Τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο εκτοξεύθηκαν στα 111,82 δισ. ευρώ τον Ιούλιο του 2025, αυξημένα κατά 4,56 δισ. ευρώ σε σχέση με έναν χρόνο πριν, σύμφωνα με την έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής με στοιχεία της ΑΑΔΕ. Από αυτά, σχεδόν το ένα τέταρτο – 26,35 δισ. ευρώ – θεωρούνται ανεπίδεκτα είσπραξης, αφήνοντας ως πραγματικό υπόλοιπο 85,4 δισ. ευρώ.
Πίσω από τους ξηρούς αριθμούς όμως κρύβεται η πραγματική εικόνα της κοινωνίας και της οικονομίας. Η ακρίβεια έχει εξαντλήσει τα νοικοκυριά, που πλέον περιορίζονται μόνο στα απολύτως απαραίτητα, ενώ οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις ασφυκτιούν υπό το βάρος φόρων και λειτουργικών εξόδων. Η αγοραστική δύναμη έχει καταρρεύσει, οι καταναλωτικές συνήθειες έχουν συρρικνωθεί και η αγορά στενάζει από την έλλειψη ρευστότητας.
Αν και οι κυβερνητικές εξαγγελίες μιλούν για στήριξη, στην πράξη δεν έχουν ληφθεί ουσιαστικά μέτρα ελάφρυνσης για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Αντίθετα, το φορολογικό βάρος παραμένει δυσβάσταχτο, με αποτέλεσμα χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις να προστίθενται κάθε μήνα στη λίστα των οφειλετών.
Η εικόνα των ληξιπρόθεσμων το επιβεβαιώνει: ενώ το 90,4% των οφειλετών έχει χρέη κάτω των 10.000 ευρώ, αυτά αντιστοιχούν σε μόλις 3,5% του συνόλου. Αντίθετα, οι μεγαλοοφειλέτες, που αποτελούν μόλις το 0,25% των οφειλετών, συγκεντρώνουν το 76,3% των χρεών. Ωστόσο, αυτοί μένουν στο απυρόβλητο, με τα περισσότερα από τα ποσά να μην εισπράττονται ποτέ λόγω πτωχεύσεων ή μεταφοράς κεφαλαίων σε άλλες χώρες.
Στα 52,1 δισ. ευρώ ανέρχονται οι καθαρά φορολογικές οφειλές, με τον ΦΠΑ να ξεχωρίζει στα 25 δισ. ευρώ, ενώ στα 24,4 δισ. φτάνουν τα πρόστιμα. Στο μέτωπο των φορολογουμένων, οι οφειλέτες ξεπέρασαν τα 4 εκατομμύρια ΑΦΜ, με τη μεγάλη αύξηση να προέρχεται από μικροποσά 50 έως 500 ευρώ. Αυτό δείχνει ότι οι απλοί πολίτες και οι μικρομεσαίοι δεν μπορούν πλέον να αντεπεξέλθουν ούτε στις πιο βασικές τους υποχρεώσεις.
Η διαφοροποίηση είναι ξεκάθαρη: τα νοικοκυριά οφείλουν 42,7 δισ. ευρώ, ενώ οι επιχειρήσεις 69,1 δισ. ευρώ. Στις χαμηλές κατηγορίες κυριαρχούν οι πολίτες, ενώ στα μεγάλα ποσά οι εταιρείες – κυρίως Ανώνυμες Εταιρείες και ΕΠΕ – που συνεχίζουν να συσσωρεύουν οφειλές χωρίς να υπάρχει αποτελεσματικός μηχανισμός πίεσης από το κράτος.
Την ίδια στιγμή, μόλις το 3,9% των πραγματικών χρεών έχει ενταχθεί σε κάποια ρύθμιση, δείχνοντας ότι οι υπάρχουσες ρυθμίσεις δεν είναι ελκυστικές ούτε εφαρμόσιμες. Αντί για ουσιαστική στήριξη, οι πολίτες βρίσκονται αντιμέτωποι με συνεχείς επιβαρύνσεις, ενώ οι μεγαλοοφειλέτες συνεχίζουν να μένουν στο απυρόβλητο.
Το συμπέρασμα είναι ξεκάθαρο: οι μικρομεσαίοι και τα νοικοκυριά σηκώνουν το βάρος, ενώ η κυβέρνηση δεν προχωρά σε γενναία μέτρα ανακούφισης, αφήνοντας την κοινωνία να παλεύει με την ακρίβεια και τις επιχειρήσεις να βυθίζονται στα χρέη.