Με αφορμή την παρουσίασή της στο Μουσείο Βιομηχανικής Ελαιουργίας στην Αγία Παρασκευή Λέσβου, που διοργανώνει σήμερα Παρασκευή 3 Οκτωβρίου στις 6 το απόγευμα το Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς, η Μαρία Ευθυμίου, ομότιμη καθηγήτρια Ιστορίας του ΕΚΠΑ, επισκέφθηκε τη Μυτιλήνη και μίλησε στην εκπομπή του Θράσου Αβραάμ στο «Νησί 99FM». Στη συνέντευξή της, που μεταδόθηκε ζωντανά και από τη σελίδα του σταθμού στο Facebook, η κ. Ευθυμίου αναφέρθηκε στη διαχρονική δύναμη της ιστορίας, στις παγίδες της ερμηνείας της, αλλά και στα μεγάλα ζητήματα που απασχολούν σήμερα την ελληνική κοινωνία.
«Η ιστορία είναι αφήγηση και βίωμα»
Η κ. Ευθυμίου εξήγησε γιατί παραμένει αμείωτο το πάθος της για τη διδασκαλία και τη διάδοση της ιστορίας. «Η ιστορία είναι η ζωή των ανθρώπων. Είναι κάτι ιερό, είναι η ίδια μας η ζωή. Όσο τη μελετάς, τόσο καταλαβαίνεις τον εαυτό σου, την κοινωνία σου, τον κόσμο», είπε χαρακτηριστικά, τονίζοντας ότι το κλειδί βρίσκεται στην αφήγηση. «Όταν η ιστορία μετατρέπεται σε αφήγηση, γίνεται βίωμα. Και μόνο τότε μπορεί να συγκινήσει και να μείνει στη μνήμη».
Αυτός ήταν και ο λόγος που, εδώ και σχεδόν είκοσι χρόνια, αποφάσισε να αφήσει πίσω της το στενό πλαίσιο του πανεπιστημιακού αμφιθεάτρου και να βγει προς την κοινωνία, πραγματοποιώντας εκατοντάδες διαλέξεις σε πόλεις και χωριά όλης της Ελλάδας. «Δεν θα μπορούσα να είμαι πολιτικός. Πίστευα, όμως, ότι μπορούσα να κάνω κάτι βαθιά πολιτικό: να διδάξω ιστορία στο ευρύ κοινό. Και το έκανα», ανέφερε, σημειώνοντας πως βρίσκεται πλέον στο τέλος αυτού του μεγάλου κύκλου.
Ο ιστορικός αναθεωρητισμός και οι μύθοι
Η συζήτηση δεν θα μπορούσε να μην αγγίξει το φαινόμενο του ιστορικού αναθεωρητισμού, το οποίο, όπως είπε, είναι αναπόφευκτο ως διαδικασία, καθώς συνεχώς έρχονται νέα στοιχεία και νέες ερμηνείες. «Το ζητούμενο είναι η εντιμότητα και η αποστασιοποίηση. Αν μπεις με προκατάληψη ή με ιδεολογική στράτευση, η ιστορία μετατρέπεται σε εργαλείο», υπογράμμισε.
Ειδική αναφορά έκανε στον μύθο του «κρυφού σχολειού», ξεκαθαρίζοντας πως έχει αποσυρθεί από τα σχολικά βιβλία εδώ και τρεις δεκαετίες. «Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι υπήρξε πριν από το 1821. Αντίθετα, στην Τουρκοκρατία οι Έλληνες δημιούργησαν μερικά από τα καλύτερα σχολεία των Βαλκανίων. Ο μύθος, ωστόσο, ενισχύθηκε σε εποχές εθνικιστικών αντιπαραθέσεων στα τέλη του 19ου αιώνα», σημείωσε.
Η σημασία της τοπικής ιστορίας
Η καθηγήτρια μίλησε εκτενώς και για τη σημασία της τοπικής ιστορίας, τονίζοντας ότι οι τοπικές κοινωνίες οφείλουν να αναδείξουν οι ίδιες το παρελθόν τους. «Δεν μπορεί να περιμένουμε τα πάντα από το κέντρο. Είναι δουλειά των τοπικών κοινωνιών, των εκπαιδευτικών, των δήμων, αλλά και των τοπικών ΜΜΕ να αναδεικνύουν την ιστορία τους», είπε, αναφέροντας πως τα τελευταία χρόνια είχαν γίνει σημαντικές δράσεις στα σχολεία, αν και σήμερα δεν γνωρίζει αν συνεχίζονται με την ίδια ένταση.
«Όταν διοργανώνονται ξεναγήσεις, εκδηλώσεις ή διαλέξεις για την τοπική ιστορία, ο κόσμος συμμετέχει μαζικά. Αυτό δείχνει την ανάγκη που υπάρχει», πρόσθεσε, υπογραμμίζοντας ότι η μνήμη δεν πρέπει να αφήνεται να σβήνει.
Το δημογραφικό και η ελληνική νοοτροπία
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε και στο ζήτημα του δημογραφικού, το οποίο χαρακτήρισε «μια από τις μεγαλύτερες απειλές για τη χώρα μας». Όπως είπε, η Ελλάδα βρίσκεται στις πρώτες χώρες της Ευρώπης με τη χειρότερη επίδοση, κάτι που δεν συζητείται όσο θα έπρεπε. «Όσο πιο πλούσιοι γίνονται οι λαοί, τόσο λιγότερα παιδιά κάνουν. Σήμερα, το να μεγαλώσεις παιδιά είναι πολύ πιο απαιτητικό, πιο μοναχικό και πιο ακριβό από ό,τι στο παρελθόν», εξήγησε.
Συνέδεσε μάλιστα το δημογραφικό με μια γενικότερη νοοτροπία απαισιοδοξίας και γκρίνιας που, όπως τόνισε, χαρακτηρίζει τους Έλληνες: «Είμαστε λαός που μόνο παραπονιέται. Δεν βλέπουμε τα καλά, τα υποτιμάμε όλα και αυτό μας καθιστά αναξιοπρεπείς. Αντί να σταθούμε με μέτρο και αξιοπρέπεια, αυτοϋπονομευόμαστε. Έτσι χάνουμε ευκαιρίες και το μέλλον μας».
Η νέα γενιά και η δύναμη της ιστορίας
Όσο για τους νέους, η Μαρία Ευθυμίου παρατήρησε πως πολλοί συμμετέχουν στις διαλέξεις της, αλλά τόνισε ότι το ενδιαφέρον για την ιστορία συχνά έρχεται με την ηλικία και την εμπειρία. «Όταν είσαι νέος, αισθάνεσαι αθάνατος. Μετά τα τριάντα αρχίζεις να συνειδητοποιείς και να ενδιαφέρεσαι περισσότερο. Παρ’ όλα αυτά, βλέπω ότι υπάρχει συμμετοχή και αυτό είναι ελπιδοφόρο», είπε.
Η ίδια υπογράμμισε πως η ιστορία δεν είναι μόνο γνώση, αλλά και ψυχοθεραπεία: «Σε βγάζει από τον μικρόκοσμό σου, σε κάνει να κατανοείς τις ανθρώπινες καταστάσεις και να βλέπεις τη ζωή με καθαρότερο μάτι».
Ένα μάθημα ζωής
Η ομότιμη καθηγήτρια Ιστορίας κατέληξε πως η ιστορία είναι το πιο πολιτικό μάθημα, όχι με τη στενή έννοια της κομματικής πολιτικής, αλλά με την ουσιαστική έννοια του πολίτη. «Αν δεν αλλάξουμε νοοτροπία, αν δεν πάψουμε να κατηγορούμε τους άλλους και δεν κοιτάξουμε τις δικές μας ευθύνες, τότε κινδυνεύουμε να χάσουμε το μέλλον μας», κατέληξε, αφήνοντας ένα μήνυμα που ξεπερνά τα όρια μιας ακαδημαϊκής διάλεξης και γίνεται κάλεσμα προς την κοινωνία.