Εξελίξεις στην κτηνοτροφία: Τιμές, προκλήσεις και προοπτικές
Η Μαρία Χατζηγεωργίου και ο Νίκος Μανάβης σχολιάζουν τις τρέχουσες εξελίξεις στην αγορά του γάλακτος, του κρέατος αλλά και τις προκλήσεις σε σχέση με τις ζωονόσους που αντιμετωπίζει η κτηνοτροφία της χώρας
Από το NEWSROOM Δημοσίευση 7/12/2024
Μια ενδιαφέρουσα συζήτηση για τις τελευταίες εξελίξεις στον κτηνοτροφικό τομέα πραγματοποιήθηκε στο στούντιο του «Νησιού». Η Μαρία Χατζηγεωργίου φιλοξένησε τον δημοσιογράφο Νίκο Μανάβη, ειδικό σε θέματα αγροτικής οικονομίας, για να αναλύσουν την τρέχουσα κατάσταση στις τιμές του γάλακτος και του κρέατος, καθώς και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι παραγωγοί από τις ζωονόσους.
Το άνοιγμα των τιμών στο πρόβειο γάλα
Η συζήτηση ξεκίνησε με αναφορά στις τιμές του πρόβειου γάλακτος στη Λέσβο. Σύμφωνα με τον Νίκο Μανάβη, το γάλα κυμαίνεται στα 1,40-1,42 ευρώ ανά κιλό, ενώ ο Συνεταιρισμός Αγίας Παρασκευής πέτυχε τιμή-ρεκόρ 1,46 ευρώ. Παρόλα αυτά, οι υπόλοιποι συνεταιρισμοί δεν ακολούθησαν αυτό το παράδειγμα. Η έλλειψη συνεργασίας ανάμεσα στους συνεταιρισμούς περιορίζει τις δυνατότητες διαπραγμάτευσης, με αποτέλεσμα να διατηρείται μια στασιμότητα στην αγορά.
Ο Μανάβης τόνισε ότι το γάλα είναι ένα προϊόν με ιδιαιτερότητες. Πρέπει να διατεθεί άμεσα, καθώς δεν μπορεί να αποθηκευτεί για πάνω από μια μέρα, ακόμα και με τον σύγχρονο εξοπλισμό. Αυτό δημιουργεί πίεση στους κτηνοτρόφους να διαθέτουν το προϊόν τους γρήγορα, συχνά με περιορισμένες επιλογές.
Οι τιμές των τυροκομείων και οι προοπτικές
Η λειτουργία των τυροκομείων ξεκίνησε, αλλά οι τιμές παραμένουν χαμηλές για τους παραγωγούς. Ο Συνεταιρισμός Μεσοτόπου, που διαθέτει καθετοποιημένη παραγωγή και σημεία πώλησης σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα, αποτελεί φωτεινό παράδειγμα. Πέρυσι, προσέφερε τιμές έως και 1,52 ευρώ ανά κιλό γάλακτος, ενώ διέθεσε φέτα σε τιμή 8,55 ευρώ το κιλό, την πιο οικονομική στην αγορά. Παράλληλα, η παραγωγή του βασίζεται αποκλειστικά σε πρόβειο γάλα, σε αντίθεση με την τυπική πρακτική που περιλαμβάνει μείγμα κατσικίσιου γάλακτος έως 30%.
Ο Νίκος Μανάβης επεσήμανε ότι οι τιμές των τυριών παραμένουν υψηλές, καθώς η αγορά χαρακτηρίζεται από ολιγοπώλια στα σούπερ μάρκετ. Αυτά τα δίκτυα επηρεάζουν σημαντικά τη διαμόρφωση των τιμών, περιορίζοντας τις δυνατότητες κέρδους για τους κτηνοτρόφους.
Η αγορά του κρέατος και οι ζωονόσοι
Στη συνέχεια, η συζήτηση επικεντρώθηκε στις τιμές του κρέατος και στις δυσκολίες διάθεσης. Οι τιμές των αμνοεριφίων κυμαίνονται στα 5-5,5 ευρώ ανά κιλό, ενώ η ζήτηση έχει μειωθεί λόγω οικονομικών δυσχερειών των καταναλωτών. Ο Έλληνας καταναλωτής, που παλαιότερα προτιμούσε αρνί και κατσίκι για τις γιορτές, πλέον στρέφεται σε φθηνότερες εναλλακτικές.
Η εξαγωγή κρέατος προς Ιταλία, Γαλλία και Ισπανία ήταν μια καλή λύση στο παρελθόν, αλλά πλέον και αυτές οι αγορές αντιμετωπίζουν δυσκολίες λόγω της ευρύτερης οικονομικής κρίσης. Ο Μανάβης σημείωσε ότι η μειωμένη ζήτηση επηρεάζει σημαντικά το εισόδημα των κτηνοτρόφων, οι οποίοι καλούνται να προσαρμοστούν σε μια δύσκολη πραγματικότητα.
Επιπλέον, οι ζωονόσοι αποτελούν μόνιμη ανησυχία για τον κλάδο. Η ευλογιά, που εμφανίστηκε πρόσφατα, έχει μεγαλύτερη επικινδυνότητα από προηγούμενες ασθένειες, όπως η πανώλη. Αυτές οι κρίσεις πλήττουν τόσο την παραγωγή όσο και την αγορά, δημιουργώντας αβεβαιότητα για το μέλλον.
Το μέλλον της κτηνοτροφίας
Ο Μανάβης κατέληξε υπογραμμίζοντας την ανάγκη για οργάνωση και συνεργασία στους συνεταιρισμούς, προκειμένου να διασφαλιστούν καλύτερες τιμές για τους παραγωγούς. Η καθετοποίηση της παραγωγής, όπως στην περίπτωση του Μεσοτόπου, μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για άλλους συνεταιρισμούς.
Η κτηνοτροφία παραμένει ένας κρίσιμος τομέας για την οικονομία της Λέσβου και της Ελλάδας γενικότερα. Παρά τις δυσκολίες, οι προοπτικές παραμένουν θετικές, εφόσον αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά τα προβλήματα της αγοράς και των ζωονόσων. Η ενίσχυση της συνεργασίας, η καινοτομία και η προσαρμογή στις απαιτήσεις των καταναλωτών μπορούν να εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του κλάδου στο μέλλον.