ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Απειλείται η ελευθερία ανταλλαγής σπόρων μεταξύ αγροτών
Προβληματισμός για τη βιοποικιλότητα και τη διατροφική ελευθερία. Σιγή ιχθύος ως σήμερα από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων της Ελλάδας
Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΜΑΝΑΒΗΣ Δημοσίευση 15/7/2025

Από τις απαρχές της γεωργίας, οι αγρότες αντάλλασσαν σπόρους ως μέσο βελτίωσης των καλλιεργειών τους και διατήρησης της γεωργικής παράδοσης. Αυτή η αρχέγονη πρακτική, ωστόσο, φαίνεται να μπαίνει στο στόχαστρο νομοθετικών παρεμβάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, γεγονός που προκαλεί ανησυχία σε επιστήμονες, καλλιεργητές και οργανώσεις που ασχολούνται με τη διατήρηση της βιοποικιλότητας.
Σύμφωνα με τη γεωπόνο Ραλλού Τσίγγου, μέλος του ΑΙΓΙΛΟΠΑ (Δίκτυο για τη βιοποικιλότητα και την οικολογική γεωργία), η πρόταση κανονισμού που εξετάζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο ανοίγει τον δρόμο για τον περιορισμό ή ακόμα και την απαγόρευση της ανταλλαγής σπόρων μεταξύ αγροτών. Μιλώντας στο ραδιοφωνικό σταθμό 99 fm ΣΤΟΝΗΣΙ και την εκπομπή «Το τεφτέρι του μανάβη», χαρακτήρισε την απειλή αυτή «πραγματική και σοβαρή», υπογραμμίζοντας ότι το δικαίωμα των αγροτών να κρατούν και να ανταλλάσσουν σπόρους είναι θεμελιώδες για τη διατροφική κυριαρχία, τη γεωργική ανθεκτικότητα και τη διατήρηση της αγροβιοποικιλότητας.
Όπως εξηγεί, η αρχική πρόταση του κανονισμού προέβλεπε μεν τη δυνατότητα ανταλλαγής σπόρων μεταξύ γεωργών υπό ορισμένες προϋποθέσεις – π.χ. να είναι απαλλαγμένοι από ασθένειες, να έχουν βλαστικότητα, να προέρχονται από τη δική τους παραγωγή και να διακινούνται σε τοπικό επίπεδο και σε μικρές ποσότητες. Ωστόσο, σε πρόσφατη αναθεωρημένη πρόταση που παρουσίασε η πολωνική προεδρία στο Συμβούλιο Υπουργών, το άρθρο που εξασφάλιζε την ελευθερία αυτής της «in kind» ανταλλαγής σπόρων διαγράφηκε, ενώ παράλληλα η έννοια του «επαγγελματία» διευρύνθηκε, περιλαμβάνοντας και τους ίδιους τους αγρότες. Αυτό, όπως σημειώνει η κ. Τσίγγου, οδηγεί στην εξίσωση των αγροτών με τις εταιρείες σποροπαραγωγής, ανοίγοντας τον δρόμο για επιβολή ίδιων περιορισμών και γραφειοκρατικών απαιτήσεων.
«Η ανταλλαγή σπόρων δεν είναι εμπόριο, είναι πολιτισμός», τονίζει η γεωπόνος, σημειώνοντας ότι οι παραδοσιακές ποικιλίες που διατηρούνται μέσω αυτής της πρακτικής δεν έχουν εμπορικό ενδιαφέρον, αλλά τεράστια αξία για τη γεωργική ανθεκτικότητα, την έρευνα και τη διατροφή. Στην Ελλάδα, η απομάκρυνση από την πρακτική διατήρησης σπόρων έχει οδηγήσει σε απώλεια τοπικών ποικιλιών και εξάρτηση από εισαγόμενους σπόρους, οι οποίοι δεν είναι πάντα προσαρμοσμένοι στις ελληνικές συνθήκες.
Παράλληλα, τίθεται θέμα δημοκρατίας και δικαιωμάτων των αγροτών. Η κ.Τσίγγου υπενθυμίζει πως διεθνείς συνθήκες, όπως εκείνη του FAO, αναγνωρίζουν τον αγρότη όχι απλώς ως παραγωγό, αλλά και ως βελτιωτή φυτικού γενετικού υλικού. «Όσοι κρατούν και αναπαράγουν τους σπόρους τους είναι αυτοί που συντηρούν την αγροβιοποικιλότητα. Είναι οι άνθρωποι από τους οποίους μπορούμε να αντλήσουμε γενετικό υλικό για το μέλλον», λέει χαρακτηριστικά.
Όπως είπε η κ.Τσίγγου, το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης δεν έχει ακόμα διαμορφώσει σαφή θέση για τον κανονισμό, ενώ δεν τοποθετήθηκε ούτε στην τελευταία συνεδρίαση του Συμβουλίου Υπουργών. Ο ΑΙΓΙΛΟΠΑΣ έχει αποστείλει ανοιχτή επιστολή, ζητώντας να ξεκαθαρίσει η ελληνική στάση σχετικά με το δικαίωμα ανταλλαγής σπόρων και τη σήμανση και ιχνηλασιμότητα προϊόντων που προέρχονται από νέες γονιδιωματικές τεχνικές, χωρίς όμως ανταπόκριση.
Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο σύνθετη στην περίπτωση της βιολογικής γεωργίας. Η Ελλάδα δεν παράγει πιστοποιημένο βιολογικό σπόρο, παρά τις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις για 100% χρήση τέτοιου σπόρου έως το 2030. Κάθε χρόνο εκδίδονται ολοένα και περισσότερες παρεκκλίσεις, με αποτέλεσμα η χώρα να παραμένει εξαρτημένη από συμβατικούς σπόρους και εισαγωγές. Επιπλέον, δεν έχουν ακόμα εκδοθεί οι απαραίτητες λεπτομέρειες εφαρμογής του ισχύοντος κανονισμού για τη βιολογική γεωργία (2018/848), γεγονός που καθυστερεί την ανάπτυξη ενός βιώσιμου πλαισίου για τη σποροπαραγωγή.
Όπως καταλήγει η κ. Τσίγγου, το θέμα δεν είναι τεχνικό αλλά βαθιά πολιτικό. Αν η ανταλλαγή σπόρων απαγορευτεί ή περιοριστεί υπερβολικά, το πλήγμα δεν θα είναι μόνο για τους αγρότες, αλλά για ολόκληρο το αγροδιατροφικό σύστημα, τη βιοποικιλότητα και το δικαίωμα των τοπικών κοινωνιών να αποφασίζουν για τη γεωργία και τη διατροφή τους. Οι παραδοσιακές ποικιλίες, όπως το ατζούρι ή το ξυλάγγουρο, κινδυνεύουν να εξαφανιστούν, μαζί με έναν ολόκληρο πολιτισμό σποροδιατήρησης που μεταβιβαζόταν από γενιά σε γενιά.
Δείτε όλη την συνέντευξη εδώ: