί για στρατηγική, βλέπουμε έργα να σχεδιάζονται αποσπασματικά, χωρίς συντονισμό, με υπερβολικές προβλέψεις και αμφίβολα οφέλη».
Η τοποθέτηση του κ. Κομνηνάκα επαναφέρει στο προσκήνιο τα ερωτήματα γύρω από το φράγμα Τσικνιά. Ποιοι είναι οι πραγματικοί στόχοι του έργου, ποιοι θα ωφεληθούν, ποιοι θα ζημιωθούν και αν οι περιβαλλοντικές, κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες έχουν σταθμιστεί επαρκώς. Σε κάθε περίπτωση, οι δηλώσεις του κ.Κομνηνάκα ανοίγουν εκ νέου τη δημόσια συζήτηση, καλώντας σε ουσιαστική ενημέρωση και διαβούλευση με την κοινωνία της Λέσβου πριν την υλοποίηση ενός από τα μεγαλύτερα έργα των τελευταίων δεκαετιών.