Η γιαγιά Μουζντάν πρόσφυγας από τη Μυτιλήνη
Η γνωριμία με την τελευταία γεννημένη στη Μυτιλήνη απόγονο της οικογένειας του Χαλήμ Μπέη
Γράφει ο ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΑΛΑΣΚΑΣ Δημοσίευση 31/7/2021
Τη συνάντησες το 2003, μέρες εκδηλώσεων για τα 80 χρόνια από τη Συνθήκη της Λωζάνης, σε ένα διαμέρισμα στο Τεεσβικιέ της Κωνσταντινούπολης απέναντι από το ιστορικό χτισμένο από το Σουλτάνο Αμντούλ Μετζήτ στα μέσα του 19ου αιώνα ομώνυμο τζαμί.
Η γιαγιά Μουζντάν, με συντροφιά ότι της απέμεινε… Από τα σερβίτσια του πατρικού της σπιτιού. Τρία κεντήματα που της χάρισε εκείνο το μακρινό 1922 μια οικογένεια Αϊβαλιωτών προσφύγων με τους οποίους η οικογένεια της μοιράστηκε το πατρικό της αυτό σπίτι… Με συντροφιά ακόμα φωτογραφίες. Από τη μακρινή της πατρίδα, τον τόπο που γεννήθηκε.
Τις φωτογραφίες που τράβηξε ο πατέρας της και κρατούσε πάντα κάτι σαν φυλαχτό…. Τις φωτογραφίες από τη Μυτιλήνη της. Τη Μυτιλήνη στην οποία η γιαγιά Μουζντάν επέστρεψε για πάντα τέτοιες μέρες πριν 11 χρόνια… Οι ψυχές δεν αναγνωρίζουν σύνορα μήδε συνθήκες ανταλλαγής πληθυσμών… Αυτές τουλάχιστον είναι λεύτερες.
Η Μουζντάν ήταν η μικρή κόρη του άρχοντα της Μυτιλήνης Σουφί Μπέη, γιου του ονομαστού Χαλήμ Μπέη. Το σπίτι της στην περιοχή του Τσινάρ Τζαμί, στη σημερινή οδό Χατζηγρηγόρη στον πρώτο παιδικό σταθμό της πόλης. Αλλά οι σημαντικότερες της μνήμες ήταν από το σπίτι του πανύψηλου παππού της, όπου οι αστοί Τούρκοι συναντιούνταν και πίναν κονιάκ χορεύοντας βαλς με Έλληνες και Ευρωπαίους αστούς του νησιού. Την οικογένεια Κουρτζή, το γιατρό Μπαρτζίλη, την οικογένεια του Προξένου της Αυστροουγγαρίας Νατάλε.
Εκπαιδευμένη στην ονομαστή Γαλλική Σχολή της Μυτιλήνης με τις Ουρσουλίνες θυμάται την έκπληξη της οικογένειας της όταν μεταφέρθηκε στο Αϊβαλί βάσει της Συνθήκης της Λωζάνης. «Έκπληκτοι ήταν όλοι, λέει και περισσότερο με τους ντόπιους Τούρκους που υποδέχθηκαν τους νησιώτες αστούς με νταούλια και ζουρνάδες. Πρώτοι φορά έβλεπα κι εγώ και οι δικοί μου τέτοια όργανα».
Ιδιαίτερα συγκινημένη η Moυζντάν αναφέρονταν στο διάστημα ανάμεσα στο Σεπτέμβρη του 1922 και στις 13 Οκτωβρίου του 1923 που έφυγε με την οικογένεια της από τη Μυτιλήνη μαζί με τον άλλο Τουρκικό πληθυσμό. Όλα τα μέλη της οικογένειας μαζεύτηκαν στο πατρικό σπίτι, το γνωστό αρχοντικό του Χαλήμ Μπέη, τη σημερινή Δημοτική βιβλιοθήκη της Μυτιλήνης. Στους κάτω όμως ορόφους έμειναν πρόσφυγες Έλληνες που είχαν έρθει στο νησί από το Αϊβαλί κυρίως. Ανάμεσα τους και τρία κορίτσια με έναν 90χρονο σχεδόν παππού.
«Ο πατέρας μου λέει δεν άντεχε να βλέπει το γέροντα να κοιμάται στα πατώματα. Έδωσε εντολή και του πήγαν ένα κρεβάτι και σκεπάσματα. Μέρες αργότερα τα κορίτσια του μας έφεραν κεντήματα σαν δώρο και μας ρώτησαν αν μπορούσαν να κάνουν τίποτα για εμάς. Πρόσφυγες ήταν, τι να έκαναν; Λίγο καιρό μετά είχαμε την ίδια μοίρα με δαύτους».
Από το σπίτι πήραν μοναχά ότι μπορούσε να μεταφερθεί. Φωτογραφίες πρώτα γιατί δεν ήρθαμε από το πουθενά». Κι ύστερα στρωσίδια και πιάτα και κατσαρόλες. Πρώτος σταθμός το Αϊβαλί. Η διαδικασία της αποαστικοποίησης και της υποχρεωτικής ένταξης σε ένα ομογενοποιημένο Τουρκικό κράτος που θαρρείς και όσοι το συναποτελούσαν δεν είχαν παρελθόν. Κι ύστερα η Κωνσταντινούπολη. Η αφομοίωση…
Τα χρόνια πέρασαν. Έμεινε μοναχά η μνήμη που πλημυρίζει τα γαλάζια μάτια που δεν ξαναείδαν το νησί. «Να μην μπορούν γιε μου να ησυχάσουν στους τάφους τους. Να τρίζουν τα κόκαλα τους και να είναι μια ζωή καταραμένοι». Κι ύστερα ένα πανέμορφο Μυτιληνιό δείπνο με αρνί φρικασέ και όμορφο κόκκινο κρασί «σαν δαύτο που βγάζαμε στη Νιχτάντα…». Και το κατευόδιο.
Η ευχή της γιαγιάς Μουζντάν που τέτοιες μέρες το 2010, πριν 11 χρόνια πάει να πει, άφησε την τελευταία της πνοή. Πνοή κατάρα του πρόσφυγα, όλων των προσφύγων της μιας ή της άλλης πλευράς «για όσους φταίνε για ετούτο το κακό».