Σε στασιμότητα η αμπελουργία του Βορείου Αιγαίου
Λείπει ο μακρόπνοος σχεδιασμός ανάπτυξης του αμπελοοινικού κλάδου και της κουλτούρας του κρασιού
Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΜΑΝΑΒΗΣ Δημοσίευση 6/4/2025

Μόλις 28.064,3 στρέμματα καταλάμβαναν το 2024 οι αμπελώνες του Βορείου Αιγαίου, σύμφωνα με τις δηλώσεις καλλιέργειας που έκαναν οι αμπελουργοί των νησιών για την περίοδο 2023 – 2024. Παρότι τα νησιά της Περιφέρειας έχουν κλιματολογικές και γεωφυσικές συνθήκες που ευνοούν την παραγωγή εξαιρετικής ποιότητας κρασιών, η αμπελουργία των οινοποιήσιμων ποικιλιών παραμένει ένας κλάδος με εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης, σε σχέση με τους άλλους τομείς της πρωτογενούς παραγωγής. Το μεγαλύτερο μέρος των αμπελιών συναντάται στη Λήμνο και τη Σάμο, όπου κυριαρχούν οι ποικιλίες Μοσχάτο Αλεξανδρείας και Μοσχάτο Σάμου. Πολύ μικρή είναι η ανάπτυξη στη Λέσβο και ακόμη μικρότερη στη Χίο και την Ικαρία.
Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η ΚΕΟΣΟΕ τις προηγούμενες ημέρες, τα αμπελοτόπια του Βορείου Αιγαίου την περίοδο 2015/2016 ανέρχονταν σε μόλις 28.275 στρέμματα. Δηλαδή, μέσα σε μια περίοδο εννέα χρόνων, οι καλλιεργούμενες εκτάσεις μειώθηκαν κατά 211 στρέμματα.
Στο Νότιο Αιγαίο, οι αμπελώνες ανέρχονταν την περίοδο 2023 – 2024 σε 38.940 στρέμματα. Στο σύνολο της χώρας, οι αμπελώνες των οινοποιήσιμων ποικιλιών ανέρχονταν σε 649.274,6 στρέμματα. Οι αμπελώνες του Βορείου Αιγαίου αντιστοιχούν μόλις στο 4,32% των συνολικών αμπελώνων της χώρας.
Η περίπτωση της Λέσβου
Μετά την καταστροφή των αμπελώνων της Λέσβου από τη φυλλοξήρα στα τέλη του 19ου αιώνα, πολλά αμπελοτόπια του νησιού ξεριζώθηκαν και αντικαταστάθηκαν από ελαιώνες, καθώς δεν υπήρχε εκείνη την εποχή αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισης της νόσου. Επίσης, κρίσιμο ρόλο στην απόφαση των αμπελουργών εκείνης της εποχής έπαιξε το πολύ καλό εισόδημα που παρείχε η καλλιέργεια της ελιάς.
Μικρά, οικογενειακά αμπέλια επιβίωσαν κυρίως στη Δυτική Λέσβο, εκεί όπου τα ηφαιστειογενή εδάφη βοηθούσαν στην αποτροπή της φυλλοξήρας. Επί δεκαετίες, η καλλιέργεια των αμπελιών και η οινοποίηση ήταν μια διαδικασία που αφορούσε τους ερασιτέχνες αμπελουργούς. Από τα τέλη του 20ού αιώνα και μετά, εμφανίστηκαν στο νησί αξιόλογες προσπάθειες παραγωγής κρασιού, στηριγμένες στις τοπικές ποικιλίες (π.χ. Φωκιανό και Χιδηριώτικο – Καλλονιάτικο). Ωστόσο, μέχρι σήμερα η αμπελουργία παραμένει ένας μικρός, συμπληρωματικός κλάδος της αγροτικής παραγωγής του νησιού, κυρίως επειδή λείπει ο στρατηγικός και μακρόπνοος σχεδιασμός για την ανάπτυξη του κλάδου, καθώς και η κουλτούρα του κρασιού στους κατοίκους του νησιού.