Η κτηνοτροφία στα νησιά του Βορείου Αιγαίου βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πολλαπλή υγειονομική απειλή. Από τη μια πλευρά, ο αφθώδης πυρετός, που ενδημεί στα τουρκικά παράλια, εξακολουθεί να αποτελεί μόνιμο κίνδυνο μετάδοσης προς τα ελληνικά νησιά λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας και της έντονης κινητικότητας ανθρώπων στην περιοχή. Η νόσος είναι εξαιρετικά μεταδοτική και η εμφάνισή της θα είχε καταστροφικές συνέπειες για την παραγωγή γάλακτος και κρέατος, αλλά και για τις εξαγωγές ζωικών προϊόντων.
Την ίδια ώρα, βρίσκεται σε εξέλιξη η επιζωοτία της ευλογιάς των προβάτων στην ηπειρωτική Ελλάδα, με τον κίνδυνο εξάπλωσης να παραμένει υψηλός. Η ευλογιά μπορεί να αποδεκατίσει κοπάδια, πλήττοντας καίρια τη Λέσβο και τη Λήμνο, όπου η αιγοπροβατοτροφία αποτελεί βασικό παραγωγικό πυλώνα.
Σε αυτά προστίθεται ο καταρροϊκός πυρετός, για τον οποίο το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων εξέδωσε νέα εγκύκλιο. Σύμφωνα με τα στοιχεία, από τις 4 Ιουλίου έως τις 14 Αυγούστου έχουν επιβεβαιωθεί 36 νέες εστίες σε πέντε περιφέρειες: Κεντρική και Δυτική Μακεδονία, Ήπειρο, Στερεά Ελλάδα και Ανατολική Μακεδονία – Θράκη. Συγκεκριμένα, οι εστίες καταγράφονται σε Καστοριά (6), Φλώρινα (4), Κοζάνη (6), Πιερία (4), Δράμα (4), Καβάλα (1), Ιωάννινα (1), Ευρυτανία (2) και Γρεβενά (8).
Η εξέλιξη των επιζωοτιών στην Ελλάδα την τελευταία διετία, οι εστίες σε γειτονικές χώρες (Αλβανία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Τουρκία), αλλά και στις χώρες της Ε.Ε. δείχνουν ξεκάθαρα ότι δεν πρόκειται για ένα παροδικό φαινόμενο. Αντίθετα, οι επιζωοτίες ήρθαν για να μείνουν, μόνιμα ή τουλάχιστον για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Ήδη οι επιπτώσεις τους είναι σοβαρές και τα επόμενα χρόνια αναμένεται να ενταθούν.
Κατά τη διάρκεια του φετινού καλοκαιριού είδαμε να οδηγούνται σε θανάτωση κοπάδια προβάτων σε επαγγελματική κτηνοτροφική μονάδα που τηρούσε με σχολαστικό τρόπο τα μέτρα βιοασφάλειας. Το περιστατικό αυτό δείχνει πόσο μεγάλος είναι ο κίνδυνος για τα κοπάδια σε όλη τη χώρα, όχι μόνο στην ηπειρωτική Ελλάδα. Τις προηγούμενες ημέρες, το Διαδημοτικό Λιμενικό Ταμείο Λέσβου ανακοίνωσε ότι προχωρά στη λήψη προληπτικών μέτρων βιοασφάλειας σε μια προσπάθεια να μειωθεί ο κίνδυνος μετάδοσης ζωονόσων στα κοπάδια του νησιού.
Είναι αυτονόητο ότι οι κτηνοτρόφοι οφείλουν να τηρούν μέτρα βιοασφάλειας για τις μονάδες τους. Ωστόσο, είναι πλέον σαφές ότι αυτά τα μέτρα από μόνα τους δεν αρκούν. Οι υποστελεχωμένες κτηνιατρικές υπηρεσίες αδυνατούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες που δημιουργούν οι επιζωοτίες. Όσες ηρωικές προσπάθειες κι αν γίνονται, αν δεν υπάρξει ουσιαστική στελέχωση των υπηρεσιών και αν δεν εφαρμοστούν αυστηρά πρωτόκολλα βιοασφάλειας σε κάθε στάδιο της παραγωγικής διαδικασίας, δεν πρόκειται να επιτευχθεί ουσιαστική ανάσχεση.
Μαζί με τη στελέχωση των υπηρεσιών απαιτείται εκπαίδευση των κτηνοτρόφων, αλλά και όσων δραστηριοποιούνται στην παραγωγή και εμπορία ζωοτροφών, καθώς και στην επεξεργασία του γάλακτος και του κρέατος. Επιπλέον, πρέπει να υπάρχει πλήρης έλεγχος των μετακινήσεων ζώντων ζώων.
Η καταστροφή κτηνοτροφικών μονάδων από επιζωοτίες σημαίνει ότι χάνουν το εισόδημά τους οι κτηνοτρόφοι και οι οικογένειές τους. Μαζί με αυτούς, χάνουν πρώτη ύλη οι τυροκομικές και γαλακτοπαραγωγικές μονάδες. Επίσης, χάνουν πελάτες οι παραγωγοί και οι έμποροι ζωοτροφών, ενώ ζημιά υφίστανται και οι κτηνίατροι και οι προμηθευτές εφοδίων για τις κτηνοτροφικές μονάδες. Με λίγα λόγια, διαρρηγνύεται μια ολόκληρη παραγωγική αλυσίδα, προκαλώντας τεράστια ζημιά στις τοπικές οικονομίες των περιοχών που πλήττονται.
Η αναστροφή των επιπτώσεων, όσο μεγάλες κι αν είναι οι αποζημιώσεις, απαιτεί πολλά χρόνια. Στις νησιωτικές περιοχές οι συνέπειες είναι ακόμη πιο βαριές, καθώς η ανάκαμψη είναι πολύ πιο δύσκολη.