
Οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου οδεύουν προς τη μεγαλύτερη ετήσια πτώση από το 2020, κλείνοντας το 2025 με απώλειες άνω του 15%, καθώς η παγκόσμια αγορά επηρεάστηκε έντονα από την υπερπροσφορά και τις ανησυχίες για τη ζήτηση. Το Brent καταγράφει ετήσια πτώση σχεδόν 18%, τη μεγαλύτερη των τελευταίων πέντε ετών, ενώ το αμερικανικό αργό WTI υποχωρεί περίπου 19% σε ετήσια βάση.
Η αρνητική αυτή πορεία αποδίδεται κυρίως στην αύξηση της παραγωγής από τον OPEC+, ο οποίος διοχέτευσε στην αγορά περίπου 2,9 εκατ. βαρέλια ημερησίως από τον Απρίλιο, ενισχύοντας τις πιέσεις στην πλευρά της προσφοράς. Παράλληλα, η σταθεροποίηση της παραγωγής σχιστολιθικού αερίου στις Ηνωμένες Πολιτείες περιόρισε την ευαισθησία της προσφοράς στις διακυμάνσεις των τιμών.
Στο σκέλος της ζήτησης, οι ανησυχίες για την παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση και ο αντίκτυπος των αμερικανικών δασμών στο διεθνές εμπόριο επιβάρυναν τις προοπτικές κατανάλωσης καυσίμων. Παρά τις γεωπολιτικές εντάσεις, τους πολέμους και τις κυρώσεις σε μεγάλους πετρελαιοπαραγωγούς, οι παράγοντες αυτοί δεν στάθηκαν ικανοί να αντισταθμίσουν την αυξημένη προσφορά.
Η υπερπροσφορά πετρελαίου αναμένεται να παραμείνει καθοριστικός παράγοντας και το 2026, διατηρώντας πιέσεις στις διεθνείς τιμές μετά τη μεγάλη πτώση του 2025. Τα κράτη μέλη του OPEC+ ήδη συζητούν για μείωση της παραγωγή προκειμένου να αποτρέψουν μια ακόμη μεγαλύτερη μείωση των τιμών.
Τι συμβαίνει στην Ελλάδα
Σε αντίθεση με το κλίμα που έχει διαμορφωθεί στις διεθνείς αγορές στην Ελλάδα καταγράφεται μόνο μια οριακή μείωση των τιμών των υγρών καυσίμων. Με αποτέλεσμα οι καταναλωτές να μην έχουν δει καμία ουσιαστική μεταβολή στο κόστος μετακίνησης.
Επιπλέον το υψηλό κόστος των υγρών καυσίμων επηρεάζει τα κόστη μεταφοράς επιβατών και εμπορευμάτων με συνέπεια να καταγράφεται αρνητική επίδραση συνολικά στην οικονομική δραστηριότητα.
με πληροφορίες από το dnews.gr