Ακτινογραφία των καλλιεργειών κηπευτικών του Βορείου Αιγαίου
Απαραίτητο βήμα για την επιβίωση η συνεργατική οργάνωση της παραγωγής και της εμπορίας των προϊόντων
Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΜΑΝΑΒΗΣ Δημοσίευση 12/7/2025

Στα 5.232 στρέμματα ανέρχονται οι καλλιέργειες κηπευτικών στα νησιά του Βορείου Αιγαίου. Από αυτές τις εκτάσεις, μόλις τα 324 στρέμματα βρίσκονται σε θερμοκήπια. Δηλαδή, τα θερμοκήπια αντιστοιχούν μόλις στο 6,2% της συνολικής έκτασης.
Στη Λέσβο, οι καλλιεργούμενες εκτάσεις με κηπευτικά ανέρχονται σε 1.848 στρέμματα, εκ των οποίων τα 178 καταλαμβάνονται από θερμοκήπια. Συνεπώς, στη Λέσβο αντιστοιχεί το 35,32% των καλλιεργειών κηπευτικών και το 54,9% των θερμοκηπίων του Βορείου Αιγαίου.
Στη Λήμνο, καλλιεργούνται 1.586 στρέμματα με κηπευτικά, από τα οποία μόλις 36 είναι θερμοκήπια. Δηλαδή, πρόκειται για το 30,3% των εκτάσεων κηπευτικών και το 11,11% των θερμοκηπίων της περιφέρειας.
Στην Ικαρία, καλλιεργούνται κηπευτικά σε έκταση 910 στρεμμάτων, από τα οποία μόνο τα 2 βρίσκονται σε θερμοκήπια. Οι εκτάσεις αυτές αντιστοιχούν στο 17,4% των καλλιεργειών κηπευτικών και μόλις στο 0,6% των θερμοκηπίων των νησιών της Περιφέρειας.
Στη Σάμο, η καλλιέργεια κηπευτικών καταλαμβάνει 496 στρέμματα, εκ των οποίων τα 61 είναι θερμοκήπια. Συνεπώς, στη Σάμο αντιστοιχεί το 9,48% των καλλιεργειών κηπευτικών και το 18,8% των θερμοκηπίων του Βορείου Αιγαίου.
Τέλος, στη Χίο, καλλιεργούνται κηπευτικά σε έκταση 392 στρεμμάτων, από τα οποία τα 46 βρίσκονται σε θερμοκήπια. Οι εκτάσεις αυτές αντιστοιχούν στο 7,49% των καλλιεργειών κηπευτικών και το 14,19% των θερμοκηπίων της Περιφέρειας.
Οι ανάγκες των νησιών του Βορείου Αιγαίου σε κηπευτικά καλύπτονται κυρίως από εισαγωγές από την ηπειρωτική Ελλάδα. Οι τοπικές καλλιέργειες, όπως δείχνουν τα παραπάνω στοιχεία, είναι περιορισμένες και επαρκούν για την κάλυψη μόνον ενός μικρού ποσοστού της ζήτησης.
Το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι παραγωγοί κηπευτικών είναι η εμπορία των προϊόντων τους. Επιπλέον, σημαντικές δυσκολίες προκαλούν το μικρό μέγεθος των εκμεταλλεύσεων, το χαμηλό επίπεδο εκμηχάνισης και η περιορισμένη χρήση αυτοματισμών στην παραγωγή. Ιδιαίτερα σημαντική είναι και η ανάγκη για ουσιαστική επιστημονική στήριξη των επαγγελματιών παραγωγών.
Τα κηπευτικά είναι ευπαθή προϊόντα και απαιτούν άμεση διάθεση στην αγορά. Η απουσία συνεργατικών σχημάτων που να οργανώνουν την παραγωγή και να προωθούν τα προϊόντα στους τελικούς καταναλωτές, αποτελεί βασικό λόγο για τον οποίο οι καλλιέργειες αυτές δεν έχουν αναπτυχθεί στα νησιά.
Μια δυνατότητα ενίσχυσης των παραγωγών είναι η διαφοροποίηση των προϊόντων μέσω της αξιοποίησης τοπικών ποικιλιών. Για παράδειγμα, αντί να παράγονται μόνο τα κλασικά αγγούρια, θα μπορούσαν να καλλιεργούνται παράλληλα και "ατζούργια" — ένα είδος αγγουριού με διαφορετική εμφάνιση, άρωμα και γεύση.