Η Παλαιστίνη ψάχνει μια αριστερά που θα την υπερασπιστεί
Γράφει ο ΡΑΦΑΗΛ ΑΣΠΡΟΛΟΥΠΟΣ, Οικονομολόγος
Δημοσίευση 9/10/2024
Τέσσερις μέρες, τρεις πορείες που εκδηλώνουν αλληλεγγύη προς την Παλαιστίνη στη Μυτιλήνη.Η πικετοφορία του ΚΚΕ το Σάββατο 5/10, η πορεία στην οποία κάλεσαν τα σωματεία νοσοκομειακών γιατρών και εκπαιδευτικών τη Δευτέρα 7/10 και η πορεία στην οποία κάλεσε η Λεσβιακή Δράση Αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη την Τρίτη 8/10. Παρόμοια είναι η εικόνακαι στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Θα μπορούσε κανείς να κάνει λόγο για οργασμό εκδηλώσεων αλληλεγγύης στον μαρτυρικό παλαιστινιακό λαό, τα δεινά του οποίου πλέον μοιράζεται κι ο λιβανέζικος. Θα μπορούσε να εκθειαστεί η πληθωρικότητα και να παινευτεί η πολυφωνία. Θα επρόκειτο όμως για μια αφελή ανάγνωση της πραγματικότητας.
Γιατί το γεγονός των τριών πορειών σε σχεδόν ισάριθμες μέρες αποτελεί μόνο την κορυφή του παγόβουνου. Ο κύριος όγκος του συγκροτείται απ’ τον απομονωτισμό των αριστερών οργανώσεων/κομμάτων, από τον εγκλεισμό καθεμιάς τους σε στενούς θαλάμους όπου αυτάρεσκα αρκούνται στο άκουσμα της ηχούς της δικής τους φωνής, την παραίτηση από το στόχο συγκρότησης ευρύτερου και μαζικότερου κινήματος πέρα από τα περιορισμένα και στενά παραταξιακά ακροατήρια που έχει χτίσει η καθεμία.
Όλα αυτά βέβαια δεν αποτελούν κάτι νέο.Από την κρίση του 2008 η αριστερά επιμελώς αποφεύγει να αναλάβει τα καθήκοντα που αναλογούν στον ιστορικό της ρόλο και επιτάσσει η συγκυρία. Από την υποταγή του ΣΥΡΙΖΑ το 2015 κι έπειτα, κατάφερε να εξάγει το συμπέρασμα ότι δικαιώθηκε ο μοναχικός δρόμος του κάθε φορέα που ομνύει στ’ όνομά της και να επιμείνει με ανανεωμένο ζήλο στην εμβάθυνση των χαραγμένων διαχωριστικών.
Μπρος στη γενική και συντριπτική ήττα της αριστεράς που επέφεραν η «ριζοσπαστική» γονυκλισία στους επιβολείς της φτωχοποίησης και η «αριστερή» κατάφαση στα μνημόνια, οργανώσεις και κόμματα επέλεξαν να μπήξουν βαθύτερα τους πασσάλους της περίφραξής τους (ιδεολογικής και πολιτικής), αγνοώντας το γεγονός πως η επερχόμενη πλημμύρα θα τους παρέσερνε πάραυτα.
Έκτοτε, ελλείψει χειροπιαστών νικών σε οποιοδήποτε πεδίο, απαθείς κι αποκομμένες απ’ τις πραγματικές ανάγκες ηγεσίες πασχίζουν να ανακηρύξουν ως θριάμβους καταστάσεις που στην καλύτερη αποτυπώνουν μια εικόνα στασιμότητας και προοδευτικής σήψης.
Αν μη τι άλλο, με τα τεκταινόμενα εδώ κι ένα χρόνο στην Παλαιστίνη, όπου ένα παραδοσιακά αρειμάνιο αλλά πλέον ασυγκράτητα και λυσσασμένα αιμοδιψές Ισραήλ εξαπολύει τη δολοφονική μανία του εναντίον όποιου η αποικιοκρατική του ματιά θωρεί ως κατώτερο, απειλώντας να παρασύρει ολόκληρη την περιοχή στη δίνη ενός καταστροφικού κι ολοκληρωτικού πολέμου, θα περίμενε κανείς ότι θα υπήρχε μια αλλαγή στάσης.
Ότι οι αλλεπάλληλες σφαγές και τρομοκρατικές ενέργειες του κράτους-δολοφόνου, πέρα από οργισμένες ανακοινώσεις θα επέφεραν και αφύπνιση όλων, ηγεσιών και μελών, και συνειδητοποίηση της ανάγκης υπέρβασης παθογενειών του παρελθόντος. Αλλά όποιος ήλπιζε σε κάτι τέτοιο έμελλε να απογοητευτεί.
Η αριστερά συνολικά διακατέχεται από τα αδρανή αντανακλαστικά και τις αυτοκαταστροφικές τάσεις με τις οποίες εμποτίστηκε εδώ και δεκαετίες. Απαρτιζόμενη από οργανώσεις/κόμματα που επιλέγουν τον αναχωρητισμό από την προσπάθεια δημιουργίας ρηγμάτων στην υπάρχουσα τάξη πραγμάτων και την διύλιση του θεωρητικού κώνωπα μπρος στην ενεργό ανάμειξη και δράση, φαίνεται να μην μπορεί να αντισταθεί στην εγωπαθή λατρεία του ειδώλου της όπως αυτό αντικατοπτρίζεται μέσα από διαστρεβλωτικούς ιδεολογικούς καθρέπτες.
Ποικίλων ειδών επεξεργασίες (ιστορικές, πολιτικές, ιδεολογικές κ.ά.), αντί να προκύπτουν από ανάλυση και μελέτη της πραγματικότητας με σκοπό την αλλαγή της, υπαγορεύονται από την κοντόθωρη ανάγκη εξυπηρέτησης συγκυριακών πολιτικών σκοπιμοτήτων και στοχοθεσιών που τίθενται από ναρκισσιστικές ηγεσίες. Ο πλούτος απόψεων θεωρείται υπαρξιακή απειλή και η αδιαμφισβήτητη επικράτηση της μοναδικής «ορθής» γραμμής μονόδρομος, αποκλείοντας εκ προοιμίου οποιαδήποτε δυνατότητα σύγκλισης και συνεργασίας.
Οι σχέσεις μεταξύ οργανώσεων γίνονται αντιληπτές ως ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος, όπου το κέρδος του ενός μπορεί να προκύψει μόνο ως ζημία του άλλου.
Κι ενώ όλοι φέρουν ευθύνη γι’ αυτή την κατάσταση, εύλογατη μεγαλύτερη όλων τη φέρει το ΚΚΕ. Καταλαμβάνοντας την αδιαμφισβήτητη πρωτιά (εντός της αριστεράς) για τηνοποία τόσο αυτάρεσκα και άχαρα βαυκαλίζεται, συστηματικά αποτυγχάνει να αρθεί στο ύψος των απαιτήσεων που τόσο αυτή η περίοπτη θέση όσο και η ιστορικότητα και το οργανωτικό εκτόπισμά του γεννάν.
Υποτάσσοντας το καλό του κινήματος σ’ αυτό του κόμματος, αποφεύγει επιμελώς να αναλάβει οποιαδήποτε μετωπική πρωτοβουλία. Υπερθεματίζοντας την ιδεολογική του καθαρότητα και αναθεματίζοντας οποιαδήποτε «αιρετική» απόκλιση, το μόνο μέτωπο που μπορεί να διανοηθεί είναι με τον εαυτό του.
Σ’ αυτή του τη στάση έχει πλέον βρει και πολλούς μιμητές, που παρότι στερούνται του διαμετρήματος ενός ΚΚΕ σίγουρα δεν έχουν σε τίποτα να ζηλέψουν απ’ το σεχταρισμό,το μαξιμαλιστικό βερμπαλισμό του.
Αν όλ’ αυτά μέχρι τώρα ήταν βαθιά προβληματικά και καταστροφικά για το μέλλον του λαού και του κινήματος, λαμβάνουν διαστάσεις εγκληματικές μεσούσης της πιο βάρβαρης και εμπεριστατωμένα καταγεγραμμένης γενοκτονίας του καιρού μας.Το τι κάνουμε ή παραλείπουμε να κάνουμε σήμερα, με δεδομένα τα μέσα που έχει καθένας μας στη διάθεσή του, βαραίνει πολύ περισσότερο απ’ ότι χθες.
Η ιστορία θα καταγράψει τη στάση όλων και θα είναι αμείλικτη. Αλίμονο στις ηγεσίες και τα μέλη εκείνα που σε μια τόσο κρίσιμη καμπή επιλέξουν την επανάπαυση στην ανέξοδη υπερεπαναστασιολογία και τις παλιές παθογενείς πρακτικέςαντί της βασάνου της υπέρβασής τους.
Τέσσερις μέρες και τρεις πορείες μετά, ο αγώνας για την Παλαιστίνη ακόμα αναζητά την αριστερά που θα βγει μπροστάρης τoυ.