«Πότε θα τελειώσει αυτός ο πόλεμος;»
Ο Κωνσταντίνος Μελάς, ο ειρηνιστής πρώτος Στρατιωτικός Διοικητής Λέσβου περιγράφει τη μάχη του Κλαπάδου, τα όσα προηγήθηκαν και τα όσα ακολούθησαν σε γράμματα προς την πεθερά του και τη σύζυγο του
Γράφει ο ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΑΛΑΣΚΑΣ Δημοσίευση 8/12/2020
Νιώθω μερικές φορές πως μέσα σε τούτη την κοσμοχαλασιά ζητάω πολλά. Ζητάω ναι ένα μικρό μουσείο για την ομορφότερη μέρα για το νησί, τον 20ο αιώνα. Και ένα δρόμο στη μνήμη του απελευθερωτή εκείνης της μέρας Κωνσταντίνου Μελά. Ενός ανθρώπου που ταύτιζε τον πατριωτισμό με την έννοια της ελευθερίας. Στη σκέψη, στην πράξη… Με τον ανθρωπισμό, τις χαρές της ειρήνης. Ο πόλεμος για αυτόν δεν ήταν σκοπός. Κι ο πόλεμος αυτός ήταν για τον Κωνσταντίνο Μελά ένας τρόπος να δείξει την πίστη του σε υπέρτατα ιδανικά με τα οποία είχε στολίσει την έννοια της πατρίδας.
Γράφει στην πεθερά του Ασπασία Αθανασίου Μουτσοπούλου το γένος Ανδρέα Βαλλιάνου στις 17 Νοεμβρίου 1912, σημειώνοντας από το ασφαλές κτήριο όπου ζει, το Ελληνικό Προξενείο όπου σήμερα το κτήριο του Επιμελητηρίου Λέσβου στην προκυμαία της πόλης, για τους στρατιώτες του που έχουν φτιάξει τον καταυλισμό τους στο ύψωμα στις Καμάρες: «Μόνο που βρέχει πολύ και λυπούμαι τους καημένους τους φαντάρους μας, εκτεθειμένους στο λόφο».
Λίγο μετά στο ίδιο γράμμα σημειώνει: «Καιρός είναι να τελειώσει αυτός ο πόλεμος διότι το κρύο άρχισε να γίνεται τσουχτερό και οι καημένοι άνδρες μου που δεν έχουν συνηθίσει στην υπαίθρια ζωή τον χειμώνα θα υποφέρουν πολύ και θα ‘χουμε πολλές απώλειες.».
Ξανά και ξανά για τον πόλεμο και τις άσχημες στιγμές που αυτός επιφυλάσσει. «22 Νοεμβρίου βρέχει συνέχεια και οι καημένοι ναύτες είναι μούσκεμα.». Την ίδια ώρα αιτήματα ανθρωπιάς. Στις 24 Νοεμβρίου γράφει σε ένα επιστολικό δελτάριο προς την πεθερά του: «Σε παρακαλώ πολύ να μου στείλεις την συνταγή της πομάδας για το έκζεμα των αυτιών, είναι ένα παιδάκι που υποφέρει πολύ, και υπεσχέθην να την δώσω.». Αλλά και η επαφή του με την ανθρώπινη πλευρά της πόλης όπου έχει εγκατασταθεί: Γράφει σε επιστολή του την ίδια μέρα: «Σας στέλνω μπακλαβά. Δεν το δοκίμασα, αλλά μου λένε ότι είναι εξαιρετικός, για να δούμε πώς θα σου φανεί. Θα σας στείλω επίσης σαπούνια που είναι φαίνεται θαυμάσια.».
Στις επιστολές του ο Κωνσταντίνος Μελάς ξεδιπλώνει με αφορμή μια σειρά από αναφορές του την πίστη του σε έναν καλύτερο κόσμο. Σε ένα κόσμο όπου κανείς μπορεί να σέβεται και να δίνει χάρη στον αντίπαλο. «Μόλις έδωσα χάρη σ’ έναν Τούρκο. Ήρθε η γυναίκα του κρατώντας από το χέρι έναν γλυκύτατο μικρό Ιμπραχίμ, σαν τον Λέοντά μου. Δεν το παίρνω απόφαση να είμαι σκληρός, ίσως νάναι καλύτερα».
Πιστεύει στην ανάγκη του αγώνα για τη λευτεριά αλλά σχεδιάζει μέσα από το καμίνι του πολέμου το αύριο που θα τον ακολουθήσει: «Φαντάσου ότι φοράω την ίδια στολή που είχα όταν ανεχώρησα και δεν σκοπεύω να ράψω καινούργια γιατί είμαι αποφασισμένος να παραιτηθώ μετά τον πόλεμο για να δικαιούμαι συντάξεως.». Κι η επωδός «Ας ελπίσουμε ότι η ειρήνη θα υπογραφεί σύντομα, αν δεν προκύψουν επιπλοκές.».
Οι επιστολές σταματούν. Ο Κωνσταντίνος Μελάς φεύγει για το μέτωπο της μάχης του Κλαπάδου. Πρωταγωνιστεί στην παράδοση του νησιού στον Ελληνικό Στρατό και επιστρέφει. Γράφει στις 12 Δεκεμβρίου: «Είχα την τύχη να μην τραυματιστώ. Δυο φορές εκτέθηκα στα πυρά των Τούρκων ευτυχώς χωρίς να πάθω τίποτα. Με μεγάλη λύπη είδα ένα ναυτάκι να πέφτει δίπλα μου, με σφαίρα στο κεφάλι. Είχα την τιμή να συντάξω με άλλον έναν αξιωματικό, το πρωτόκολλο της παράδοσης του τουρκικού στρατού.».
Κι η ευγένεια του χαρακτήρα του, το ήθος και όχι μόνο το στρατιωτικό προς τον ηττημένο αντίπαλο. «Η παράδοση υπογράφηκε σε μια ερειπωμένη καλύβα, και μετά ανεβήκαμε στο χωριό Κλαπάδο όπου βρισκόταν ο διοικητής Ghani Bey. Ήταν πολύ θλιβερό και προσπαθήσαμε και οι δυο να του διευκολύνουμε όσο γινόταν την τρομερή αυτή στιγμή. 1330 στρατιώτες παρέδωσαν τα όπλα τους και πάρα πολλά πυρομαχικά. Επιτέλους τελείωσαν όλα και είμαι ενθουσιασμένος που να βρίσκουμαι κάτω από μια στέγη διότι αυτές οι νύχτες κρύες και υγρές, χωρίς να δικαιούσαι να ανάψεις φωτιά είναι φρικτές τον Δεκέμβριο.
Ο μουσαμάς με έσωσε μια νύχτα που χωρίς αντίσκηνο βρέθηκα επί μισή ώρα ξαπλωμένος υπό βροχή, τον έριξα πάνω μου και γλύτωσα ένα κακό κρυολόγημα. Τα Γιάννινα είναι συνεχώς στις σκέψεις μου, θα είναι πολύ δύσκολα να τα καταλάβουν. Πότε θα τελειώσει αυτός ο πόλεμος;».
Και ξανά στις 16 Δεκεμβρίου προς τη γυναίκα του Αλεξάνδρα που υπηρετεί στο στρατιωτικό νοσοκομείο των Ιωαννίνων, γράφει υπερασπιζόμενος την ιδανική κατ αυτόν κοινωνία των αρίστων στην οποία πίστεψε σε όλη τη διάρκεια της ζωής του: «Πότε θα τελειώσουν επιτέλους όλα αυτά; Βλέποντας πόσο υποφέρουν οι καημένοι συμπατριώτες μας στην Ήπειρο, ντρέπουμαι για την γκρίνια που κάνω τώρα, με διόρισαν φρούραρχον της Μυτιλήνης και στρατιωτικό Διοικητή διορίσανε έναν γέρο ξαναμωραμένο συνταγματάρχη σε αποστρατεία εδώ και χρόνια. Έτσι φορτώνομαι και την δική του δουλειά. Είμαι αποφασισμένος μόλις τελειώσει ο πόλεμος με το καλό να παραιτηθώ. Δεν θέλω πια να’χω τίποτα να κάνω με κρατικές υπηρεσίες, παραείναι βρώμικα.».
Και πιο κάτω αναφέρει: «Η εκστρατεία στην ενδοχώρα μου έκανε πολύ καλό παρόλο το αφόρητο ψύχος και την υγρασία. Δεν μπορέσαμε να ανάψουμε φωτιά από την στιγμή που ήλθαμε σε επαφή με τον εχθρό. Δυο φορές εκτέθηκα σε τούρκικες σφαίρες. Την πρώτη αρκετά κοντά και λίγο προς τα πίσω ένα από τα ναυτάκια μου σκοτώθηκε με μια σφαίρα στο κεφάλι. Την δεύτερη, είχα αναλάβει το πρόσταγμα της πυροβολαρχίας και μόλις που ειχαμε τοποθετήσει τα πυροβόλα, οι Τούρκοι αρχίσαν να μας πυροβολούνε μετά μανίας, ανταπαντήσαμε και τους διώξαμε.
Διαπραγματεύθηκα τους όρους της παράδοσης των Τούρκων, καθώς με είχε χρίσει αντιπρόσωπός του ο συνταγματάρχης μαζί με τον αξιωματικό του επιτελείου Βερνάρδο. Ήταν πολύ ενδιαφέρον. Κάποια στιγμή αφού είχαν υπογραφεί τα πρωτόκολλα, οι Τούρκοι μας καλέσαν να ανεβούμε στον Κλαπάδο, το άντρον τους. Όσο ανεβαίναμε την τραχειά πλαγιά σκεφτόμουν ότι ήταν τρέλα να δείξουμε τέτοια εμπιστοσύνη, αλλά δεν κλονιστήκαμε.Ήταν ειλικρινείς και η μόνη τους επιθυμία ήταν να παραδοθούν, τα πολυβόλα μας τους είχαν τρομάξει.».
Ξανά και ξανά για την ειρήνη. Σε κάθε επιστολή του και μια αναφορά στην ανάγκη της και στις χαρές της:
«Επίσημες ειδήσεις που μας ήλθαν από το Αϊβαλί λένε ότι συμφωνήσανε οι αντιπρόσωποι της Τουρκίας και των Βαλκανίων στα περισσότερα σημεία. Ισως να πλησιάζει η ειρήνη. Πόσο ανυπομονώ να τελειώσουν όλα, να ελευθερωθώ. Τι ελεεινά είναι όσα υποκρύπτονται σ’ αυτόν τον πόλεμο. Τι δουλειά θα χρειαστεί για να γίνουμε ένα πολιτισμένο και οργανωμένο έθνος.
Έχουμε όλα τα αναγκαία για να γίνουμε, η ευσυνειδησία μας λείπει.». Λίγες μέρες μετά: «Μόνον η υπόθεση των Ιωαννίνων είναι πολύ θλιβερή, πόσος θάνατος.» Λίγες μέρες μετά τα Χριστούγεννα: «Ελπίζω σύντομα να υπογραφεί η ειρήνη αρκετό αίμα έχει χυθεί.» γράφει.Ταυτόχρονα η απόλυτη συμπάθεια στις δύσκολες στιγμές ενός εκάστου των υφισταμένων του.
Στις 2 Ιανουαρίου 2013 γράφει στη σύζυγο του: «Μέχρι τις 9.30 προσπαθούσαμε με τον Παπαδάκη να συγκεντρώσουμε τους ναύτες που λόγω της αμέλειας ενός αξιωματικού (που τιμώρησα με φυλάκιση 8 ημερών για μποναμά) είχαν αποδράσει από τον στρατώνα.». Και πιο κάτω: «Είθε να τελειώσουν όλα. Νέα δεν έχουμε κι ελπίζουμε να έλθει σήμερα το πλοίο. Θεέ μου ας τελειώσουν όλα κατ’ ευχήν και δεν πειράζει αν καθυστερήσει. Εδώ χάσαμε από λάθος ενός ιατρού έναν συμπαθέστατο Κρητικό δικηγόρο από το Ρέθυμνο, εθελοντής με ένα τραύμα Martini στο χέρι. Δηλητηριάστηκε το αίμα του.».
Ο Κωνσταντίνος Μελάς εισπράττει κατά την παρουσία του στη Μυτιλήνη και την επιβράβευση των πράξεων του από το λαό του νησιού. Χαίρεται για αυτήν. Και περήφανα τη μοιράζεται: «Την ώρα που σου γράφω είναι κάτι κοριτσάκια στο διπλανό σπίτι που τραγουδάνε ένα λαϊκό τοπικό τραγούδι όπου υπάρχουν οι εξής στίχοι:
«Ζήτω και τον Μελά μας
Το καμάρι κι η χαρά μας»
Βλέπεις ότι έχω αποθανατισθεί.» γράφει στις 18 Ιανουαρίου στη σύζυγο του.
Και ξανά: «Πότε θα τελειώσει αυτός ο πόλεμος»...