Οι εθνικές γιορτές στο μονοθέσιο σχολείο μας
Γράφει ο ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΑΡΛΑΣ*
Δημοσίευση 24/3/2024
Έμαθα τα πρώτα γράμματα, το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’50, στο μονοθέσιο Δημοτικό Σχολείο Αγίας Κυριακής Μαραθοκάμπου Σάμου από τον αείμνηστο δάσκαλο Ιωάννη Δεληγιάννη.
Τα μαθήματα γίνονταν, πρωί- απόγευμα, στο κελί δίπλα από την εκκλησία και κάποιες φορές όταν οι ανάγκες το απαιτούσαν και στον παρακείμενο νάρθηκα.
Η σχολική αίθουσα έφτασε να φιλοξενεί μέχρι και σαράντα παιδιά, αγόρια και κορίτσια, σε τρείς σειρές θρανίων από τη δύση προς την ανατολή και σε πέντε από βορρά προς νότο.
Τα παράθυρα ήταν νοτινά και δυτικά και η πόρτα έβλεπε προς τη Βαγγελίστρα.
Η έδρα του δασκάλου με την περιώνυμη βίτσα , το δημόσιο τηλέφωνο και τη σημαία με το κοντάρι της βρίσκονταν στη νοτιοανατολική γωνία, δίπλα στο μεγάλο παράθυρο.
Το προαύλιο με τις βραγιές των μαθητών, την περήφανη ακακία με την καμπάνα της, το δαφνόδεντρο μπροστά από το ιερό και τα ψιλόλιγνα κυπαρίσσια, ένα προς ένα δίπλα στον μοναστηρότοιχο, γέμιζε κάθε μέρα από τις φωνές, τα παιχνίδια και τα όνειρα των παιδιών που στην πλειοψηφία τους έρχονταν με τα πόδια από τους γύρω οικισμούς, βαδίζοντας μισή ακόμα και πάνω από μια ώρα δρόμο, κόντρα στους καιρούς , στην κούραση και την ανέχεια..
Για τις λειτουργικές ανάγκες του χωριού και των μαθητών έρχονταν, κατά διαστήματα, ο παπα-Γιώργης από το Γιαλό, τον σημερινό Όρμο Μαραθοκάμπου, επί πώλου όνου καθήμενος, όπως έλεγε γελώντας ο δάσκαλος κάθε φορά που τον έβλεπε να ξεπεζεύει και να δένει τον γάιδαρο του στη χαρουπιά του Κουλανά.
Ο αμαξωτός δρόμος από τον Μαραθόκαμπο πήγαινε δεν πήγαινε τότε μέχρι τον Κάμπο, τα σημερινά Βοτσαλάκια, και πολλά χρόνια αργότερα (1968) έφτασε ως την Αγία Κυριακή και επέκεινα, στην Καλλιθέα και τους Δρακαίους, στα πάλαι ποτέ λεγόμενα Καλαμπακτάσια ..
Οι σχολικές μας γιορτές ήταν όλες κι όλες τρεις το χρόνο:
Η 25η Μαρτίου και η 28η Οκτωβρίου, οι εθνικές μας γιορτές και η μέρα που παίρναμε τα ενδεικτικά ή τα απολυτήρια στη λήξη του σχολικού έτους.
Ηρώο και ιστούς για σημαίες δεν είχε το χωριό, ούτε παπάδες και δημόσιες Αρχές.
Όσο για αίθουσα τελετών ιδέα δεν είχε κανείς μας ούτε έγινε ποτέ λόγος..
Μεταφέρναμε τα θρανία μας στο νάρθηκα της εκκλησιάς και το κελάκι μας γίνονταν Παρνασσός όπως έλεγε στην ομήγυρη ο μορφωμένος του χωριού ο κυρ Μανώλης ο Κιάσσος, αδερφός της θείας Γραμματικής, της Ευτυχίας, της Παγώνας και της συχωρεμένης γιαγιάς Κατερινιώς και πρωτοθείος της μάνας μου.
Όμως εμείς γιορτάζαμε με ξεχωριστή ζωντάνια και υπερηφάνεια αυτές τις μεγάλες μέρες που ήταν σχόλες για όλους τους χωριανούς αλλά και για τους ξωμάχους από το Παλιοχώρι, τη Μουρτερή, τη Γκιόκα, τη Μακριά Πούντα, το Λιμνιώνα και τα Ισώματα. .
Ο δάσκαλος είχε φροντίσει από καιρό να μάθουμε καλά τους ρόλους μας στα σκετς, να απαγγέλουμε με στόμφο και παλμό τα ποιήματα μας, να ψάλλουμε σεβαστικά τους απαραίτητους θρησκευτικούς ύμνους και να αποδώσουμε με στρατιωτικό ρυθμό τα εμβατήρια και τα διάφορα πατριωτικά τραγούδια .
Το πρωί της κάθε εθνικής μας γιορτής, με το χτύπημα της καμπάνας, κάναμε την καθιερωμένη ομαδική μας προσευχή στο προαύλιο δίπλα από την ακακία και ύστερα, σε στάση προσοχής, ψέλναμε τον Εθνικό μας Ύμνο καθώς ο δάσκαλος μας ύψωνε την γαλανόλευκη σημαία μας πλάι στον παραστάτη της εισόδου.
Στη συνέχεια, σε σχηματισμό, τραγουδώντας εμβατήρια και πατριωτικά τραγούδια στεφανώναμε, καθ’ ομάδες, όλους, ανεξαίρετα, τους τάφους και το χωνευτήρι στο νεκροταφείο μας που ήταν, όπως και σήμερα, μέσα στον αυλόγυρο, ακριβώς πίσω από τον βορεινό τοίχο της εκκλησίας.
Ο κυρ Αλέξης, ανάπηρος πολέμου, πάντα παρών στην τελετή, έλεγε και ξανάλεγε συγκινημένος ότι τιμή και δόξα αξίζουν στους νεκρούς μας είτε γιατί οι ίδιοι είναι ήρωες των εθνικών μας αγώνων είτε γιατί είναι γνήσιοι απόγονοι αγωνιστών και ηρώων..
Αποβραδίς είχαμε μαζέψει δαφνόκλαρα, μυρτιές , κόρες, ανεμώνες ,δεντρολίβανο, γαλάζια κρινάκια, κυπαρισσόκλαρα κι αγιοδημητριάτες, κάθε Οκτώβριο, σε χιώτικα κάνιστρα και σε καλάθες του κουτσο- Γιάννη.
Όλα αυτά τα πρόσφορα τιμής τα αποθέταμε ευλαβικά στην ύπαιθρο, στη στέρνα , δίπλα στα ερείπια του Αη Γιώργη να τα κρατήσει νοτισμένα το αγίασμα μέχρι την Αυγή..
Έτσι κάναμε στη Φώκαια και στην Αλικαρνασσό έλεγαν οι γεροντότεροι του χωριού, Μποντρουμιοί και Φωκαιώτες, πρόσφυγες της Μικρασιατικής καταστροφής..
Ο σκελετός των στεφανιών ήταν από τις λυγαριές που φύονταν πλούσιες στης Φλέβας και στου Μοναστηριού το ρέμα..
Πλέκαμε και στηρίζαμε τα ανθόκλαρα, με τ’ ασπροκόκκινο κορδόνι του Μάρτη, πάντα σε περιττό αριθμό, κάθε 25η Μαρτίου και με φλοιώδεις ταινίες σαν αυτές που χρησιμοποιούμε στο μπόλιασμα της αγριελιάς κάθε 28η Οκτωβρίου.
Αυτό το στριμμένο ασπροκόκκινο κορδόνι συμβολίζει την αθωότητα και το φως, το αίμα των αγώνων και τους θριάμβους της νίκης μας έλεγε ο κυρ Βαγιανός ο Κρητικός που έδωσε το μοναχογιό του θυσία ατίμητη για το καλό του λαού και της πατρίδας .
Οι φυσικές ταινίες από φλοιούς θάμνων, στα στεφανώματα της Αγίας Κυριακής, θυμίζουν το μπόλιασμα των γενεών, έλεγε ο δάσκαλος μας, ο κυρ Κώστας ο Τζανετής, πριν από χρόνια, στο μνημόσυνο του Δημήτρη Χίου, του μεγάλου αυτού ήρωα του Αλβανικού Μετώπου, θυμόνταν, κάθε φορά στη γιορτή της 28ης Οκτωβρίου και μας διηγούνταν, σεβαστικά, ο κυρ Νικόλας, ο πατέρας μου.
Κάπως έτσι, όπως τα λέει ο μπάρμπα Βαγιανός, μας τα ερμήνευαν οι μορφωμένοι στη Μέση Ανατολή, στα Σύρματα, όταν τους διηγούμασταν το πως γιορτάζουμε την εθνική γιορτή της 25ης Μαρτίου στο χωριουδάκι μας, απόσωναν ο θείος ο Στέλιος, ο Γιώργος ο Καραγιάννης και ο Θανάσης του Παυλή.
Έτσι είναι, όπως τα λένε οι χωριανοί, επιβεβαίωναν, πάντα παρόντες κι αχώριστοι, ο Κωσταντής ο Καλυβίνος, ο επονομαζόμενος Κωσταντούρος και ο Γιώργης ο Φρανς , μπαρουτοκαπνισμένοι αγωνιστές του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και του Δημοκρατικού Στρατού της Σάμου...
Κατά τις 11 η ώρα παρουσιάζαμε το εορταστικό μας πρόγραμμα.
Το ακροατήριο, άνθρωποι του μόχθου ντυμένοι με τα καλά τους, για την περίσταση, πλήθος μεγάλο για τα καθημερινά δεδομένα του χωριού.
Και η ντροπή μας ήταν απερίγραπτη καθώς ανεβαίναμε ένας- ένας στο πρόχειρο βάθρο για την παράσταση ή για να απαγγείλουμε τα ποιήματα μας.
Τα χειροκροτήματα βροχή και τα συγχαρητήρια έδιναν κι έπαιρναν και ήταν η μεγάλη μας και για πολλούς από μας πρωτόφαντη αμοιβή.
Οι εκδηλώσεις ολοκληρώνονταν πάντοτε με τον Εθνικό μας Ύμνο που ψέλναμε όλοι μαζί, μαθητές και χωριανοί, όρθιοι και σε στάση προσοχής.
Ακολουθούσε η προσκύνηση της εφέστιας εικόνας της Αγίας Κυριακής που την είχαμε στεφανώσει από την παραμονή με τα πιο όμορφα λουλούδια των κήπων μας και των αγρών, τραγουδώντας, με ευλάβεια και υπερηφάνεια, θρησκευτικούς ύμνους και πατριωτικά τραγούδια ..
Δεν ήταν λίγοι αυτοί που πίστευαν ότι η Αγία Κυριακή σαν καλή γειτόνισσα και φιλόξενη χωριανή συμμετείχε με τον τρόπο της στις εορταστικές μας εκδηλώσεις αλλά και σε κάθε πτυχή της σχολικής μας ζωής.
Ορισμένοι, μάλιστα, οι πιο αλαφροΐσκιωτοι, στα διαλείμματα και στα κρυφά, κουβέντιαζαν μαζί της για τα προβλήματα, τις έγνοιες τους και τα όνειρα τους.
Και κάποιες φορές μας έλεγαν, εξομολογητικά και εμπιστευτικά, πως η Αγία τους άκουγε με προσοχή και τους συμβούλευε κιόλας σαν καλή μάνα και άξια αδελφή.…
Έτσι, άδολα και αγνά, περνούσε ο καιρός το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’50, στο Μονοθέσιο Δημοτικό Σχολείο Αγίας Κυριακής Μαραθοκάμπου Σάμου...
Αλησμόνητα χρόνια, αξέχαστοι άνθρωποι, άλλες εποχές, ήθη και έθιμα που, ευτυχώς, ζουν ακόμα ατόφια σε κάποιες γωνιές του νησιού μας δηλώνοντας την ιστορική συνέχεια αυτών των ευλογημένων τόπων.