
Έντονο ενδιαφέρον και προβληματισμό προκάλεσε η συζήτηση για τη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του έργου ηλεκτρικής διασύνδεσης της Λέσβου με την Ηπειρωτική Ελλάδα, στη συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου Δυτικής Λέσβου την Παρασκευή 31 Οκτωβρίου. Όλοι οι ομιλητές αναγνώρισαν ότι η ενεργειακή αναβάθμιση του νησιού αποτελεί θεμελιώδη ανάγκη, ωστόσο η μελέτη που τέθηκε προς γνωμοδότηση χαρακτηρίστηκε ελλιπής και απροσδιόριστη ως προς ένα από τα κρισιμότερα τμήματά της. Δεν περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο η ηλεκτρική διασύνδεση θα φτάσει μέχρι το εργοστάσιο της ΔΕΗ στη Μυτιλήνη, ούτε αποτυπώνει με σαφήνεια τη χερσαία όδευση του έργου.
Η εισήγηση της αντιδημάρχου Περιβάλλοντος Ασανούλας Κοκκινέλλη επικεντρώθηκε στις σημαντικές αυτές ελλείψεις. Η αντιδήμαρχος ανέφερε πως η μελέτη «σταματά» στην έξοδο του υποβρύχιου καλωδίου στην περιοχή του Πολιχνίτου και δεν απαντά στο πώς θα διασφαλιστεί η ασφαλής και περιβαλλοντικά αποδεκτή μεταφορά ενέργειας στο υπόλοιπο νησί. Επεσήμανε ότι δεν έχει προηγηθεί η απαραίτητη βυθομετρική αποτύπωση, ενώ δεν προσδιορίζονται οι πραγματικές επιπτώσεις στο δασικό περιβάλλον. Η Διεύθυνση Δασών έχει ήδη γνωμοδοτήσει αρνητικά, επισημαίνοντας τον κίνδυνο όδευσης μέσα από περιοχές υψηλής περιβαλλοντικής αξίας χωρίς τεκμηρίωση.
Συνέδεσε το έργο με τον συνολικό ενεργειακό σχεδιασμό που αποτυπώνεται στο δεκαετές πρόγραμμα του ΑΔΜΗΕ και αναφέρεται στη βαθμιαία απόσυρση συμβατικής παραγωγής σε νησιά που διασυνδέονται ηλεκτρικά. Η προοπτική αυτή, όπως είπε, δημιουργεί εύλογη ανησυχία για το μέλλον της ενεργειακής εφεδρείας της Λέσβου, ειδικά σε ένα ακριτικό νησί στην πύλη του Ανατολικού Αιγαίου.
Ο δήμαρχος Ταξιάρχης Βέρρος ξεκαθάρισε ότι ο Δήμος δεν απορρίπτει την ηλεκτρική διασύνδεση και αναγνωρίζει τα οφέλη που μπορεί να επιφέρει, ωστόσο δεν μπορεί να τοποθετηθεί θετικά σε μια μελέτη που δεν δίνει απαντήσεις στα κρίσιμα ζητήματα. Τόνισε ότι η ενεργειακή ασφάλεια της Λέσβου δεν μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο και πως είναι αδιανόητο να υπάρξει οποιαδήποτε αλλαγή στο καθεστώς λειτουργίας του εργοστασίου ηλεκτροπαραγωγής χωρίς ξεκάθαρες εγγυήσεις. Δήλωσε ότι η όδευση των καλωδίων πρέπει να γίνει υπογείως όπου απαιτείται και με απόλυτο σεβασμό στις παραγωγικές δραστηριότητες και στα οικοσυστήματα της περιοχής.
Ο επικεφαλής της μείζονος αντιπολίτευσης Απόστολος Αλατζάς διατύπωσε την άποψη ότι το νησί πρέπει να συμμετέχει ενεργά στα μεγάλα έργα ενεργειακής αναβάθμισης της χώρας και να μην μείνει εκτός σχεδιασμού. Υπογράμμισε ωστόσο ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς πλήρη διασφάλιση των συμφερόντων των κατοίκων του νησιού. Αναφέρθηκε στα γεωπολιτικά ζητήματα που συνδέονται με τη συνολική αναβάθμιση των δικτύων στο Αιγαίο και τόνισε πως τα τοπικά όργανα πρέπει να επιμείνουν σε δεσμευτικές λύσεις που να εξασφαλίζουν ότι η Λέσβος θα παραμείνει αυτάρκης σε ενέργεια ακόμη και υπό συνθήκες κρίσης.
Εντελώς διαφορετική ήταν η προσέγγιση του επικεφαλής της Λαϊκής Συσπείρωσης Γιάννη Συκά, ο οποίος υποστήριξε ότι το συγκεκριμένο έργο αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου ιδιωτικοποιημένης ενεργειακής ανάπτυξης που δεν εξυπηρετεί τις ανάγκες της τοπικής κοινωνίας. Επισήμανε ότι ήδη έχουν αδειοδοτηθεί έργα ισχύος άνω των 300 MW στη Δυτική Λέσβο, με 153 ανεμογεννήτριες να σχεδιάζεται να εγκατασταθούν σε παραγωγικές και δασικές εκτάσεις. Το μέγεθος των έργων αυτών, όπως είπε, ξεπερνά κατά πολύ τις ανάγκες του νησιού και αποδεικνύει πως βασικός στόχος είναι η εξαγωγή ενέργειας σε ηπειρωτικά δίκτυα. Προειδοποίησε ότι μια τέτοια εξέλιξη θα οδηγήσει σε αλλοίωση της φυσιογνωμίας της Λέσβου και θα υποβαθμίσει τη ζωή των κατοίκων της.
Κοινή ήταν η διαπίστωση ότι η μελέτη σε αυτή τη μορφή δεν τεκμηριώνει ούτε την περιβαλλοντική προστασία ούτε την ενεργειακή ασφάλεια. Δεν συνοδεύεται από αναλυτικό σχεδιασμό χερσαίων υποδομών, ενώ απουσιάζει οποιοδήποτε στοιχείο για τις κοινωνικές και χωροταξικές συνέπειες ενός έργου που θα μεταβάλει τον ενεργειακό χάρτη του νησιού. Παράλληλα δεν προκύπτει κανένας μηχανισμός αντισταθμιστικών ωφελημάτων για τις τοπικές κοινωνίες που ενδεχομένως θα επιβαρυνθούν με γραμμές μεταφοράς ή νέους υποσταθμούς.
Το Δημοτικό Συμβούλιο συμφώνησε να επιστρέψει τη μελέτη ως ανεπαρκή, ζητώντας πλήρη και αναθεωρημένη εκδοχή που θα λαμβάνει υπόψη όλες τις παρατηρήσεις των υπηρεσιών και των τοπικών φορέων. Ζητήθηκε επίσης να διασφαλιστεί πως η Λέσβος δεν θα μετατραπεί σε ζώνη μαζικής εγκατάστασης αιολικών πάρκων προς εξυπηρέτηση εξωτερικών ενεργειακών αναγκών και πως η όποια ενεργειακή αναβάθμιση θα έχει θετικό αντίκτυπο στην καθημερινότητα κατοίκων και επιχειρήσεων.
Το θέμα αναμένεται να επανέλθει στο Δημοτικό Συμβούλιο όταν ο φορέας του έργου επανυποβάλει πλήρη φάκελο που να απαντά στις τεχνικές, περιβαλλοντικές και κοινωνικές ανησυχίες. Η συζήτηση που διεξήχθη δείχνει ότι η ηλεκτρική διασύνδεση της Λέσβου δεν αποτελεί απλώς ένα τεχνικό εγχείρημα. Αγγίζει το μέλλον της παραγωγής στο νησί, το περιβάλλον του και την ενεργειακή ασφάλεια των κατοίκων του. Για αυτό και η τοπική αυτοδιοίκηση ζητά να γίνει με όρους που θα εγγυώνται πραγματικό όφελος για τη Λέσβο και όχι με αόριστες υποσχέσεις.