ΠΟΓΕΔΥ: Μειώνονται οι επιδοτήσεις για την ελαιοκαλλιέργεια
Βαρύτατες κατηγορίες του συνδικαλιστικού οργάνου των δημοσίων υπαλλήλων γεωτεχνικών για την πολιτική του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης για τον ελαιοκομικό τομέα
Από το NEWSROOM Δημοσίευση 28/3/2023
Με αρκετή καθυστέρηση η Πανελλήνια Ομοσπονδία Γεωτεχνικών Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΟΓΕΔΥ) τοποθετείται για τις επιπτώσεις του πλαισίου εφαρμογής της νέας ΚΑΠ στην χώρα μας. Η ΠΟΓΕΔΥ υποστηρίζει πως ένας εξαιρετικά σημαντικός κλάδος της αγροτικής παραγωγής για την χώρα μας δεν χρηματοδοτείται όπως πρέπει και αυτή η επιλογή θα έχει εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις. Η τοποθέτηση της Ομοσπονδίας γίνεται με ανοιχτή επιστολή που απευθύνεται στο υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης κ. Γεωργαντά από τον οποίο ζητά « να υλοποιηθούν άμεσα, ειδικά μέτρα και δράσεις για τη στήριξη της ελαιοκαλλιέργειας της χώρας πριν είναι πολύ αργά».
Πιο συγκεκριμένα η ΠΟΓΕΔΥ αναφέρει: «Η εκούσια έλλειψη βαρύτητας στην νούμερο ένα δενδρώδη καλλιέργεια γίνεται χαρακτηριστική μέσα από την εκπεφρασμένη δημόσια άποψη που έχει διατυπωθεί από τον Γενικό Γραμματέα Αγροτικής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων του Υπ.Α.Α.Τ. κ. Μπαγινέτα, σε απάντηση των αιτημάτων Παραγωγικών Φορέων για την μεγαλύτερη ενίσχυση της ελαιοκαλλιέργειας, στο πλαίσιο της νέας ΚΑΠ 2023-2027. Άποψη κατά την οποία η ελαιοκαλλιέργεια δεν χρειάζεται πρόσθετη στήριξη καθώς τυγχάνει να έχει πολλούς ετεροεπαγγελματίες μιας και μόλις το 20% των εκμεταλλεύσεων κατέχονται από επαγγελματίες Αγρότες!! Άποψη η οποία ακόμη και αν αρχικά διατυπώθηκε από τον προαναφερθέντα Γενικό Γραμματέα, εκ του αποτελέσματος φαίνεται ότι υιοθετήθηκε από το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας του Υπ.Α.Α.Τ..
Πρέπει να σας αναφέρουμε ότι πέραν του ότι η υψηλή συμμετοχή ετεροεπαγγελματιών στους κλάδους της γεωργικής παραγωγής αποτελεί χαρακτηριστικό της ελληνικής γεωργίας γενικότερα, οι κύριοι στόχοι της ΚΑΠ είναι η ενίσχυση της παραγωγής ασφαλών και ποιοτικών τροφίμων και η ενίσχυση για τη διατήρηση της περιβαλλοντικής αειφορίας και του αγροτικού περιβάλλοντος. Για το λόγο αυτό οι ενισχύσεις χορηγούνται στους «ενεργούς αγρότες», δηλαδή σε αυτούς που ασκούν αγροτική δραστηριότητα και όχι μόνο στους κατά κύριο επάγγελμα Αγρότες. Επιπλέον, η αποδοχή τέτοιων λογικών περί ετεροεπαγγελματιών οδηγεί στον αποκλεισμό από το σύστημα ενισχύσεων χιλιάδων μικροϊδιοκτητών (κάτω των 4 στρεμμάτων) οι οποίοι όμως ως σύνολο αποτελούν κρίσιμη μάζα για την Ελληνική ελαιοκαλλιέργεια, με ό,τι επιπτώσεις μπορεί να έχει αυτό για την εγχώρια ελαιοπαραγωγή».
Συνεχίζοντας η ΠΟΓΕΔΥ σημειώνει: «Φαίνεται όμως ότι μέσω της επίκλησης ύπαρξης των ετεροεπαγγελματιών ελαιοκαλλιεργητών προφανώς προκρίθηκε το «τσουβάλιασμα» της ελαιοκαλλιέργειας μέσα στην «περιφέρεια» βασικών ενισχύσεων των δενδρωδών καλλιεργειών, το οποίο συντελεί στην ανακατανομή της βασικής ενίσχυσης από τα υψηλής αξίας - πάλαι ποτέ – ιστορικά «ελαιοδικαιώματα» σε άλλα μικρότερης αξίας άλλων δενδρωδών καλλιεργειών. Η προσπάθεια σύγκλισης εντός μιας «περιφέρειας» ενισχύσεων, πέρα από το αφήγημα της «δίκαιης κατανομής», πρακτικά σημαίνει μεταφορά ενισχύσεων από καλλιέργειες (εν προκειμένω ελιά) – άρα και περιοχές όπου υπάρχουν – σε άλλες καλλιέργειες και συνεπώς σε άλλες περιοχές. Έτσι η κατέχουσα εξέχουσα θέση σε στρέμματα αλλά και σε όγκο παραγωγής ελαιοκαλλιέργεια «αιμορραγεί» ως προς την βασική ενίσχυση προς ήσσονος σημασίας δενδρώδεις καλλιέργειες (σε εκτάσεις, παραγωγή αλλά και μοναδική εμπορικότητα - brand) με τις οποίες μπαίνει στο ίδιο σακί ως προς την βασική ενίσχυση».
Σε άλλο σημείο η ανακοίνωση αναφέρει: «Το πρόβλημα της αναιμικής στήριξης της ελαιοκαλλιέργειας επιτείνεται και από την πρόταση εφαρμογής παρεμβάσεων μέσω των νεοσεισερχόμενων στην ΚΑΠ λεγόμενων «οικολογικών σχημάτων» όπου η οικονομική ενίσχυση που προβλέπεται για την ένταξη σε αυτά δεν αντανακλά ούτε στο ελάχιστο τις δεσμεύσεις που πρέπει να αναληφθούν για την λήψη της. Ακόμη και αν δεχτούμε ότι το μέχρι τώρα πρασίνισμα είχε ως προϋπόθεση την τήρηση κωδίκων ορθής γεωργικής πρακτικής, οι απαιτήσεις πλέον πολλαπλασιάζονται σε σχέση και με την εφαρμογή νέων μεθόδων ελέγχου (monitoring) και περιπλέκουν περισσότερο τα πράγματα».
Καταγγελία για ανεπαρκείς ελέγχους
Σε άλλο σημείο της εκτενούς παρέμβασης της η ΠΟΓΕΔΥ σημειώνει: «στον τομέα της εμπορίας της ελιάς και του ελαιολάδου, υπάρχουν πολλές φωνές που κάνουν λόγο για εκτεταμένα φαινόμενα «μη συμμορφώσεων», τα οποία ο ελεγκτικός μηχανισμός του ΕΦΕΤ αδυνατεί να αντιμετωπίσει λόγω υποστελέχωσης, απαξίωσης αλλά και ελλείμματος οράματος και στρατηγικής όλα τα τελευταία χρόνια. Συνέπεια της έλλειψης επαρκών ελέγχων στην αγορά είναι αφενός να κινδυνεύει η τιμή του Παραγωγού και αφετέρου να αμφισβητείται η γνησιότητα και η ποιότητα του ξακουστού Ελληνικού «έξτρα παρθένου ελαιόλαδου» και των επιτραπέζιων ελιών ποικιλίας «Καλαμών».
Η εξαιρετική πρωτοβουλία, επί υπουργίας του κ. Λιβανού, για την στοχευμένη αντιμετώπιση των προβλημάτων του κλάδου, φαίνεται ότι έχει μείνει στα αζήτητα καθώς ουδείς γνωρίζει τι απέγιναν οι προτάσεις που κατέθεσε η ομάδα εργασίας για την ανάπτυξη Εθνικής Στρατηγικής στον τομέα του ελαιολάδου που είχε συσταθεί τον Οκτώβριο του 2021. Δε θέλουμε να πιστέψουμε ότι οι προτάσεις της δεν έτυχαν σχετικής «έγκρισης» από τους γνωστούς επαγγελματίες λομπίστες συνδικαλιστές μιας και δεν διαθέτουν τέτοιες καλλιέργειες στα μέρη τους».
…και απαλλοτρίωση ελαιώνων
Ακόμη η ΠΟΓΕΔΥ σημειώνει πως: «Εάν σε αυτά συμπεριληφθεί και η Νομοθετική εμπλοκή του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την παροχή δυνατότητας απαλλοτρίωσης ιδιωτικών εκτάσεων (άρα και ελαιώνων) για την υλοποίηση έργων σχετικών με ΑΠΕ, τότε από όλα τα ανωτέρω συνάγεται ότι η ελαιοκαλλιέργεια στη χώρα μας εισέρχεται σε επικίνδυνα μονοπάτια απαξίωσης και εγκατάλειψης, δείχνει δε την απομόνωση του Υπ.Α.Α.Τ. από την διαφύλαξη της αγροτικής παραγωγής.
Βέβαια, την ίδια στιγμή που στην χώρα μας γίνονται τα παραπάνω οι άλλοι δύο βασικοί ανταγωνιστές μας, η Ισπανία και η Ιταλία, θωράκισαν την ελαιοκαλλιέργεια μέσα από τα στρατηγικά τους σχέδια για την ΚΑΠ με διάφορα ειδικά μέτρα όπως εντάσσοντας μέρος ή το σύνολο των ελαιώνων τους στις συνδεδεμένες ενισχύσεις και φυσικά διαθέτοντας όλες τις απαραίτητες διοικητικές υποδομές για να στηρίξουν τον κλάδο, την ίδια στιγμή που το ελληνικό Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, πολυδιασπασμένο σε Φορείς, Οργανισμούς και την εμβληματική κατά τον Υπουργό Εσωτερικών κ. Βορίδη «πολυεπίπεδη διακυβέρνηση» παραπαίει, αδύναμο να παρακολουθήσει τις εξελίξεις».