Ο παράδεισος της Λυγαριάς
Γράφει ο ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΚΑΛΑΡΓΑΛΗΣ
Δημοσίευση 6/9/2023
Μουντάδα επικρατεί σήμερα απ' το πρωί. Το πράσινο των δέντρων έχει χάσει κάτι απ' τη στιλπνότητα, τη ζωντάνια του. Αν μπορούσες να το ενισχύσεις ή να το καθαρίσεις μ' ένα τεράστια πινέλο. Μάλλον δεν χρειάζεται, θα φροντίσει η φύση, ο αγέρας που θα καθαρίσει τον ορίζοντα κι αφέντης ήλιος. Έτσι συμβαίνει από γενέσεως κόσμου, από τότε που γυρίζει η γης. Στα βαθιά ο ορίζοντας της θάλασσας έχει ενωθεί μ' αυτόν του ουρανού. Ο χρωματισμός τους δεν ξεχωρίζει.
Μπροστά μας ένα νεαρός μπαμπάς βουτά στο νερό το μικρούλι γιο του.
Αυτός βγάζει λαρυγγισμούς παίζοντας με το μικρό του τόπι. Παρακεί, ένας παππούς δείχνει τις τεχνικές του ψαρέματος στα εγγόνια του. Πόσο δόλωμα πρέπει να βάζουν, πώς τυλίγουν το πολυάγκιστρο στο ψωμί, ή πώς τραβάνε την πετονιά όταν τσιμπήσει κάποιο ψάρι.
Δυο πιτσιρικάδες βουτούν στην άκρη του λιμανιού της Σκαμιάς. Ναι, εδώ στην άκρη της θάλασσας του Αιγαίου βουτάμε στα μικρά λιμάνια, δίπλα στις αυτοσχέδιες σκάλες που δένουν οι βάρκες και κολυμπάμε ανάμεσά τους.
Χαιρόμαστε την αντοχή των πραγμάτων και των ανθρώπων, την απλότητα του παλαιού καιρού και κόσμου. Την ίδια στιγμή φοβόμαστε την επέλαση της ονομαζόμενης ανάπτυξης. Για την ώρα καθόμαστε κάτω απ' τη σκιά μιας τεράστιας λυγαριάς, στο καφενείο ''Λυγαριά – Παράδεισος''. Ναι, βρισκόμαστε σ' άλλον έναν γήινο παράδεισο, κάτω απ' τη σκιά του όρους Λεπέτυμνος.
Ήρωα του Τρωικού πολέμου, που παντρεύτηκε μια κόρη του βασιλιά της Λέσβου Μακαρέα, τη Μήθυμνα. Τι όμορφα που γράφεται η μυθολογία! Μια άλλη φορά θα αναζητήσουμε το ιερό του Απόλλωνα. Ίσως ανεβούμε και μέχρι την κορφή του. Απ' το βουνό ξεχύνονται βελανιδιές, καστανιές, ελιές μέχρι κάτω τη θάλασσα. Εκεί λιγοστά περβόλια, με εξοχικά σπίτια. Κάποιοι έχουν τραβηγμένες στη στεριά μικρές βαρκούλες.
Στο δειλινό τις ρίχνουν στη θάλασσα και πάνε για ψάρεμα. Ε, όλο και κάτι πιάνουμε, πιότερο κάνουμε τη βόλτα μας, φχαριστιόμαστε τον θαλασσινό αγέρα. Κοιτάμε από κοντά τα βουνά της Ανατολής.
Καμιά δεκαριά αρμυρίκια απλώνουν τις ρίζες τους στη θάλασσα, ρουφούν την αρμύρα του θαλασσινού νερού, έτσι δικαιολογούν το όνομά τους. Ανάμεσά τους τραπεζάκια του παλιού καιρού. Κοχύλια και κίτρινα αμάραντα στολίζουν τα τραπεζάκια. Καλάμια περιτριγυρίζουν τον χώρο, το κτίσμα εισχωρεί στη φύση ή η φύση σ' αυτό;
Στο τραπέζι μας πρωινά ψάρια, πίτα χορταρικών, κολοκυθολούλουδα γεμιστά με τρί και σαλάτα απ' το περιβόλι του καφενείου. Όπου και ρίξεις τη ματιά σου θα σταματήσει. Κάθε θέμα, κάθε εικόνα τη μαγνητίζει και τη φυλακίζει. Στα πόδια μας οι γάτες συνυπάρχουν με τα σκυλιά.
Μοιράζονται τα ψαροκόκαλα, ξαπλώνουν ανάσκελα, κυλιούνται αριστερά δεξιά, αλλάζουν τραπέζι και παρέα ανθρώπων. Και μεις χαιρόμαστε τον παράδεισο της Λυγαριάς.