«Δεν μπορούμε να έχουμε τον ίδιο ΦΠΑ με τη Μύκονο» λέει η Λήμνος
Στο περιθώριο της αποστολής του «Ν», συνομιλήσαμε με εκπροσώπους του Εμπορικού Συλλόγου και της Εστίασης
Γράφει η ΑΝΘΗ ΠΑΖΙΑΝΟΥ Δημοσίευση 26/5/2025

Σε μια εποχή που τα ελληνικά νησιά αναζητούν το στίγμα τους στον σύγχρονο χάρτη του τουρισμού και της τοπικής ανάπτυξης, η Λήμνος δίνει τον δικό της καθημερινό αγώνα επιβίωσης. Στο περιθώριο της αποστολής μας στο νησί, συνομιλήσαμε με τρεις ανθρώπους της τοπικής οικονομίας: την πρόεδρο του Εμπορικού Συλλόγου Λήμνου Ζηνοβία Κοντογεωργάκη, τον πρόεδρο του Συλλόγου Εστίασης Λήμνου Κώστα Κουρούμαλη και την τουριστική πράκτορα Τόνια Πραβλή. Οι μαρτυρίες τους σκιαγραφούν με σαφήνεια μια πραγματικότητα δύσκολη, με αιτήματα που παραμένουν αναπάντητα και μια αγορά που πασχίζει να κρατηθεί όρθια.
Η κ. Κοντογεωργάκη ανέλαβε πρόσφατα την προεδρία του Εμπορικού Συλλόγου Λήμνου, όμως γνωρίζει από πρώτο χέρι τα προβλήματα της αγοράς: «Είμαι λιγότερο από χρόνο πρόεδρος, αλλά ήμουν πάντα στο συμβούλιο. Ο σύλλογός μας εκπροσωπεί τα 2/3 των επιχειρήσεων του νησιού – περίπου 180 καταστήματα είναι δηλωμένα, αν και δεν λειτουργούν όλα. Πολλά κλείνουν μαζικά».
Αιτία, σύμφωνα με την ίδια, είναι η γενικευμένη ύφεση της αγοράς: «Δεν υπάρχει δουλειά. Η Λήμνος είναι μια αγορά που φθίνει. Είμαστε ξεχασμένοι και, ως έμποροι, διπλά ξεχασμένοι».
Το ακτοπλοϊκό πρόβλημα έρχεται να επιδεινώσει την ήδη δυσχερή κατάσταση: «Μας έρχονται εμπορεύματα κάθε δέκα μέρες, επειδή δεν είμαστε φαγώσιμα. Το καλοκαίρι δεν έχουμε εμπορεύματα να δουλέψουμε, και οι τουρίστες φεύγουν με άδεια χέρια».
Το δημογραφικό στοιχείο αποτελεί ακόμα έναν ανασταλτικό παράγοντα: «Είμαστε μόνο 15.000 άτομα τον χειμώνα. Είναι πολύ λίγοι για να στηρίξουν την τοπική αγορά. Τα μαγαζιά κρατιούνται στη ζωή με 1,5 καλό μήνα δουλειάς, κυρίως τον Αύγουστο».
Ιδιαίτερη έμφαση δίνει στο ζήτημα της φορολογίας: «Έχουμε ΦΠΑ 24% όπως η Κρήτη και η Μύκονος. Πληρώνουμε τα ίδια, χωρίς να έχουμε τα ίδια έσοδα ή επισκεψιμότητα. Στη Μυτιλήνη, έχετε χειμερινό πληθυσμό και τουρισμό από Τουρκία. Εμείς δεν προλαβαίνουμε καν να δουλέψουμε. Μέχρι να πούμε "ξεκινήσαμε", έχει τελειώσει η σεζόν και πρέπει να πληρώσουμε τις υποχρεώσεις μας».
Παράλληλα, η πρόεδρος καταγγέλλει καθυστερήσεις στην καταβολή επιστρεπτέων και επιδοτήσεων για τις μεταφορές: «Έχουμε αναβάλει και τις επιστρεπτέες των καραβιών, που δεν έχουν έρθει ποτέ εδώ και δύο χρόνια».
Τέλος, η στεγαστική πίεση και το ύψος των ενοικίων λειτουργούν αποτρεπτικά για την ανάπτυξη: «Τα ενοίκια είναι απαγορευτικά. Δεν γίνεται το χειμώνα, χωρίς καθόλου κόσμο, να πληρώνεις χίλια ευρώ. Είναι πολλά τα κλειστά μαγαζιά, κι ας υπάρχει ενδιαφέρον για νέες προσπάθειες».
Ο πρόεδρος του Συλλόγου Εστίασης Λήμνου, Κώστας Κουρούμαλης, επιβεβαιώνει την ανάγκη για επέκταση της τουριστικής σεζόν: «Το καλοκαίρι είμαστε γενικά ικανοποιημένοι, αλλά αυτό δεν φτάνει για να ταΐσει τις επιχειρήσεις για όλο τον χρόνο. Ο στόχος μας είναι να ανοίξει η σεζόν νωρίτερα και να κρατήσει περισσότερο».
Τον χειμώνα, η κατάσταση αλλάζει δραματικά: «Τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα και για την εστίαση και για τα καταστήματα λιανικής. Χρειαζόμαστε στήριξη για να αντέξουμε τους δύσκολους μήνες. Η τοπική κοινωνία ζητά επιτακτικά ελάφρυνση στη φορολογία, καλύτερη πρόσβαση σε χρηματοδοτήσεις και, φυσικά, πιο αξιόπιστο ακτοπλοϊκό δίκτυο. Αυτά είναι τα απολύτως βασικά για ένα νησί».
Η τουριστική πράκτορας Τόνια Πραβλή μας μετέφερε την εμπειρία της από την τουριστική αγορά: «Η μεγαλύτερη ζήτηση καταγράφεται Ιούλιο και Αύγουστο, ενώ υπάρχει κάποια βελτίωση και τον Ιούνιο και τον Σεπτέμβρη. Όμως αυτό οφείλεται κυρίως στους Έλληνες τουρίστες – η κίνηση αρχίζει μετά το κλείσιμο των σχολείων».
Το ακτοπλοϊκό, για άλλη μια φορά, βρίσκεται στο επίκεντρο της κριτικής: «Φέτος η κατάσταση ήταν δραματική. Για να σταματήσει αυτή η ανασφάλεια, πρέπει να εξασφαλίζονται μακροχρόνιες συμβάσεις στα δρομολόγια, ώστε να μπορούν οι επαγγελματίες να κάνουν προγραμματισμό. Με τις τελευταίες ανακοινώσεις για τα φετινά δρομολόγια, ευτυχώς βλέπουμε μια κινητικότητα στις κρατήσεις».
Συμπεράσματα: Μια οικονομία που κρατιέται «στο νήμα»
Η εικόνα που αναδύεται μέσα από τις τρεις συνεντεύξεις είναι κοινή: η Λήμνος, παρά την ομορφιά, την ιστορία και τις δυνατότητές της, δεν στηρίζεται επαρκώς για να διατηρήσει ζωντανή την τοπική της αγορά. Οι επιχειρηματίες ζητούν δίκαιη μεταχείριση, ίση φορολογική αντιμετώπιση, αξιόπιστες συγκοινωνίες και πολιτικές που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες ενός απομονωμένου νησιού.
Τα αιτήματα αυτά δεν είναι πολυτέλεια. Είναι όροι επιβίωσης. Και όσο δεν εισακούγονται, οι φωνές της Λήμνου θα συνεχίσουν να απευθύνονται σε μια πολιτεία που μοιάζει να ξεχνά τα νησιά της – εκτός κι αν είναι Μύκονος ή Σαντορίνη.