Σχολείο σε διαρκή κρίση
Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Από το NEWSROOM Δημοσίευση 12/5/2025

«Τι πρόσωπο επαγγέλλεσαι
κάτω απ’ τ’ ακατάληπτα νερά σου
ποια ακατέργαστη ζωή
και θάνατο εργολάβο».
Διονύσης Καψάλης, από τη συλλογή Με μια τρελή σοδειά.
Τo σχολείο βρίσκεται σε διαρκή κρίση. Οι μαθητές δεν το αγαπούν. Σ’ αυτό χάνουν την παιδικότητά τους· από την πρώτη κιόλας φάση της εφηβείας, αυτή μένει πίσω ανεπιστρεπτί. Ο διδακτικός και ο παιδαγωγικός ρόλος των δασκάλων είναι απαξιωμένος. Σε διαρκή κρίση βρίσκεται και η κοινωνία. Οι σχολικές τάξεις είναι μικρογραφία της κοινωνίας. Η εκπαιδευτική πολιτική και ιδεολογία, εναλλασσόμενη σε τακτά χρονικά διαστήματα, με υπουργούς παιδείας απαίδευτους κι άσχετους με την ΠΑΙΔΕΙΑ. Καθένας ζειμε νευρώσεις καινοτόμων προγραμμάτων σπουδών: «μηδείς ακαινόμητος εισίτω», γράφει ο Αντώνης Λ. Σμυρναίος, στο βιβλίο του Λατρεία και νεύρωση στην Παιδαγωγική της Καινοτομίας. Τεχνητή Νοημοσύνη, η «άγαμη μηχανή» κατά Jean Baudrillard –τι βιβλίο κι αυτό, η «Διαφάνεια του Κακού»- σχεδιάζει μαθήματα, γράφει εργασίες. Δάσκαλοι και μαθητές εξίστανται με τη χρήση της στη διδακτική πράξη. Καμιά συζήτηση στη σχολική τάξη για το κρίσιμο ζήτημα ευθυγράμμισής της με ηθικές αξίες μας. Ταξιδεύοντας πριν τρεις ημέρες με αεροπλάνο από Θεσσαλονίκη προς Μυτιλήνη, είχα την ευκαιρία να διαβάσω το βιβλίο του καλού συναδέλφου Χρήστου Γ. Γκουνέλα, Τεχνητή Νοημοσύνη, Αιωνιότητα και Αθανασία. Εξεπλάγην με το βάθος της σκέψης και της κριτικής του για τη νέα «κοσμική θεολογία», με θεό την Τεχνητή Νοημοσύνη. Γράφει ο Χρήστος: «αυτό που δεν κατάφεραν οι θρησκείες και η φιλοσοφία μέσα στην ιστορία θέτουν ως στόχο οι θιασώτες του ψηφιακού υπερανθρωπισμού και του τεχνικού μετανθρωπισμού: την αθανασία και την αιωνιότητα».
Σε διαρκή κρίση βρίσκεται και η οικογένεια. Το σχολείο έχει γίνει πάρκινγκ για προβληματικά σχολιαρόπαιδα. Σχολική βία – σχολικός εκφοβισμός: λέξεις καραμέλες που καθημερινά πιπιλίζουν δάσκαλοι, μαθητές, γονείς. Σεμινάρια, επιμορφώσεις και συνέδρια, μόνο με διαπιστωτικά συμπεράσματα. Αλλά η σχολική βία και ο σχολικός εκφοβισμός είναι εδώ. Πως, άλλωστε, να μην είναι εδώ αφού «στη σφαγή και στο αίμα κυλιέται ο μισός κόσμος κι ο άλλος μισός ενημερώνεται κάθε μέρα, από εφημερίδες, ραδιόφωνα και τηλεοράσεις. Και δε νοιάζεται μη τυχόν κι αλλάξουν οι όροι: αυτός να σφάζεται κι οι άλλοι να ενημερώνονται», κατά Νίκο Ματσούκα· αιωνία σου η μνήμη ΔΑΣΚΑΛΕ.
Μαθητές, ανθρώπινα πρόσωπα ή «υλικό» σχολικής τάξης; «Προϊόντα» και «κατασκευάσματα» της κοινωνίας που ζουν και μεγαλώνουν;«Φαινόμενα» κοινωνικά ή ατομικά; Άτομα, εαυτοί ή κοινωνία διεφθαρμένη σε σμικρογραφία; Τι, άραγε, υπάρχει προ της κοινωνικοποίησής τους;Και τι μετά την κοινωνικοποίησή τους; Ορίζοντας της ύπαρξής τους το παιχνίδι, ο έρωτας, ή η Τράπεζα Θεμάτων; Όπου υπάρχει ο έρωτας υπάρχει η ζωή, γράφει στις σημειώσεις του ένας ισορροπιστής. Παρακάτω θα ξεδιπλώσω έναν θεατρικό μονόλογό του.
Κι όμως, παρότι πολλοί το βροντοφωνάζουν –το βροντοφώναζε εκατό σχεδόν χρόνια πριν ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ Μίλτος Κουντουράς- το σχολείο, στη διαρκή κρίση του συνεχίζει να αποκρύπτει αυτά που πραγματικά θέλουν οι μαθητές. Δεν θέλουν μόνο μαθηματικά, φυσική, χημεία, αρχαία ελληνικά, ιστορία, λατινικά κι έκθεση για να περάσουν στο πανεπιστήμιο. Θέλουν και τέχνες: μουσική, κινηματογράφο, χορό, ζωγραφική, θέατρο, αθλητισμό, διάβασμα λογοτεχνίας, ξένες γλώσσες (γαλλικά, ιταλικά αγγλικά, γερμανικά – αλλάζω τη διάταξή τους όπως είναι ιεραρχημένες στο σχολειό, γιατί τα γαλλικά και τα ιταλικά μού φαίνονται πιο μουσικές γλώσσες), θέλουν βιβλιοθήκες και κήπους.«Τρομάζω όταν σκέφτομαι το μέλλον. Όχι μόνο το δικό μου, όλων μας. Και τι να κάνω; Δεν ξέρω. Άλλοι ετοίμασαν αυτόν τον κόσμο για μας», είναι η κραυγή ενός δεκαεξάχρονου νέου. Ρωτώ: δάσκαλοι και γονείς, έχουμε απάντηση στην κραυγή του;
Πανελλαδικές εξετάσεις ξανάρχονται. Μαθητές, πριν και μετά το Πάσχα απουσιάζουν από το σχολείο. Διαβάζουν, λένε. Διαβάζουν στα φροντιστήριά τους, όχι τα απογευματινά, αλλά τα πρωινά, την ώρα που το σχολείο είναι ανοιχτό και τους περιμένει. Απουσίες δικαιολογούνται. Το ψάρι, όμως, βρωμάει από τοκεφάλι. Το ΥΠΑΙΘΑ, όποιο πολιτικό χρωματισμό κι αν έχει, γνωρίζει πολύ καλά αυτή την απάτη. Βολεύεται και βολεύει πολλούς, γι’ αυτό δεν σκέφτεται να αλλάξει το σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ. Βολεύεται γιατί αρέσκεται στην «εκπαίδευση της αμάθειας» (Ζαν Κλωντ Μισεά), γιατί θέλει «χαμένα τα παιδιά μας» (Νατάσα Πολονύ).
Αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, γραφειοκρατική. Χάθηκε στη σχολική τάξη, με τις εκθέσεις των αξιολογητών (σχολικών συμβούλων και διευθυντών) να είναι πανομοιότυπες. Αξιολόγηση εκπαιδευτικών με μηχανιστικό χαρακτήρα, έτοιμα μαθήματα για την αξιολόγηση μόνο, και εκμηχανισμό της παιδαγωγικής επάρκειας και διαδικασίας την οποία, δυστυχώς, δεν έχουν όλοι ανεξαιρέτως, αξιολογητές και αξιολογούμενοι. Κάποια στιγμή σε αξιολογητή σχολικό σύμβουλο, με χρόνια στο κουρμπέτι αυτής της θέσης, του είπα ότι η παιδαγωγική, αγαπητέ συνάδελφε,με τον τρόπο που υπάρχει στο σημερινό σχολειό δεν θεωρείται η αύρα του δασκάλου, το πάθος της προσωπικότητάς του, δεν είναι η «ποιητική του παρουσία μέσα στο κόσμο». Η απάντησή του ήταν επί λέξει: «τι να κάνουμε, Θανάση, έτσι λειτουργεί το σύστημα». Στη θέση του θα ζητούσα παραίτηση από μια τόσο νευραλγική θέση. Οι σχολικοί σύμβουλοι οφείλουν να βρίσκονται στις σχολικές τάξεις, κάθε μέρα, κι όχι στα σπίτια τους και στα γραφεία τους. Να υλοποιούν συνδιδασκαλίες με τους συναδέλφους της ειδικότητας που αξιολογούν. Γιατί αλλιώς, «ζήτω οι σχολικοί σύμβουλοι!». Αξιολόγηση των εκπαιδευτικών; ΝΑΙ, αξιολόγηση!!! Αξιολόγηση για τη διδακτικήκαι παιδαγωγική τους ευσυνειδησία κι όχι αξιολόγηση διαγνωστική αν, δηλαδή, είναι ικανοί να διδάξουν ένα μάθημα, με τους αξιολογητές σχολικούς συμβούλους να κάθονται στην άκρη της σχολικής τάξης και να συμπληρώνουν ρουμπρίκες. Αξιολόγηση; ΝΑΙ!!!Όμως, όχι από σχολικούς συμβούλους μόνο των τυπικών προσόντων, αλλά από σχολικούς συμβούλους προσωπικότητες αναγνωρισμένες για το ουσιαστικό εκπαιδευτικό κύρος τους κι όχι για το τυπικό.Όχι σχολικούς συμβούλους, στην πράξη ιμάντες για μεταβίβαση της κρατικής εξουσίας στο σχολείο. Σχολικούςσυμβούλους που θα στέκονται απέναντι στην εξουσία κριτικά, δημιουργώντας μέσα στα σχολείο κι όχι στα γραφεία των δευτεροβάθμιων εκπαιδεύσεων, διαφορετικές παιδαγωγικές πρακτικές από εκείνες που υπαγορεύει η εκάστοτε πολιτική εξουσία του ΥΠΑΙΘΑ. Εδώ και χρόνια, ο θεσμός των σχολικών συμβούλων, κάτω από την επίφαση της «επιστημονικής παιδαγωγικής καθοδήγησης», λειτουργεί ως προπέτασμα καπνού, για να κρυφτούν πραγματικά προβλήματα της εκπαίδευσης (σχολική αποτυχία, κοινωνικές ανισότητες των μαθητών, σχολική βία, έλλειψη ουσιαστικής αξιολόγησης που να καλύπτει όλες τις πτυχές της εκπαίδευσης). Γι’ αυτό και ο θεσμός έχει αποτύχει στην πράξη. Επαναλαμβάνω, αξιολόγηση εκπαιδευτικών; ΝΑΙ!!! Γιατί επί πέντε δεκαετίες, από τότε που καταργήθηκε,εκπαιδευτικοί διορίστηκαν και βγήκαν στη σύνταξη χωρίς ποτέ να αξιολογηθούν. Φευ!!! Επ’ αυτού του ζητήματος, κανείς από τους ινστρούχτορες που αρνούνται την αξιολόγηση δεν βγάζει άχνα.
Επανέρχομαι στον ισορροπιστή που ανέφερα παραπάνω: «η συνείδηση δε φαίνεται ν’ αναπτύσσεται μ’ ένα απλοϊκό γραμμικό τρόπο: οι νέοι άνθρωποι δεν έχουν μια λιγότερο καλλιεργημένη συνείδηση σε σχέση με τους ενήλικες αλλά μια διαφορετική τύπου συνείδηση. Και γνωρίζουν ότι αυτό είναι κάτι πολύτιμο. Κι αν εξεγείρονται, είναι γιατί δεν θέλουν να το χάσουν αμαχητί». Αυτό, κάποτε, οφείλουμε καλά να το καταλάβουμε, δάσκαλοι και γονείς. Ο ισορροπιστής προχωρά ακόμη παραπέρα, βάζει το μαχαίρι στο κόκκαλο. Σε θεατρικό μονόλογό του γράφει τα εξής εκπληκτικά. Και μη μου πει κανείς πως δεν έχει δίκιο γιατί θα κοιμάται ύπνο βαθύ. «Θα τελειώσω ένα σχολείο ανάπηρο που με οδηγεί χωρίς ενοχές στα φροντιστήρια. Εκεί με σκληρή καταναγκαστική δουλεία, πνευματικά απροστάτευτος, χωρίς ωράριο, με κλεμμένο τον ελεύθερο χρόνο, περνώ στο πανεπιστήμιο. Μου μάθανε να περιφρονώ τον Όμηρο, τα θρησκευτικά, τις τέχνες και τη γυμναστική, κέρδισα χρόνο και πέτυχα. Συγκινημένος στην αρχή, κουρέλι απ’ την κούραση, χωρίς να συνειδητοποιώ και πολύ τι μου συμβαίνει, ξεσπάω για ένα διάστημα, ξεδίνω πίνοντας και καπνίζοντας, συζητάω για το νόημα της ζωής με τ’ άλλα κουρέλια, ξυπνώ το μεσημέρι. Κάτι συμβαίνει μέσα μου. Σ’ αυτή τη θεσπέσια παύση μια φωνή ακούγεται βαθιά απ’ το πηγάδι. Ποιος είναι; Ποιος εγώ; Υπάρχω;… Με κοιτάνε. Θέλει να γλυτώσει! Από τι άραγε; Περίεργο πλάσμα. Του μιλάμε, δεν καταλαβαίνει τίποτα. Μπα, τι του μάθαμε τόσα χρόνια; Τι του μαθαίνατε τόσα χρόνια;… Τι φοιτητής είναι αυτός; Η ύπαρξή του αμφισβητεί αυτή την ίδια την έννοια της επιστήμης, υποδαυλίζει το ξόανο κάθε ιερό και όσιο. Είμαι ο κανένας, ο φροντιστηριάκιας, το φυτό, ο νούμερο 6 εισαχθείς – απεχθής στους πολιτικούς μηχανικούς, ο “δέστε πως κατάντησε”! Ποιος είμαι; Εγώ ποιος είμαι; Ή ποιος να ‘ναι άραγε αυτός που ρωτάει; Κύριε, ποιος είστε; Είστε μασκαρεμένος, δεν σας βλέπω. Η φωνή σας παράξενη, οι παύσεις σας σκέτο θρίλερ. Ποιος είστε, κύριε; Άλλα λένε οι λέξεις σας κι άλλα εννοούν. Μήπως δεν παίζουμε στο ίδιο όνειρο; Ποιο είναι το παιχνίδισας; Η αγορά; Το κακάσχημο τέρας, που περιφέρετε με το λουρί περήφανα, το δημιούργημά σας μου ‘κατσε βαρύ πλατύ στο κεφάλι. Θα πεθάνω, κύριε, πάρτε το τέρας σας παραπέρα. Κύριε, οι επιστήμες, οι τέχνες, ο έρωτας, κύριε, λιώνουν κάτω από τη χοντρή του κοιλιά. Βρυχάται το τέρας, κύριε, και ουρλιάζει την ύστατη αλήθεια του τον ανταγωνισμό. Δε θα ‘μαι, λέει, έτσι που το πάω έτοιμος για τις προκλήσεις της εποχής μου. Θα μείνω πίσω, κύριε, θα χάσω το τρένο της ζωής, θα, θα, θα ρημάξω, κύριε. Αγουροξυπνημένος μετά από 12 χρόνια σχολείου δεν έμαθα ακόμη να εκμεταλλεύομαι το χρόνο. Κύριε, τι ωραίες εκφράσεις που χρησιμοποιείτε! Το χρόνο προσπαθώ να καταλάβω τόσα χρόνια, το νόημα τόσου χρόνου. Θέλω να του δώσω ένα όνομα. Μα αυτός είναι ντυμένος υποχρέωση, μου ξεγλιστρά.Κύριε, ο χρόνοςσας είναι τρεβεστί! Είναι χρήμα. φτιασιδωμένος χρόνος – προκρούστης. Εγώ, κύριε, κερδισμένος αισθάνομαι στις οάσεις μου, όταν ξοδεύω το χρόνο μου στη μουσική, στα γκράφιτι, στο διάβασμα, στη φιλοσοφία, στις βόλτες με τις παρέες. Μα αυτά δεν είναι ακριβώς κάτι χρήσιμο, είναι και δεν είναι, όλα είναι θέμα μέτρου, λέτε. Μέτρον άριστον, όλα με το μέτρο δηλαδή. Κύριε, γιατί δεν αντιδράτε; Σας περιπαίζουν. Τη δουλειά σας τη μετέτρεψαν σε φυλακή, το σπίτι σε βασανιστήριο, τον έρωτα σε πορνογραφία. Μιλάτε με κλισέ. Κύριε, με ξένη φωνή δανεισμένη από τα ειδησεογραφικά πρακτορεία, χάσατε την πίστη, τους φίλους σας, ζείτε στην αγωνία της γρίπης, της κρίσης του περιβαλλοντικού ολέθρου, του τσουνάμι της οικονομίας, της απιστίας. Είναι τρομακτική και απάνθρωπη η τάξη σας. Κύριε. Ταχτοποιημένη σαν την απόλυτη αταξία. Δεν τη βλέπετε; Όχι δε βλέπετε. Κύριε. Κύριε, είστε νεκρός;
—Κύριε, είναι μεσημέρι κι ακόμα δεν ξυπνήσατε
—Κύριε, δεν πήρατε το πρωινό σας
—Κύριε, ήπιατε πολλούς καφέδες
—Κύριε, ο ήλιος λάμπει, αστράφτειβρέχει και χιονίζει
—Κύριε, ένα κόκκινο πουλί έχει κολλήσειστο παράθυρο σας
—Κύριε, μια μαύρη πεταλούδα φάνηκεπάνω στο στήθος σας
—Κύριε, πώς τρέχετε με το ποδήλατο!
—Κύριε, είστε παγωμένος
—Κύριε, έχετε πυρετό
—Κύριε, είσαστε νεκρός;»
Μίλτος Σαχτούρης, «Κύριε», από τη συλλογή Το σκεύος, εκδ. Κείμενα, Αθήνα 1971.
Ισορροπιστής είναι ο Χρήστος Κεχαγιόγλου, πολιτικός μηχανικός και σκηνοθέτης κινηματογράφου. Υποστηρίζει με πάθος πως, μέχρι να λάβουν μέτρα οι ιθύνοντες περί την ΠΑΙΔΕΙΑ –αν ποτέ λάβουν-, οι νέοι θα ονειροπολούν ξαπλωμένοι πάνω στην κλίνη του Προκρούστη.