Η νέα ελαιοκομική χρονιά αποτέλεσε την αφετηρία μιας εκτενούς συζήτησης στο Ν 99 fm ανάμεσα στους δημοσιογράφους Μαρία Χατζηγεωργίου και Νίκο Μανάβη, με τον τελευταίο να μοιράζεται εμπειρία και εικόνες από τον αγροτικό κόσμο της Λέσβου. Από το ξεκίνημα της συγκομιδής έως τις καθυστερήσεις των επιδοτήσεων και την κατάσταση στην κτηνοτροφία, το ενδιαφέρον παρέμεινε στραμμένο στα ζητήματα που καίνε τους παραγωγούς του νησιού.
Ελαιόδεντρα ταλαιπωρημένα από την ανομβρία
Η κουβέντα ξεκίνησε από τα ελαιόδεντρα, που φέτος δείχνουν σημάδια κόπωσης μετά από μια δύσκολη άνοιξη χωρίς βροχές. Παρά την έγκαιρη έναρξη της περιόδου, η παραγωγή αναμένεται περιορισμένη. Οι πρώτες βροχές τέλη Σεπτεμβρίου και αρχές Οκτωβρίου βελτίωσαν αισθητά την εικόνα των ελαιώνων, ωστόσο οι ζημιές από την ανομβρία και τις υψηλές θερμοκρασίες είναι εμφανείς. Όπως επισημάνθηκε, η φετινή χρονιά είναι περισσότερο ευκαιρία για περιποίηση των ελαιώνων, για κλάδεμα και προετοιμασία της γης, ώστε η επόμενη περίοδος να βρει τα δέντρα σε καλύτερη κατάσταση.
Μικρή παραγωγή και τιμές ελαιολάδου
Οι εκτιμήσεις για τη φετινή παραγωγή ελαιολάδου στη Λέσβο κινούνται σε χαμηλά επίπεδα — γύρω στους 2.500 με 3.000 τόνους. Πρόκειται ουσιαστικά για ποσότητα που μόλις και μετά βίας θα καλύψει τις ανάγκες του νησιού. Όπως ειπώθηκε, «θα βάλουμε το λάδι μας, κι αν φτάσει». Σε αρκετές περιοχές τα ελαιοτριβεία ενδέχεται να λειτουργήσουν για μικρό χρονικό διάστημα ή και καθόλου, αφού η συγκομιδή είναι μικρή και το κόστος λειτουργίας υψηλό.
Οι τιμές του ελαιολάδου αποτέλεσαν επόμενο σημείο της συζήτησης. Δεν υπάρχει ακόμη σαφής εικόνα στην αγορά της Λέσβου, καθώς οι συνεταιρισμοί δεν έχουν ανακοινώσει τιμοκαταλόγους. Οι πρώτες ενδείξεις, ωστόσο, προκύπτουν από τις δημοπρασίες στη Λακωνία, όπου εξαιρετικής ποιότητας αγουρέλαια της ποικιλίας Αθηνολιά πουλήθηκαν στα 7,85 ευρώ το κιλό, έναντι 10,40 ευρώ την ίδια εποχή πέρυσι. Η επισήμανση ήταν ξεκάθαρη: πρόκειται για τιμή καλή μεν, αλλά όχι εντυπωσιακή, και σε κάθε περίπτωση δύσκολα θα δούμε ανάλογα νούμερα στη Λέσβο. Επισημάνθηκε επίσης ότι οι παραγωγοί του νησιού θα μπορούσαν να πετύχουν καλύτερες αποδόσεις εάν υπήρχε συνεργασία και συντονισμός μεταξύ συνεταιρισμών, ώστε να αποφεύγεται η πώληση του λαδιού σε ασυντόνιστες και πρόχειρες συμφωνίες.
Επιδοτήσεις και ΟΠΕΚΕΠΕ
Η συζήτηση πέρασε έπειτα στο κρίσιμο θέμα των επιδοτήσεων του ΟΠΕΚΕΠΕ, που παραδοσιακά καταβάλλονται στα τέλη Οκτωβρίου. Φέτος, όμως, οι ενδείξεις είναι αποθαρρυντικές. Όπως τονίστηκε, τίποτα δεν δείχνει ότι οι πληρωμές της προκαταβολής της ενιαίας ενίσχυσης θα πραγματοποιηθούν εγκαίρως. Υπάρχουν καθυστερήσεις από την περσινή χρονιά, εκκρεμότητες σε βιοκαλλιεργητές και οικολογικά σχήματα, ενώ τα συστήματα του Οργανισμού φαίνεται να μην είναι έτοιμα για μαζικές εκκαθαρίσεις. Αυτό σημαίνει ότι περίπου 500 εκατομμύρια ευρώ, που συνήθως πέφτουν στην αγορά κάθε φθινόπωρο, δεν θα διοχετευθούν στην πραγματική οικονομία. Οι συνέπειες, όπως ειπώθηκε, θα είναι διπλές, αφενός οι αγρότες θα βρεθούν χωρίς ρευστότητα και θα πιεστούν να πουλήσουν τα προϊόντα τους σε χαμηλότερες τιμές, αφετέρου θα επηρεαστούν αρνητικά όλες οι συναφείς δραστηριότητες — από τα καταστήματα αγροεφοδίων και τους συνεταιρισμούς έως τις επιχειρήσεις ζωοτροφών.
Νέα δεδομένα στην κτηνοτροφία
Η εικόνα, ωστόσο, είναι πιο θετική στον τομέα της κτηνοτροφίας. Παρά τα χρόνια προβλήματα, η Λέσβος φαίνεται να ενισχύει τον ζωικό της πληθυσμό και να προσελκύει σημαντικές επενδύσεις. Η λειτουργία νέων τυροκομείων από συνεταιρισμούς, όπως του Μεσοτόπου και της Πέτρας, αλλά και η εξαγγελία της μεγάλης γαλακτοβιομηχανίας Όλυμπος για μονάδα στην Αγία Παρασκευή, με δυνατότητα επεξεργασίας έως και 200 τόνων γάλα ημερησίως, δημιουργούν νέα δεδομένα. Στο νησί δραστηριοποιούνται πλέον και ιδιωτικές μονάδες που εκσυγχρονίζουν την παραγωγή τους, ενώ παράλληλα εξελίσσονται επενδύσεις και στον τομέα του κρέατος, με νέα σφαγεία και επιχειρηματικό ενδιαφέρον από την ηπειρωτική Ελλάδα.
Η αισιοδοξία, πάντως, δεν σημαίνει αυτόματη άνοδο τιμών στο γάλα. Όπως σχολιάστηκε, η έλλειψη συντονισμού μεταξύ των συνεταιρισμών και η πολυδιάσπαση της προσφοράς παραμένουν αδύναμοι κρίκοι, που δεν επιτρέπουν στους παραγωγούς να πετύχουν τις τιμές που δικαιούνται. «Δεν αρκεί να αυξηθεί η ζήτηση για να ανέβει η τιμή. Χρειάζεται οργάνωση και κοινή στρατηγική», ειπώθηκε χαρακτηριστικά.
Το τελευταίο μέρος της συζήτησης επικεντρώθηκε στις ζωονόσους που απειλούν τη νησιωτική κτηνοτροφία. Μέχρι στιγμής, η Λέσβος παραμένει απαλλαγμένη από κρούσματα ευλογιάς και καταρροϊκού πυρετού, ωστόσο ο κίνδυνος παραμένει υπαρκτός, καθώς οι ασθένειες έχουν κάνει την εμφάνισή τους στην ηπειρωτική Ελλάδα και στα μικρασιατικά παράλια. Τονίστηκε η ανάγκη ενίσχυσης των κτηνιατρικών υπηρεσιών με προσωπικό και μέσα, καθώς και η δημιουργία ενός εθνικού επιστημονικού οργάνου που θα παρακολουθεί τις εξελίξεις, θα καθοδηγεί και θα συντονίζει τις ενέργειες σε περιπτώσεις κρίσης.