Φυγή προς τα μπρος επιχειρεί η κυβέρνηση
Αλλά η άσκηση αγροτικής πολιτικής χωρίς ουσιαστικά εργαλεία και χωρίς κατανόηση των αιτιών της πρώτης αποτυχίας θα οδηγήσει σε νέα μεγαλύτερα αδιέξοδα
Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΜΑΝΑΒΗΣ Δημοσίευση 14/7/2025

Παρελθόν αποτελεί από την ηγεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης ο Κωνσταντίνος Μπαγινέτας, καθώς σήμερα, Δευτέρα 14 Ιουλίου, ανακοινώθηκε πως νέος Γενικός Γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων αναλαμβάνει ο Αντώνης Φιλιππής. Ο κ. Μπαγινέτας βρισκόταν στη θέση αυτή επί έξι χρόνια. Ήταν ο άνθρωπος που σχεδίασε την τρέχουσα ΚΑΠ και είχε την ευθύνη για τις διαπραγματεύσεις που έκανε η ελληνική κυβέρνηση το 2019.
Φυσικά, δεν εφάρμοζε δικές του πολιτικές, αλλά τον κυβερνητικό σχεδιασμό για τον αγροτικό τομέα. Ωστόσο, με μεγάλη καθυστέρηση, του χρεώθηκαν πολλά.
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι η τοποθέτηση της Αργυρώς Ζέρβα στη θέση της Γραμματέως Ενωσιακών Πόρων και Υποδομών. Τη θέση αυτή κατείχε ο Δημήτρης Παπαγιαννίδης, ένας άνθρωπος που γνώριζε πολύ καλά το αντικείμενο και είχε τεράστια πείρα. Προφανώς, στον κ. Παπαγιαννίδη χρεώθηκαν διάφορες αποτυχίες, όπως είναι η περίπτωση των προγραμμάτων βιολογικής κτηνοτροφίας και μελισσοκομίας, των νέων αγροτών και άλλων.
Οι αλλαγές στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, σε αυτή τη φάση, ολοκληρώνονται με την τοποθέτηση του Σπύρου Πρωτοψάλτη στη θέση του Γενικού Γραμματέα Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Οι παραπάνω αλλαγές προσώπων αποτελούν τη δεύτερη φάση. Είχε προηγηθεί η αντικατάσταση του Διονύση Σταμενίτη με τον Ιωάννη Ανδριανό, καθώς και η απομάκρυνση (σε κομματικό επίπεδο) του Ανδρέα Καρασαρίνη από τη θέση του Γραμματέα Αγροτικών Φορέων της Ν.Δ.
Όλες οι παραπάνω αλλαγές θα μπορούσαν να ερμηνευτούν πολιτικά ως ομολογία αποτυχίας. Ωστόσο, φαίνεται πως στο Μέγαρο Μαξίμου έχουν αντιληφθεί ότι η κυβερνητική πολιτική για τον πρωτογενή τομέα προσέκρουσε σε τοίχο όχι στο επίπεδο της διαχείρισης, αλλά στην ουσία της. Οι μικρομεσαίοι αγρότες φτωχοποιούνται, αλλά δεν δημιουργούνται νέες, μεγάλες, δυναμικές αγροτικές εκμεταλλεύσεις. Ή, όπου προχωρά αυτός ο σχεδιασμός, οδηγεί σε πενιχρά αποτελέσματα.
Έτσι, στο περιθώριο του σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ, η κυβέρνηση επιλέγει να αλλάξει την αγροτική της πολιτική. Κινούμενη πάντα στη σταθερή νεοφιλελεύθερη γραμμή της, το πιθανότερο είναι πως θα επιδιώξει να επιταχύνει την εφαρμογή του σχεδιασμού της. Δηλαδή, γρήγορο ξεκαθάρισμα των μικρών αγροτών και δημιουργία μεγάλων αγροτικών εκμεταλλεύσεων πάση θυσία.
Πέρα από τις ευθύνες και τις αποτυχίες που μπορούν να χρεωθούν σε πρόσωπα και καταστάσεις, η αγροτική πολιτική της κυβέρνησης απέτυχε γιατί, πολύ απλά, τα πράγματα στην πρωτογενή παραγωγή δεν κινούνται με τους ρυθμούς που κινούνται οι άλλοι παραγωγικοί κλάδοι. Αλλά και γιατί λείπουν τα εργαλεία άσκησης πολιτικής. Για παράδειγμα, είναι αστείο να πιστεύει κανείς πως θα υπάρξει αγροτική ανάπτυξη στη χώρα χωρίς Αγροτική Τράπεζα και χωρίς συνεταιριστικές οργανώσεις που να απαντούν στις προκλήσεις της εποχής.
Αντί η κυβέρνηση να επιμένει να αντιγράφει αποτυχημένα μοντέλα ανάπτυξης της αγροτικής παραγωγής, είναι προτιμότερο να βγει και να μιλήσει τίμια και ξεκάθαρα με τους αγρότες. Κυρίως, όμως, πρέπει να τους ακούσει και να βάλει στην άκρη τα στερεότυπα με τα οποία σχεδιάζει την πολιτική της. Τότε ναι, η δήλωση του Πρωθυπουργού περί αποτυχίας θα έχει νόημα και δεν θα είναι απλά ένα ακόμα επικοινωνιακό τρικ.