Δύσκολοι καιροί για το κρασί
Μείωση της κατανάλωσης αλλά και μείωση του εμπορίου κρασιού βλέπει η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΜΑΝΑΒΗΣ Δημοσίευση 1/1/2025

Το τραπέζι της πρωτοχρονιάς συνοδεύει, συνήθως, ένα μπουκάλι καλό κρασί ως στοιχείο που δείχνει την ξεχωριστή σημασία που δίνουν οι Έλληνες σε αυτό το τραπέζι. Ωστόσο φαίνεται πως αυτή η τάση – που δεν είναι μόνο Ελληνική – δεν είναι ικανή να οδηγήσει σε αναστροφή την πτωτική πορεία της κατανάλωσης κρασιού. Μια τάση που φαίνεται πως θα συνεχιστεί και τα επόμενα 10 χρόνια για αυτό άλλωστε εφαρμόζονται στην Ε.Ε. έκτακτα προγράμματα οριστικής εκρίζωσης αμπελώνων.
Οι εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον κλάδο του κρασιού για την επόμενη δεκαετία δείχνουν μείωση της κατανάλωσης ως αποτέλεσμα της μείωσης του ενδιαφέροντος που δείχνουν οι νεώτερες γενιές για το κρασί που τείνουν να προτιμούν άλλα ποτά. Ο κύριος μοχλός για τη μείωση είναι οι ανησυχίες για την υγεία και τόσο από τους καταναλωτές και όσο και από τις κυβερνήσεις. «Άλλοι παράγοντες που συμβάλλουν είναι αλλαγή των συνηθειών σε περιπτώσεις κατανάλωσης αλκοόλ και δημογραφικές αλλαγές» σημειώνει η έκθεση της Κομισιόν θέλοντας να πει πως οι νεότερες γενιές προτιμούν τα λεγόμενα σκληρά ακλοολούχα ποτά από το κρασί. Επίσης οι δημογραφικές αλλαγές αφορούν την αύξηση του πληθυσμού της Ευρώπης που ασπάζεται θρησκευτικά δόγματα που αποτρέπουν την κατανάλωση αλκοόλ.
Η κατανάλωση μειώνεται σε χώρες όπως η Γαλλία και η Γερμανία που είχαν αυξημένη κατανάλωση ενώ αυξάνεται σε χώρες όπου ήταν λιγότερο παραδοσιακή συνήθεια η κατανάλωση του κρασιού όπως η Τσεχία, η Πολωνία και η Σουηδία. Μαζί με τη συρρίκνωση της κατανάλωσης κρασιού, υπάρχει μια σαφής στροφή στα καταναλωτικά πρότυπα, με γενική πτώση στα κόκκινα κρασιά, και αύξηση για πιο φρέσκα και ευκολότερα στην κατανάλωση κρασιά, ιδιαίτερα αφρώδη κρασιά. Υπάρχουν αυξανόμενες πωλήσεις για ποτά με βάση το κρασί, συμπεριλαμβανομένων μη αλκοολούχων κρασιών, αλλά οι όγκοι παραμένουν μικροί.
Η ανθρώπινη κατανάλωση κρασιού στις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναμένεται να μειωθεί κατά περίπου 1% ετησίως από τώρα έως το 2035, σε περίπου 19,8 λίτρα ανά έτος κάτοικο (από το μέσο όρο 22,3 λίτρα που ήταν την περίοδο 2020 – 2024). Η ποσότητα κρασιού που κατευθύνεται για «άλλες χρήσεις» θα μπορούσε να παραμείνει σχετικά σταθερή σε περίπου 30 εκατομμύρια εκατόλιτρα (π.χ. απόσταξη ή μετατροπή σε μεταποιημένα προϊόντα). Η ανθρώπινη κατανάλωση είναι η μεγαλύτερη διέξοδος για τον αμπελοοινικό τομέα της ΕΕ (66% το 2020 - 2024), ενώ το 20% εξάγεται. Δεδομένου ότι κάποιες από τις κύριες εξαγωγικές αγορές της ΕΕ αρχίζουν να παρουσιάζονται παρόμοιες καταναλωτικές τάσεις με αυτές των χωρών της Ε.Ε., η μείωση της κατανάλωσης είναι πιθανό να οδηγήσει σε μείωση παραγωγής (0,7% ετησίως σε 140 εκατομμύρια hl έως το 2035).
Περαιτέρω η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένει μείωση τόσο των εισαγωγών κρασιού που γίνεται στην Ευρώπη όσο και των εξαγωγών της. Συνολικά, οι εξαγωγές θα μειωνόταν κατά 1,2% ετησίως μέχρι το τέλος του την περίοδο προβολής και οι εισαγωγές κατά 2,7%.