
Ορόσημο στην εξέλιξη του Ανθρώπου και στην κοινωνική και πολιτισμική του ανάπτυξη αποτέλεσε η μετάβασή του στην Γεωργία. Ήδη, από την πρώιμη εκείνη περίοδο, οι άνθρωποι επέλεγαν φυτά και σπόρουςμε κριτήριο κάποια «επιθυμητά» χαρακτηριστικά.Προέκυψαν, έτσι, από τους γεωργούς που είναι οι πρωταρχικοί βελτιωτές, παραδοσιακές, τοπικές ποικιλίες προσαρμοσμένες στις ανάγκες και το κλίμα κάθε τόπου.
Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η εντατικοποίηση της παραγωγής και οι τεχνολογικές ανακαλύψεις οδήγησαν σε ριζικές αλλαγές. Οι γεωργοί, από αυτόνομοι διαχειριστές των πόρων τους, μετατράπηκαν σε εξαρτώμενους καταναλωτές εταιρικών σπόρων και σκευασμάτων. Οι εμπορικές ποικιλίες, περιορισμένες σε αριθμό και γενετική ποικιλότητα, απευθυνόμενες στο μεγαλύτερο δυνατό αριθμό γεωργών-αγοραστών δεν είναι προσαρμοσμένες στις τοπικές συνθήκες, δεν εξελίσσονται στην πάροδο του χρόνου και απαιτούν σημαντικές ποσότητες νερού άρδευσης, λιπασμάτων και φυτοφάρμακων για να συνεχίσουν να αποδίδουν. Η πρακτική αυτή έχει οδηγήσει σε υποβάθμιση της γονιμότητας των εδαφών και της απόδοσής τους, αύξηση του κόστους παραγωγής και περιβαλλοντική ρύπανση.
Η «αναγεννητική γεωργία» και η «βιολογική γεωργία» έρχονται να απαντήσουν όχι μόνο στην ανάγκη για πιο υγιεινά προϊόντα αλλά και στην ανάγκη για την ανάπτυξη γεωργικών πρακτικών με μία προσέγγιση του αγρού ως ένα οικοσύστημα και όχι σαν ένα απλό μέσο παραγωγής. Πρακτικές που επαναφέρουν την αυτονομία του παραγωγού και μειώνουν την εξάρτηση αγοράς και καταναλωτών από το ολιγοπώλιο επιχειρηματικών ομίλων διασφαλίζοντας την τροφική κυριαρχία και ασφάλεια των τοπικών συστημάτων τροφής.
Η διατήρηση τοπικών ποικιλιών είναι κομβικής σημασίας. Οργανώσεις, όπως ο «Αιγίλοπας» προσπαθούν να αναδείξουν την αξία των παραδοσιακών, τοπικών ποικιλιώνκαι την παραδοσιακή γνώση που εμπεριέχουν, να ενισχύσουν τα τοπικά συστήματα τροφίμων, οργανώνοντας ποικίλες εκδηλώσεις όπως ανταλλαγής σπόρων, ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών.