ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΚΑΡΑΝΤΙΝΑΣ: Έμαθα τι πάει να πει έξω
Ιστορία 7η από την περίκλειστη ηρωική Κουλμπάρα της Μυτιλήνης
Δημοσίευση 13/4/2020
Γράφει ο ΑΥΓΟΥΣΤΗΣ*
Αχ σύντροφοι μου, καλοί μου σύντροφοι γάτοι της Κουλμπάρας
Κλείσαμε μήνα μέσα σήμερα, με τον δικό μου…. Από τις 13 Μαρτίου όλη μέρα μέσα στα πόδια μου τον έχω. Τον βαρέθηκα…
Εκεί που ήμουνα άρχοντας σε όλο το σπίτι, τώρα μπάστακα τον βρίσκω παντού. Και να έκανε και τίποτα το ενδιαφέρον…
Στο παράθυρο κάθεται και χαζεύει απέξω. Στον υπολογιστή κάθεται και χαζεύει απέξω. Και διαβάζει για να βλέπει παραέξω λέει…
Τον τελευταίο καιρό κάνει κι άλλα περίεργα. Μιλάει με τον υπολογιστή. Κι αυτός του απαντά. Έπαθα τις προάλλες. Μίλαγε σε κάτι μικρά κουτάκια στην οθόνη με ανθρωπόφατσες που δε τις ήξερα. Κι απαντούσαν σε ό,τι έλεγε. Και τον ρωτούσαν κι αυτές με τη σειρά του. Και δώστου κουβέντα. Χτες το βράδυ ψήφιζε είπε κιόλας… Τι θα πεί ψηφίζω; Σκιάχτηκα…
Μόνο ο Λάκης κοιμόταν. Άλλος κι αυτός. Δε τον νοιάζει τίποτα… Χαϊδολογιέται οπότε ξυπνά, τρώει και ξαναπέφτει για ύπνο… Απίστευτος είναι.
Τι ήθελα να σας πω;
Α ναι… Μέσα σε όλο ετούτο το χαμό λοιπόν, ανακάλυψα και το έξω. Το πώς είναι να είσαι έξω.
Εγώ που λέτε γεννήθηκα στα τέλη του περασμένου Αύγουστου. Για ετούτο και με βάφτισαν Αυγουστή. Να σας πω την αλήθεια καλύτερο από κάτι ξενέρωτα που έμαθα πως σκέφτονταν να με βαφτίσουν, καλό είναι το Αυγουστής.
Με μάζεψαν μωράκι λέει ψειριάρικο και τσιμπλιάρικα από την αυλή της Αγίας Κατερίνας της γειτόνισσας και με κανάκεψαν, δε λέω… Με έπλυναν, με γιατροπόρεψαν, με το μπιμπερό και με τα ειδικά κονσερβάκια με είχαν μέχρι να ορθοποδήσω. Στο μεταξύ χειμώνιασε. Στην καρέκλα του και στα καλοριφέρ και στο δωμάτιο του Παναγιώτη που δε μένει πια εδώ έμαθα, την έβγαλα. Ότι ήξερα για τον έξω κόσμο το ήξερα από τα παράθυρα στο γραφείο του. Εκεί με τα βιβλία που αν πέσουν θα μας πλακώσουν.
Τον κόσμο από την πίσω μεριά του σπιτιού δεν τον ήξερα. Ώσπου προχθές που σταμάτησε να βρέχει άνοιξε η πίσω πόρτα. Πω πω ομορφιά.. Μέχρι κι ο χοντρός ο Λάκης κατέβηκε και βγήκε έξω. Μου ‘μαθε και να κυλιέμαι στις πέτρες πάνω στις οποίες πέφτει ο ήλιος. Αυτό το ζεστό και φωτεινό πράμα τέλος πάντων που έρχεται από τον ουρανό…
Κάτω από μια λεμονιά ανθισμένη, έτσι μου είπε πως το λέγανε ετούτο το περίεργο.
Και να χοροπηδάω σε ένα τυλιγμένο λάστιχο, σε ένα τεράστιο φίδι σαν το πάνινο που έχω για να του δίνω να καταλαβαίνει.
Ψηλά αυλοντούβαρα βέβαια δε μπορώ να σκαρφαλώσω επάνω, έφαγα τα μούτρα μου προσπαθώντας… Αλλά ρε συντρόφια. Όμορφα είναι απέξω.
Κάπως έτσι τον καταλαβαίνω που μου λέει «βαρέθηκα ρε Αυγουστή… Θέλω να βγω έξω…».
Άντε … Να τελειώσουν όλα με αυτό το μαλάκα τον κολοκορονοϊό. Να βγει έξω. Να κάτσω στην πολυθρόνα του γραφείου. Η έξω, στην πίσω αυλή, μου φτάνει… Μυρίζει κι όμορφα αυτή η ανθισμένη λεμονιά… Και το σπαράγγι που το μάδησα και μου βαλε τις φωνές προχθές. Κι αυτό καλό είναι. Και το λάστιχο πάνω στο οποίο χοροπηδάω. Ωραία είναι το έξω. Ο καθείς με το έξω του βέβαια.
Μάγκες να χετε το νου σας εσείς εκεί έξω, ε; Στο δικό σας έξω. Ο καθείς με το έξω του, είπαμε.
* Ο Αυγουστής είναι γάτος που κατοικεί στο σπίτι του Στρατή Μπαλάσκα στην Κουλμπάρα μαζί με το μεγάλο του αδελφό το Λάκη. Άμα σηκώνεται, οπότε σηκώνεται ο μεγάλος του φίλος από τον υπολογιστή, μπαίνει και συζητά με τους άλλους γάτους