«Μνησιπήμων πόνος» για τα χαμένα αρχοντόσπιτα της οδού Καβέτσου
Γράφει ο ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΑΛΑΣΚΑΣ, δημοσιογράφος στο ΑΠΕ. Σκέψεις με αφορμή μια φωτογραφία με ότι χάθηκε για πάντα από την πόλη της Μυτιλήνης
Από το NEWSROOM Δημοσίευση 29/12/2024
Μια πολύτιμη φωτογραφία αναρτήθηκε τούτες τις μέρες στην καλή σελίδα Παλιές Φωτογραφίες Λέσβου (Άλμπουμ Αναμνήσεων) στο Facebook από τον παλιό μου συμμαθητή Νίκο Κουφάκη που μετά τη συνταξιοδότηση του καθημερινά συνεργαζόμενος με τη βιβλιοθήκη Μυτιλήνης συμβάλει όσο λίγοι στο να σωθεί ότι μπορεί να σωθεί από τη σύγχρονη ιστορία τούτης της πόλης.
Και χαρακτηρίζω πολύτιμη τη φωτογραφία αυτή γιατί δείχνει το υπό διαμόρφωση κεντρικό πάρκο της πόλης μας, το πάρκο της Αγίας Ειρήνης εκείνο το μακρινό πια 1955. Πριν 70 πάει να πει χρόνια! Και μας πληροφορεί ο Νίκος πως η φωτογραφία περιλαμβάνεται «στην βίβλο των βραβευθέντων έργων της ελληνικής επικράτειας και απέσπασε τα εύσημα από το Υπουργείο Εσωτερικών!».
Πέρα από την εικόνα του πάρκου ο Νίκος μας δείχνει όμως και κάτι ακόμα. Γράφει: «Αξίζει να δώσουμε προσοχή στις αρχοντικές κατοικίες της οδού Καβέτσου. Μία από τις καλύτερες, αυτή πίσω από τις πανύψηλες αροκάριες, με μαρμάρινα προπύλαια κορινθιακού ρυθμού και υπέροχη πρόσοψη, δόθηκε αντιπαροχή και κατεδαφίστηκε το 1976 για να γίνει πολυκατοικία προς θλίψιν των περισσοτέρων...».
Έμεινα να κοιτάζω τις αρχοντικές κατοικίες της οδού Καβέτσου... Προσπάθησα να ανασύρω από τη μνήμη μου την Εστία μου σαν Πρόσκοπος στη γωνία με την Αγίας Ειρήνης, το αρχοντόσπιτο, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το άθλιο κατασκεύασμα το επιλεγόμενο και «πολυκατοικία Καμπουρόπουλου». Στάθηκα σε αυτήν την κατοικία με «τις πανύψηλες αροκάριες, τα μαρμάρινα προπύλαια κορινθιακού ρυθμού και της υπέροχη πρόσοψη». Πρόκειται για το προυφιστάμενο της άθλιας επίσης σύγχρονης πολυκατοικίας στη διασταύρωση της Καβέτσου με την Ικτίνου αρχοντόσπιτο που την κατεδάφιση του έζησα.
Κάθε μέρα περνούσα από μπροστά του, στο δρόμο μου από το σπίτι μου στον Πλάτανο στο αρχοντικό Καβέτσου κοντά στον Άγιο Κωνσταντίνο όπου λειτουργούσε το παράρτημα του πρώτου Γυμνασίου Αρρένων Μυτιλήνης. Πάει και αυτό....
Το αποκαλούσαν θυμάμαι αρχοντικό Βουρνάζων. Κι είδα με τα μάτια μου το «ξεκοίλιασμα» του. Θυμάμαι ένα πρωί που έβγαλαν μια υπέροχη κουπαστή σκάλας. Κόπηκε κομμάτια! Αυτό που θυμάμαι όμως πολύ έντονα ήταν όταν έσπασαν τις κουπαστές στη τεράστια μου φαινόταν τότε μαρμάρινη σκάλα. Ήταν μαρμάρινοι κύκνοι με πλεγμένους τους λαιμούς τους. Ξέρω που κατέληξαν, τους «συνάντησα» τους κύκνους αυτούς στο διάβα των χρόνων, αλλά ας το αφήσουμε για μια άλλη φορά. Βλέπετε και τότε αλλά μέχρι και σήμερα οι καταστροφείς αντιμετωπίζονται ως φορείς... ανάπτυξης. Τρομάρα τους. Από σχόλια συμπολιτών μας στην ανάρτηση του Νίκου Κουφάκη έμαθα για την εξαφάνιση των συντριβανιών και την καταστροφή των τοιχογραφιών του Ιθακήσιου που πετάχτηκαν ως μπάζα!
Ακολούθησε το "ξεκοίλιασμα" των αρχαιολογικών ευρημάτων. Και δαύτο το έζησα 14 – 15 χρονών παιδί. Ο τότε Έφορος αρχαιοτήτων Τσιριβάκος, ο επονομαζόμενος και αρχαιολόγος με το ποδήλατο, μάζεψε τις αρχαιότητες άρον άρον και τις μετέφερε με... ανατροπή στην είσοδο της οδού Γατελούζων στο κάστρο όπου υπάρχουν ακόμα. Πρόκειται για τμήματα του αρχαίου "σήματος" της Μυτιλήνης, το ταφικό σύνολο πάει να πει των επώνυμων Μυτιληνιών και των ηρώων της πόλης, στην αρχή της νεκρόπολης δίπλα στην πύλη του τείχους. Ένα μόνο τμήμα του τείχους της αρχαίας πόλης διατηρήθηκε στα όρια του οικοπέδου με αυτό της διπλανής πολυκατοικίας κάτω από μια τεράστια λαμαρίνα πίσω από τη στάση των αστικών λεωφορείων που υπήρχε τότε εκεί. Δεν έχω προσέξει αν μπαζώθηκε για πάντα.
Πάνε πολλά χρόνια που διάβασα το αριστούργημα του Αισχύλου, την «Ορέστεια Τριλογία». Στο πρώτο μέρος της με τον τίτλο «Αγαμέμνων», ο Χορός εξυμνεί το Δία, για όσα καλά έχει προσφέρει στους ανθρώπους, με τις φράσεις: «Τον φρονείν βροτούς οδώσαντα, τον πάθει μάθος θέντα κυρίως έχειν. Στάζει δ’ ανθ’ ύπνου προ καρδίας μνησιπημων πόνος». Που πάει να πει «Ετούτος (ο Δίας) έδειξε στον άνθρωπο το δρόμο της φρόνησης και θεσμοθέτησε τα παθήματα να γίνονται μαθήματα. Στάζει ακόμα και στον ύπνο, στην καρδιά μας, ο πόνος που θυμίζει τα παθήματά μας, ιδιαίτερα όταν αυτά δεν γίνονται μαθήματα.».
Σε εκείνα τα χρόνια της άγουρης νιότης είχα «κολλήσει» στην αρχαία Ελληνική φιλολογία και στον Γιώργο Σεφέρη. Ο δεύτερος μου απέμεινε μοναχά, ως τα τώρα, στα χρόνια της ώριμης ενηλικίωσης.
Ο Γιώργος Σεφέρης το λοιπόν εμπνεύστηκε από τούτες τις φράσεις του Χορού στον «Αγαμέμνονα» το ποίημα «Τελευταίος Σταθμός» που έγραψε το 1944. Έγραφε ανάμεσα στα άλλα στο ποίημα του ο Σεφέρης:
«Όμως ο τόπος που τον πελεκούν και που τον καίνε… που θα βουλιάξει, καθώς το δείχνουν οι στατιστικές…, κι η φρίκη δεν κουβεντιάζεται γιατί είναι ζωντανή, γιατί είναι αμίλητη και προχωράει, στάζει τη μέρα, στάζει στον ύπνο, μνησιπήμων πόνος».
Μνησιπήμων πόνος το λοιπόν. Στην εικόνα της φωτογραφίας με τα χαμένα για πάντα αρχοντόσπιτα στο όνομα της ανάπτυξης. «Πόνος που θυμίζει τα παθήματά μας, ιδιαίτερα όταν αυτά δεν γίνονται μαθήματα».
Πόνος για τα που χάθηκαν για πάντα, για τα που χάνονται και ως Εκάβη στις «Τρωάδες» σπεύδουμε εκ των υστέρων θυμωμένα δήθεν, να φωνάξουμε: «Τώρα που μας παραχώσαν να δεις τι έχουν να λένε οι ποιητές για εμάς…».
Τι μας λες τώρα θα μου πείτε. Λέω πως με αφορμή τη φωτογραφία με τα χαμένα αρχοντόσπιτα πρέπει να σταματήσουμε να πελεκάμε το κλαδί πάνω στο οποίο καθόμαστε. Πρέπει να υπάρξει επιτέλους σε αυτόν τον τόπο ένας συνολικός σχεδιασμός του πολιτιστικού του αποθέματος σε συνδυασμό πάντα με το εμβληματικό κτηριακό απόθεμα της Μυτιλήνης. Δημόσιο και ιδιωτικό.
Η Μυτιλήνη χρειάζεται μια σύγχρονη πινακοθήκη που θα μπορεί να φιλοξενήσει και τμήματα της αποθηκευμένης στα υπόγεια της Εθνικής Πινακοθήκης των Αθηνών Συλλογής Κουτλίδη. Μια Πινακοθήκη που θα συγκεντρώσει τα ατάκτως ερριμμένα στα ντουβάρια του Χαλήμ Μπέη και το παλιού Δημαρχείου της Προκυμαίας, σημαντικά εκθέματα. Και θα σταματήσει την ΑΠΡΕΠΕΙΑ της κοινής έκθεσης έργων ζωγραφικής και έργων κατά τη δημιουργία των οποίων τζάμπα ξοδεύτηκαν καμβάδες και μπογιές. Γιατί και τέτοια έργα έχουμε εκτεθειμένα και δε σημαίνει το ότι επειδή μας τα χάρισε ο Γιάννης Γιαννέλλης είναι και καλά. Και μια τέτοια Πινακοθήκη μπορεί να φτιαχτεί μοναχά στο ιδιοκτησίας και του Δήμου Μυτιλήνης οικόπεδο με το αρχοντικό Νιάνια, στη Σουράδα.
Εκεί μπορεί σε βάθος 10ετίας να λειτουργήσει μια μεγάλη σύγχρονη Πινακοθήκη μέρος ενός εικαστικού πυρήνα που θα περιλαμβάνει το Μουσείο Τεριάντ. Και το γειτονικό Μουσείο Θεοφίλου που δεν του αξίζει η τύχη που του επιφυλάχθηκε από τις άνευ πολιτισμού κατ ευφημισμό και Αντιδημαρχίες Πολιτισμού αποκαλούμενες, δημοτικές και παραδημοτικές αρχές του παρελθόντος.
Γιατί η Μυτιλήνη χρειάζεται ένα ιστορικό Μουσείο στο καταρρέον αρχοντικό Κατσάνη. Όχι ένα ακόμα νηπιαγωγείο που μπορεί να φτιαχτεί οπουδήποτε αλλού. Το οικόπεδο δωρεά Παρασκευαίδη απέναντι από την πάλαι ποτέ Ακαδημία ήταν μικρό για μουσικό σχολείο, για νηπιαγωγείο είναι μεγάλο;
Η Μυτιλήνη χρειάζεται ένα πολιτιστικό πολυχώρο στο οποίο θα υπάρχει και αναφορά στην ιστορία της Αντίστασης στη Λέσβο. Στον αγνώστου ιδιοκτήτη χώρο των παλιών φυλακών της Λαγκάδας.
Η Μυτιλήνη χρειάζεται χώρους πολιτισμού που πάει να πει αξιοποιημένο το παλιό κτήριο της Πυροσβεστικής Εσωτερικά αξιοποιημένο και όχι μόνο εξωτερικά. Το Γενί τζαμί που πρέπει να πάψει να αποτελεί χώρο ντροπής. Να αναστηλωθεί και να λειτουργήσει ως χώρος μουσικών παραστάσεων. Το Γιαλί τζαμί που είναι προστατευόμενος κηρυγμένος χώρος. Και δεν μπορεί να συνεχίζει άλλο η χρήση του ως αποθήκη γεωργικών ειδών. Η ξεφτίλα έχει και τα όρια της... Εκεί ας λειτουργήσει το Κέντρο Μνήμης του Μικρασιατικού Ελληνισμού στη Λέσβο και των μετακινήσεων στο νησί. Το χρωστάμε στους Μικρασιάτες πρόσφυγες που μπόλιασαν τον πολιτισμό στη Λέσβο.
Η Μυτιλήνη πρέπει να στηρίζει τους Δημιουργούς που επέλεξαν ή έτυχε να ζουν εδώ. Να δώσει ώθηση και να στεγάσει την κάθε λογής πολιτιστική παραγωγή.
Θα μπορούσα να αραδιάσω σειρά ακόμα χρήσιμων αλλά και αναγκαίων πολιτισμικά για τη Μυτιλήνη. Γιατί πολιτισμός είναι και η διατήρηση των λαϊκών σπιτιών στις ερημοποιημένες γειτονιές. Που πρέπει να ξανακατοικηθούν.
Πολιτισμός είναι η στήριξη της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Μυτιλήνης.
Πολιτισμός είναι η καταγραφή και η σωτηρία του κτηριακού αποθέματος της πόλης και των χωριών.
Πολιτισμός είναι να αφουγκράζεσαι τι σου λέει και τι θέλει να σου πει η κοινωνία.
Ας ξεκινήσει το λοιπόν να γίνεται ότι πρέπει να γίνει. Σύντομα, πολύ σύντομα θα είναι αργά ακόμα και για αυτούς που θα θελήσουν να κάνουν κάτι. Και τότε οι χαμένες ευκαιρίες θα πέσουν να πλακώσουν τον τόπο. Και δυστυχώς λίγοι θα νιώθουν πως «στάζει ακόμα και στον ύπνο, στην καρδιά μας, ο πόνος που θυμίζει τα παθήματά μας, ιδιαίτερα όταν αυτά δεν γίνονται μαθήματα». Κάποιοι λίγοι σαν και αυτούς που σήμερα κλαίνε και οδύρονται στην εικόνα των χαμένων αρχοντόσπιτων της οδού Καβέτσου. Όσο για αυτούς που τα κατεδάφισαν, οι ίδιοι και οι απόγονοι τους ακόμα κουμάντο θέλουν να κάνουν σε ετούτο τον τόπο.