Έρχεται το Πανηγύρι του Ταύρου στην Αγία Παρασκευή
250 χρόνια συμπληρώνονται φέτος για το πλέον ξεχωριστό πανηγύρι της Λέσβου
Από το NEWSROOM Δημοσίευση 24/6/2024

Την Παρασκευή 28 Ιουνίου ξεκινούν οι τετραήμερες εκδηλώσεις στην Αγία Παρασκευή για το Πανηγύρι του Ταύρου. Φέτος συμπληρώνονται 250 χρόνια από το 1774, όπου ήταν η πρώτη χρόνια διοργάνωσης του ξακουστού πανηγυριού της Λέσβου, από το Γεωργικό Σωματείο Αγίας Παρασκευής «Η Πρόοδος». Κεντρικός πυρήνας του πανηγυριού είναι η θυσία του στεφανωμένου ταύρου στη μνήμη του Αγίου Χαραλάμπου, στο πευκόφυτο βουνό του Ταύρου, όπου μεταβαίνουν με τα στολισμένα άλογα οι πανηγυριστές.
Σύμφωνα με την ιστοριογραφία το Γεωργικό Σωματείο αναλαμβάνει τη διεξαγωγή δημοπρασίας για την ανάδειξη του «χορηγού» που θα χρηματοδοτήσει τα έξοδα του ταύρου, αλλά και του συνόλου των εκδηλώσεων. Το όνομα του χορηγού αναγράφεται σε μικρή ταμπέλα, που τοποθετείται στο μέτωπο του ταύρου. Την πρώτη μέρα, έξω από το σπίτι του πρωτοζευγά, ο ταύρος στολίζεται με λουλουδένιο στεφάνι, ενώ τα κέρατά του χρυσώνονται με «βαράκι» (λεπτό φύλλο χρυσού). Από το σημείο αυτό, ξεκινά μια πομπή, με επικεφαλής τον πρωτοζευγά, τον ιερέα και τη «σημαία» του Αγίου Χαράλαμπου. Η πομπή με πάνδημη συμμετοχή και θρησκευτική μέθεξη διασχίζει τους δρόμους της κωμόπολης. Κάτοικοι όλων των ηλικιών φιλούν την εικόνα του αγίου, προσφέρουν αφιερώματα και ακουμπούν το ζώο. Ο πρωτοζευγάς κρατά τη σημαία και, δίπλα, η γυναίκα του την εικόνα του αγίου. Η πομπή, καβάλα σε άλογα, διασχίζει και πάλι τους δρόμους της κωμόπολης, υπό τους ήχους του «Κιόρογλου», ενώ οι κάτοικοι και οι επισκέπτες προσφέρουν κεράσματα στους καβαλάρηδες. Η πομπή σταματά στην περιοχή «Καυκάρα», όπου περιμένει ο ιερέας μαζί με τον ταύρο και όλοι μαζί συνεχίζουν προς το βουνό. Εκεί, ο ιερέας ευλογεί το ζώο, τον «χορηγό» του και όλους τους έφιππους.
Το Σάββατο, οι καβαλάρηδες στολίζουν τα άλογά τους και κατηφορίζουν προς την αγορά της κωμόπολης, όπου τους περιμένουν οι ορχήστρες.Εκεί, το απόγευμα γίνεται ο δεύτερος πλειστηριασμός, αυτή τη φορά για τον θύτη του ταύρου.
Στη συνέχεια, το κρέας του ζώου τεμαχίζεται και ρίχνεται σε μεγάλα καζάνια, που σιγοβράζουν κάτω από τα ελαιόδεντρα της περιοχής, μαζί με σιτάρι, κρεμμύδια και μυρωδικά για την παρασκευή του «κισκέκ» ή «κεσκέτσι», του παραδοσιακού εδέσματος που προσφέρεται στους προσκυνητές. Η διαδικασία διαρκεί όλη τη νύχτα και τις προμεσημβρινές ώρες της Κυριακής, μετά την πανηγυρική λειτουργία στο ξωκλήσι, μοιράζεται στους παραβρισκόμενους για να ακολουθήσει μεθυστικό γλέντι με τη συνοδεία ρακής και μουσικής από τις πλανόδιες ορχήστρες.Το μεσημέρι πια της Κυριακής, καβαλάρηδες και πεζοί κατηφορίζουν προς την Αγία Παρασκευή.
Το Σωματείο αθλοθετεί δώρα και στεφανώνει τους πρώτους νικητές. Το πανηγύρι συνεχίζεται στην αγορά της κωμόπολης με κεράσματα, μουσική και χορό, μέχρι τις πρώτες μεταμεσονύκτιες ώρες. Το πρωί της Δευτέρας, πραγματοποιείται το «κλείσιμο» του πολυήμερου πανηγυριού με τα «χαρλαμέλια».
Το θαύμα του Ταύρου περιγράφει με χαρακτηριστικό τρόπο ο Χριστόφας Δ. Χατζηγιάννης στο φυλλάδιο που εκδόθηκε με τίτλο «Το Πανηγύρι του Ταύρου Αγίας Παρασκευής Λέσβου Θρύλοι – Ιστορία – Περιγραφή».
«…Ανατολικά της Αγίας Παρασκευής απλώνεται το μεγάλο πευκοδάσος, το «Τσαμλίκι». Εκτείνεται πολύ, μέχρι το Μπαλτζίκι, τον Κυδώνα. Στο βορειοανατολικό τμήμα το Τσαμλικιού, που οι αρχαίοι το έλεγαν Μακιστο, στην πλαγιά του βουνού Ταύρος, χωμένο μέσα στα πεύκα, πάνω από μία πηγή, είναι το ξωκλήσι του Αγίου Χαραλάμπους. Ανάμεσα στα ξέφωτα των πευκόκλαδων, βιγλίζει τη θάλασσα της Ανατολής και τις ακτές της Μικρασίας. Στις αρχές του 19ου αιώνα το ξωκλήσι ήταν χάλασμα. Μια μάντρα με ξερολιθιά. Δεν το λειτουργού κανείς, γιατί οι Μπαλτζικιώτες Τούρκοι ήταν φοβεροί. Εκεί είχε το λημέρι του ένας Καπιώτης Τούρκος νταής, που λυμαινόταν την περιοχή. Οι Αγιαπαρασκευώτες το ‘ξεραν. Εδώ έγινε το θαύμα που στάθηκε η αφορμή του πανηγυριού του Ταύρου, σύμφωνα με την πιο έγκυρη παράδοση.
Τότε, λοιπόν, ένας Αγιοπαρασκευώτης ζευγάς, που λεγόταν Μαλομύτης, έχασε το ταυρί του. Πήρε το δρόμο αναζητώντας τα ίχνη του, που έπεφταν στο Τσαμλίκι. ώρες πλανιόταν εκεί κι άθελά του πάτησε την απάτητη από πόδι Χριστιανικό περιοχή του Ταύρου. Αλλά ταυρί δεν φαινόταν. Απελπισμένος, μουσκίδι στον ιδρώτα, ανέβηκε σε ένα ξέφωτο να θωρήσει τα γύρω. Και …να σου παρουσιάζεται μπρος του ένας καλόγερος ψηλός, ξερακιανός, με άσπρη γενειάδα. «Το ταυρί σου θα το βρεις εκεί» του λέει και του δείχνει πιο πέρα, κατά τον μαντρότοιχο, που ήταν το ξωκλήσι. Γυρίζει ο Μαλομύτης, να τον ρωτήσει ποιος είναι και πούθε έρχεται. Ο καλόγερος άφαντος… Του φωνάζει και τον καλεί… Τίποτα. Κάνει τότε το σημείο του Σταυρού και τραβά κατά τη μάντρα. Είδε το ξωκλήσι του Αγίου Χαραλάμπους και κατάλαβε πως ο καλόγερος ήταν οπτασία θεϊκή, ήταν ο Άγιος… Φρίκη και ρίγος τον κατέλαβε, πέφτει γονατιστός και προσκυνά τη Χάρη του. Κοιτάζει τριγύρω. Ερημιά! Ταυρί πουθενά. Ο Μαλομύτης γαλήνεψε κι έκανε κατά τη πηγή, δυο βήματα πιο κάτω, να ξεπλύνει τον ιδρώτα και να δροσίσει το στόμα του. Μα έτσι καθώς σκύβει στην πηγή, παίρνει η ματιά του καταντίκρυ, πιο πίσω από το ξωκλήσι τον Τούρκο νταή, το λήσταρχο της περιοχής, αγριάνθρωπο, με τη κουμπούρα στο χέρι. Κι ο Τούρκος, καθώς ανταμώθηκαν οι ματιές τους, έσυρε φωνή «Έλα δω, ρε γκιαούρη…». Ο Μαλομύτης τρομαγμένος, με ξερό λαρύγγι, πλησίασε. «Τι γυρεύεις εδώ», του κάνει ο Τούρκος. Το και το αφέντη, του απαντά και του λέγει για το χαμένο ταυρί. «Το ταυρί σου το ‘χω γω, κι έλα να στο δώσω, κι έχε χάρη σ’ αυτόν τον Άγιο προσκυνάς καημένε… Τρεις φορές σ’ έβαλα σημάδι, όταν ήσουν γονατιστός στο μαντρί, μα και τις τρεις σ’ έχανα από μπρος μου την ώρα που ‘ταν να σου ρίξω. Σ’ έκρυβε αυτός ο Άγιός σου… Πάρε λοιπόν το ταυρί και σύρε στο χωριό σου. Μα να ξανάρθεις να γιορτάσεις εδώ τον Άγιο που σε γλύτωσε…».