Μια εφ’ όλης της ύλης κριτική στην πορεία της χώρας από τη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα άσκησε ο καθηγητής Κοινωνικής Πολιτικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, Χρύσανθος Τάσσης, σε συνέντευξή του στον Θράσο Αβραάμ και την εκπομπή «Καλημέρα στο Νησί». Με αφορμή τη συμμετοχή του στη διημερίδα «Το υπαρξιακό πρόβλημα της χώρας», που θα πραγματοποιηθεί στις 20 και 21 Αυγούστου στη Μυτιλήνη, ο κ. Τάσσης ανέλυσε τις βαθύτερες αντιφάσεις της σύγχρονης Ελλάδας, τις αδυναμίες του πολιτικού συστήματος και τις κοινωνικές συνέπειες των τελευταίων δεκαετιών.
Σύμφωνα με τον καθηγητή, το λεγόμενο «υπαρξιακό πρόβλημα» της χώρας συνίσταται σε μια πολυδιάστατη κρίση: «Έχουμε ζήσει 50 χρόνια από την Αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Ωστόσο οι πανηγυρισμοί δεν μπορούν να κρύψουν μια μόνιμη καχεξία της ελληνικής υπαίθρου, το άλυτο ζήτημα της Κύπρου, τις αντιφάσεις που γιγαντώθηκαν από την κρίση του 2010 και μετά. Από τότε περίπου 800.000 Έλληνες έφυγαν στο εξωτερικό. Χάνεται η νεότητα, χάνεται η συνέχεια της χώρας».
Ο κ. Τάσσης εστίασε ιδιαίτερα στο φαινόμενο της νέας μετανάστευσης, υπογραμμίζοντας ότι οι περισσότεροι από όσους έφυγαν δεν πρόκειται να επιστρέψουν, καθώς έχουν δημιουργήσει ζωή και οικογένεια εκτός Ελλάδας. «Η χώρα μας γερνάει πολύ πιο γρήγορα από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες λόγω της εξωτερικής μετανάστευσης. Το 2022-2023, η Ελλάδα βρέθηκε τρίτη παγκοσμίως σε μετανάστευση πληθυσμού, πίσω μόνο από την Ουκρανία λόγω πολέμου και το μικροσκοπικό Τουβαλού. Αυτή είναι η τραγική πραγματικότητα».
Στο επίκεντρο της ανάλυσής του βρέθηκαν και οι ακριτικές περιοχές, με τον ίδιο να επισημαίνει ότι «η Λέσβος και τα νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου βιώνουν καθημερινά τις συνέπειες μιας πολιτικής που τα αντιμετωπίζει ως παραμεθόριες ζώνες, με περιορισμένες δυνατότητες ανάπτυξης». Υπενθύμισε ότι από τη δεκαετία του 1980 υπήρξε μια μικρή άμβλυνση των ανισοτήτων, η οποία όμως από τη δεκαετία του ’90 αντιστράφηκε, οδηγώντας και πάλι σε μαρασμό.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στο ζήτημα του τουρισμού. Αναγνώρισε ότι αποτελεί σημαντική πηγή εισοδήματος για τα νησιά, προειδοποίησε όμως για τον κίνδυνο μονοκαλλιέργειας: «Ο τουρισμός δεν μπορεί να είναι πανάκεια. Αντίθετα, βαθαίνει το έλλειμμα της χώρας, γιατί οι τουρίστες καταναλώνουν αγαθά που εισάγουμε. Ταυτόχρονα οι βασικές υποδομές – από τα αεροδρόμια μέχρι τις μαρίνες – έχουν περάσει σε ξένα χέρια, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εθνική κυριαρχία». Παράλληλα ανέφερε τη ραγδαία πτώση της ιδιοκατοίκησης – από τα υψηλότερα ποσοστά στην ΕΕ στο 61% σήμερα – λόγω της μαζικής αγοράς ακινήτων από ξένους επενδυτές με προγράμματα όπως η «Golden Visa».
Για τον καθηγητή, η διέξοδος βρίσκεται σε μια νέα αντίληψη περιφερειακής ανάπτυξης: «Από την κοινωνία, για την κοινωνία, με την κοινωνία». Όπως τόνισε, τα σχέδια πρέπει να διαμορφώνονται τοπικά, με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της παραγωγικής και εκπαιδευτικής διαδικασίας κάθε περιοχής. «Η Ελλάδα δεν μπορεί να στηρίζεται μόνο σε εύκολο, συγκυριακό χρήμα. Χρειάζεται μια παραγωγική ανασυγκρότηση, όπου ο τουρισμός θα είναι συμπληρωματικός και όχι κυρίαρχος».
Δεν παρέλειψε να ασκήσει σκληρή κριτική και στο πολιτικό σύστημα, επισημαίνοντας ότι «χάνεται σταδιακά η Ελλάδα της δημοκρατίας και των θεσμικών κανόνων που οικοδομήθηκαν μετά το 1974». Αναφέρθηκε στις υποκλοπές, στις παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη και στην «υποβάθμιση των θεσμικών αντιβάρων», που ενισχύουν την απογοήτευση των πολιτών και εντείνουν τη μετανάστευση.
Τέλος, στάθηκε στις κοινωνικές ανισότητες που οξύνονται διεθνώς και στην Ελλάδα. «Το 1% του πληθυσμού γίνεται συνεχώς πλουσιότερο, ενώ τα εισοδήματα των εργαζομένων συρρικνώνονται. Στις ΗΠΑ η αναλογία μισθού CEO προς εργαζόμενο ήταν το 1980 στο 1 προς 20 και σήμερα είναι 1 προς 293. Παρόμοιες τάσεις βλέπουμε και στη χώρα μας. Η κοινωνία μας γίνεται πιο άνιση και πιο ευάλωτη».
Η διημερίδα στη Μυτιλήνη αποτελεί, όπως είπε, ένα βήμα για συζήτηση, αντιπαράθεση και αναζήτηση μιας εναλλακτικής πορείας. Θα συνδεθεί με το συνέδριο του Νοεμβρίου στην Αθήνα υπό τον τίτλο «Ελλάδα που χάνεται, Ελλάδα που θέλουμε». «Η δική μας πρόταση είναι μια εναλλακτική, δημοκρατική, ρεαλιστική προοπτική. Μόνο αν κινητοποιηθούν οι ίδιες οι κοινωνίες μπορούμε να διεκδικήσουμε ένα καλύτερο μέλλον για εμάς και τα παιδιά μας» κατέληξε ο κ. Τάσσης.
Oλόκληρη η συνέντευξη του κ.Τάσση στο βίντεο που ακολουθεί: