Με ρυθμό 1,7% αναπτύχθηκε η ελληνική οικονομία το δεύτερο τρίμηνο του 2025 σε ετήσια βάση, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία που ανακοίνωσε σήμερα η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) για το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν. Σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του έτους, η αύξηση περιορίστηκε στο 0,6%, αποτυπώνοντας τάσεις επιβράδυνσης της δυναμικής της ανάπτυξης.
Η ανάλυση των δεδομένων δείχνει ότι η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη κατέγραψε οριακή υποχώρηση 0,1%, καθώς οι δαπάνες των νοικοκυριών κινήθηκαν πτωτικά, αντανακλώντας πιέσεις στο διαθέσιμο εισόδημα.
Αντίθετα, οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου σημείωσαν ισχυρή αύξηση 7,4%, ενώ οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών ενισχύθηκαν κατά 1,3%. Η εικόνα διαφοροποιείται ανά κατηγορία, με τις υπηρεσίες να αυξάνονται 2,6% και τα αγαθά να παραμένουν σχεδόν στάσιμα. Στον αντίποδα, οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 0,9%, κυρίως λόγω πτώσης 2% στις εισαγωγές υπηρεσιών.
Σε ετήσια σύγκριση, η αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,7% αποδίδεται κυρίως στη βελτίωση της εγχώριας ζήτησης και στην ενίσχυση των επενδύσεων. Η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε 1,0%, ενώ οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου κινήθηκαν ανοδικά κατά 6,5%. Θετική ήταν και η συμβολή του εξωτερικού τομέα, καθώς οι εξαγωγές αυξήθηκαν 1,9% και οι εισαγωγές μειώθηκαν 3,2%, βελτιώνοντας το εμπορικό ισοζύγιο.
Ωστόσο, οι εξαγωγές αγαθών εμφάνισαν αρνητικές επιδόσεις τόσο σε τριμηνιαία όσο και σε ετήσια βάση (-0,03% και -1,1% αντίστοιχα), περιορίζοντας τη συνολική συμβολή των εξαγωγών. Η πτώση των εισαγωγών, αν και ενισχύει το ισοζύγιο, αντανακλά εξασθένιση της εγχώριας ζήτησης, στοιχείο που εντείνει τις ανησυχίες για τις προοπτικές της ανάπτυξης στο δεύτερο εξάμηνο του έτους.