Το μεγάλο έργο του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας, Αναστάσιου
Ακαδημαϊκός, καλός συζητητής, ακούραστος ιεραπόστολος
Από το NEWSROOM Δημοσίευση 26/1/2025

Mεγάλο το έργο του Αρχιεπίσκοπου Αλβανίας, Αναστάσιου, που έφυγε χτες, Σάββατο 25 Ιανουαρίου από τη ζωή σε ηλικία 95 ετών ύστερα από πολυήμερη νοσηλεία στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός». Ως εκ τούτου, η Ιερά Σύνοδος της Ελλάδος αποφάσισε την τέλεση Λειτουργίας ενώπιον του σκηνώματος του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστάσιου, στη Μητρόπολη Αθηνών, προεξάρχοντος του Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεου.
Ήταν ο ορισμός του παπά. Του πατέρα. Αυτό είναι το πρώτο που λένε για τον Αναστάσιο Αλβανίας όσοι τον γνώρισαν από κοντά ή είναι σε θέση να γνωρίζουν τον βίο και το έργο του. Ηταν αφοσιωμένος στο υψηλό έργο της διακονίας. Ιεροκήρυκας, ακούραστος ιεραπόστολος από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 και για πολλά χρόνια στην Αφρική, με πλούσιο έργο από τότε που ανέλαβε την Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδας, ακαδημαϊκός δάσκαλος, τολμηρός ιερωμένος.
Ο Σύνδεσμος Φυλακισθέντων και εξορισθέντων ΣΦΕΑ 1967-1974 αποχαιρετά με σεβασμό και με την οφειλόμενη τιμή τον φωτισμένο ιεράρχη Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας Αναστάσιο, τόσο για την αντιδικτατορική του στάση - σε αντίθεση με τους ιεράρχες-διάκονους της χούντας - όσο και για την κοινωνική του δράση.
Στην κατάληψη της Νομικής τον Φεβρουάριο του 1973, ως επίσκοπος τότε Ανδρούσης και καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του ΕΚΠΑ, μαζί με άλλους κληρικούς - όπως ο ιερέας Χρίστος Χριστοδούλου, ο διάκονος Τιμόθεος Λαγουδάκης κ.α. - προσπαθούν να περάσουν μέσα από τα μπλόκα της Αστυνομίας και να δώσουν σακούλες με τρόφιμα στους φοιτητές μέσα από μια τρύπα που είχαν ανοίξει οι φοιτητές και που ένωνε το νεκροτομείο με το αμφιθέατρο. Μάλιστα κάλεσε και τους συναδέλφους του καθηγητές να παρέμβουν προς την Αστυνομία, ώστε να αποτραπεί η βίαιη καταστολή της κατάληψης. Όταν ένας από τους καθηγητές τού θύμισε το ευαγγελικό 'φρόνιμοι ως οι όφεις', απάντησε: 'Φρόνιμοι ναι, αλλά όφεις ποτέ!'.
Όταν έληξε η κατάληψη της Νομικής συγκεντρώνει στοιχεία για τους φοιτητές/τριες που συνελήφθησαν και συμπαραστέκεται έξω από το ΕΑΤ – ΕΣΑ στους γονείς των κρατουμένων. Τους επισκέπτεται, τους δίνει κουράγιο. Μαζί του ο παπα-Πηρουνάκης και ο διάκονος Τιμόθεος που τον είχαν βασανίσει άγρια. 'Ξέρουμε ποιος είναι πίσω από αυτά. Αλλά πού θα πάει, θα έρθει η σειρά του!', απειλούσαν.
Τον Νοέμβρη του '73 βρίσκεται από την πρώτη στιγμή έξω από το Πολυτεχνείο: 'Ως επίσκοπος και καθηγητής προσπαθούσα να είμαι κοντά στους φοιτητές. Καταλάβαινα τη λαχτάρα τους για περισσότερη ελευθερία και δημοκρατία', δήλωσε χρόνια αργότερα.
Ως Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας προώθησε προγράμματα στους τομείς της εκπαίδευσης, της υγείας, της κοινωνικής προνοίας, της αγροτικής ανάπτυξης, του πολιτισμού και της οικολογίας. Στην κρίση του Κοσσυφοπεδίου (1999) οργάνωσε ανθρωπιστικό πρόγραμμα με το οποίο βοήθησε 33.000 περίπου πρόσφυγες σε διάφορα μέρη της Αλβανίας. Συγχρόνως αγωνίστηκε για την άμβλυνση των αντιθέσεων στα Βαλκάνια. Η δράσεις του αυτές τον οδήγησαν ώστε να είναι υποψήφιος για το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης το 2000.
Σε συνέντευξή του στο CNN Greece, το 2016, μιλά για τους πρόσφυγες –μετανάστες. Λυγίζει όταν αναφέρεται στις μανάδες που θηλάζουν τα παιδιά των μεταναστών. Αναφέρεται, επίσης, στην οικονομική κρίση και στο ρόλο που παίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση:
'Έχω την εντύπωση ότι η Δύση δεν έχει προσέξει τί σημαίνει αδικία και τί σημαίνει ανέχεια και που μπορεί να οδηγήσει τους λαούς η φτώχεια. Η μεγαλύτερη βία είναι η ανέχεια. Μιλάμε για την ελευθερία του ανθρώπου και ουσιαστικά λατρεύουμε την ελευθερία των αγορών. Ανώνυμες ομάδες έχουν κάνει την οικονομία μια λογιστική αξία την οποία την χειρίζονται και από ελεύθερα πρόσωπα έχουμε καταντήσει να είμαστε υποψήφιοι υπόδουλοι σε συμφέροντα που δεν τα ξέρουμε, ανωνύμων. Όλα αυτά είναι μία κρίση ηθική. Μία κρίση αξιών'.
Ξεκίνησε ως έκτακτος καθηγητής Ιστορίας των Θρησκευμάτων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αργότερα ως Διευθυντής του Τομέα Θρησκειολογίας και Κοινωνιολογίας (1983-1986), από το 1976 τακτικός καθηγητής και από το 1983-1987 κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Κατά τη διάρκεια της παρουσίας του στο Πανεπιστήμιο, εκτός από τα ιεραποστολικά περιοδικά, την ίδρυση Διορθόδοξων Κέντρων και πολλές άλλες δράσεις του, ο ίδιος υπήρξε πρόεδρος της «Επιτροπής Συμπαραστάσεως Κυπριακού Αγώνος» του Πανεπιστημίου Αθηνών (1975-84), μέλος της Επιτροπής Ερευνών του Πανεπιστημίου Αθηνών (1986-90) και του ΔΣ του Kέντρου Μεσογειακών και Αραβικών Σπουδών (1978-82). Το 1997 αποχώρησε. Εν τω μεταξύ είχε αναλάβει τη γενική διεύθυνση της Αποστολικής Διακονίας και μόλις αποκαταστάθηκε το πρόβλημα υγείας του ξαναπήγε στην Αφρική. Αυτή τη φορά ως Τοποτηρητής της Ιεράς Μητρόπολης Ανατολικής Αφρικής. Υστερα από δέκα χρόνια επέστρεψε στην Αθήνα.
Τελευταία του αποστολή ν’ αναστήσει την Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας. Και το έκανε. Από το μηδέν. Με την ευφυΐα του, τις διοικητικές του ικανότητες και το ανοιχτό μυαλό του. Εφθασε μέχρι και σε υδροηλεκτρικά έργα να επενδύσει. Δεν ήταν, πάντως, εύκολο το έργο του. Είχε ένα ποίμνιο διχασμένο εθνικά, τους Ελληνες χριστιανούς και τους Αλβανούς χριστιανούς. Τα κατάφερε, λένε οι περισσότεροι. Η υπερπροσπάθειά του έγειρε λίγο προς τους Αλβανούς χριστιανούς (σ.σ. που είναι και οι περισσότεροι, πάντως), λένε κάποιοι. Επρεπε, όμως, να κρατήσει ενωμένη την Εκκλησία της Αλβανίας, συμφωνούν όλοι. Οσο για το φιλανθρωπικό του έργο, τεράστιο και εκεί. Με τη βοήθεια του Πατριαρχείου, της Εκκλησίας και πολλών πιστών-δωρητών.
Ο Αναστάσιος ήταν (και) ακαδημαϊκός. Αυτό τον καθιστούσε σημαντική μορφή στο χώρο της Εκκλησίας αλλά και στην κοινωνία. Η βαθιά του μόρφωση, η χαρισματική προσωπικότητά του και το ανήσυχο πνεύμα του τον κρατούσαν πάντα στις επάλξεις, πάντα στην πρώτη γραμμή, σε κάθε πεδίο δράσης. Ανάμεσα στις σπουδές του: Θεολογία στην Αθήνα, μεταπτυχιακές σπουδές στις Φιλοσοφικές Σχολές του Πανεπιστημίου του Αμβούργου και του Μαρβούργου στη Γερμανία (1965-1969) υποτροφία του γερμανικού Ιδρύματος Alexander von Humboldt, στη θρησκειολογία, την εθνολογία και την ιεραποστολική ενώ κατείχε εντολή διδασκαλίας του μαθήματος της νεοελληνικής γλώσσας και φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Μαρβούργου στη Γερμανία (1966-69).
Είχε και ένα εξαιρετικό χαρακτηριστικό λένε, όσοι τον γνώριζαν καλά. Ηταν καλός συζητητής. Δεν ήταν μόνο ρήτορας. Ακουγε κιόλας. Ηξερε πώς να συνομιλεί. Κάτι που σίγουρα τον βοήθησε στην επικοινωνία με τους άλλους. Ισως, μια φορά, να μη στάθηκε αρκετά αποτελεσματικό αυτό το χάρισμα, σχολιάζουν κάποιοι. Στη διαφωνία του για την αυτονομία της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας. Είχε άποψη και δεν την άλλαξε. Δεν τηρήθηκαν τα δέοντα για να ανακηρυχθεί αυτοκέφαλη η Εκκλησία της Ουκρανίας, είχε υποστηρίξει μεταξύ άλλων.
Το άχαρο: Ηδη έχουν αρχίσει οι συζητήσεις για τη διαδοχή. Εχει, όμως, ο ίδιος φροντίσει και γι’ αυτό. Ουσιαστικά, τον έχει υποδείξει και αν δεν υπάρξει απρόοπτο, θα είναι εκείνος που θεωρείται φυσικός του διάδοχος. Ηταν κοντά του πολλά χρόνια, ήταν ο πρώτος που χειροτονήθηκε από τον Αναστάσιο, θεωρείται πολύ ικανός, είναι ο Μητροπολίτης Κορυτσάς Ιωάννης.