Χριστιανοί πολίτες vs εθνομηδενιστές πολίτες και τανάπαλιν
Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Δημοσίευση 21/8/2020

Λίγες είναι οι φορές που διαβάζω σχόλια αναγνωστών σε δημοσιευμένα άρθρα του Διαδικτύου. Κι όταν τα διαβάζω φρίττω, απογοητεύομαι και συνάμα αγωνιώ. Όλα σχεδόν προέρχονται από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, κυρίως το περιβόητο F/B. Οι σχολιαστές με έναν οχετό υβρεολόγιου αναθεματίζουν τους πάντες, ένθεν κακείθεν: πολιτικούς, δημοσιογράφους, εκπροσώπους κοινωνικών φορέων, εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης, εκκλησιαστικούς άνδρες, νομικούς, εκπαιδευτικούς, πρόσφυγες, μετανάστες, εμπόρους, ακόμα κι απλούς πολίτες. Ουδείς μένει στο απυρόβλητο και ουδείς εξαιρείται. Εκείνο, βέβαια, που συγκλονίζει πάρα πολύ είναι το γεγονός ότι, τα περισσότερα σχόλια διακρίνονται τόσο για την ανορθογραφία τους όσο και για το ό,τι γράφονται από συνανθρώπους μας - οι περισσότεροι κατώτατου πνευματικού επιπέδου.
Αρκετοί από δαύτους διεκδικούν το ρόλο του θεματοφύλακα: της δημοκρατίας, της πολιτικής σκέψης, της δικαιοσύνης, της κοινωνικής ισότητας, της πατρίδας, του έθνους, της Εκκλησίας και της χριστιανικής πίστης, κ.λπ. Για τα τρία τελευταία μάλιστα γράφονται τα πιο απίθανα σχόλια. Η αποκατάσταση λόγου χάριν της χριστιανικής πίστης και η διάσωση της πατρίδας μας από μύριους εχθρούς – όπως, βέβαια, τους αντιλαμβάνονται οι σχολιαστές – υποστηρίζουν πως θα έλθει μόνο με τον πέλεκυ και τη σκληρή τιμωρίατων εχθρών. Ποιοι είναι οι εχθροί; Μα οι φασίστες, οι εθνικιστές, οι πατριδοκάπηλοι, οι ακραίοι από τη μια και οι εθνομηδενιστές, οι εθνοπροδότες,οι εκκλησιομάχοι, οι πρόσφυγες, οι άθεοι, οι μετανάστες από την άλλη μεριά. Απαιτείται πολλή υπομονή για να βάλεις σε μια σειρά όλους τους παραπάνω και να βγάλεις άκρη με τα σχόλιά τους.
Το ερώτημα, ωστόσο, είναι αν αξίζει τον κόπο να τα λαμβάνει κανείς υπ’ όψιν. Πράγματι, με επιφανειακή ανάγνωσή τους σκέφτεσαι ότι δεν αξίζει. Όμως, μια βαθύτερη αξιολόγησή τους καταδεικνύει ότι, ως γεγονός κοινωνικό, πολιτικό γιατί όχι και πνευματικό, ετούτος ο οχετός του υβρεολογίου είναι πάρα πολύ επικίνδυνος. Διχάζει και τρομοκρατεί. Με άλλα λόγια, πιο σύνθετα όμως, πρόκειται για ήττα του πολιτισμού, ελληνικού και παγκόσμιου, που υπό αντίστοιχες συνθήκες μέσα στην Ιστορία, με τέτοιες νοοτροπίες εξέθρεψε, γέννησε και άπλωσε το κακό σ’ ολάκερη την οικουμένη: πόλεμοι, δυστυχία, πείνα, εξαθλίωση.
Εδώ, από την πλευρά του εκπαιδευτικού – θεολόγου ας μου επιτραπούν οι παρακάτω νύξεις, οι οποίες σχετίζονται με όλους εκείνους τους ζηλωτές, σταυροφόρους προφήτες, υπερορθόδοξους και υπερπατριώτες, που με τα σχόλιά τους πιστεύουν πως προστατεύουν την Εκκλησία και την πατρίδα από πολυπρόσωπους φανερούς και αφανείς εχθρούς.
Πρώτον, όταν κατά γράμμα ερμηνεύουμε τον όρο «Ορθόδοξος», δεν είναι δυνατόν να υπηρετούμε Εκείνον που σάρκωσε την αγάπη, την αυταπάρνηση, την καρτερία, την ανεκτικότητα, την αλληλεγγύη και την ανεξικακία.
Δεύτερον, επειδή ο Αύγουστος είναι ο μήνας της Παναγιάς, καλό είναι να σκεφτούμε πως στην ανθρωπολογία των Παρακλητικών Κανόνων ο κάθε άνθρωπος, απ’ όπου κι αν προέρχεται, είναι πλάσμα που φοβάται και ελπίζει.
Τρίτον, ο σεμνότυφος και ναρκισσευόμενος «εκκλησιασμός» αρνείται την οικουμενικότητα του ευαγγελικού μηνύματος.
Πέμπτον, το μήνυμα του Ευαγγελίου είναι μήνυμα της «οντολογικής ταύτισης» του ίδιου του Χριστού με κάθε ελάχιστο και κατατρεγμένο αδελφό συνάνθρωπόμας.
Έκτον, δίχως την προτεραιότητα της αγάπης του Θεού για κάθε άνθρωπο, του ανθρώπου προς το Θεό και, βέβαια, της αγάπης του ανθρώπου προς κάθε συνάνθρωπο, η λεγόμενη «χριστιανική πίστη» που λέμε πως έχουμε, όταν τη χρησιμοποιούμε για να πολεμήσουμε και να προφυλαχτούμε από τους άλλους (τους εχθρούς εν προκειμένω), γίνεται χριστιανική πίστη χωρίς αγάπη και καρτερία.
Έβδομον, δεν γινόμαστε ούτε μπορούμε να είμαστε χριστιανοί κι αλληλέγγυοι με καμιά αποσπασματική πράξη, όπως λόγου χάριν η ελεημοσύνη και η φιλανθρωπία, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα μας, που μονομερώς στοχεύειστην κάλυψη υλικών αναγκών.
Όγδοον, οι χριστιανοί όταν έχουν αποφασιστική σχέση με το Χριστό, οφείλουν να νοιάζονται για να διαφυλαχτεί αλώβητη η ελευθερία του Άλλου, για να μη σκοντάψει το πόδι της ετούτη η ελευθερία ούτε στο παραμικρό εμπόδιο.
Ένατον, ο φανατισμός κι ο ρατσισμός απ’ όποια πλευρά κι αν προέρχονται, αλλά και η τυπολατρία,αφήνουν ασυγκίνητο τον Χριστό.
Δέκατον, όταν κοπτόμαστε για το καλό της πατρίδας μας και θέλουμε να λεγόμαστε πατριώτες ας σκεφτούμε ότι, ο αληθινός πατριωτισμός δεν μπορεί να είναι σωβινισμός και εθνικισμός. Σκεφτόμαστε σοβαρά αυτό που έλεγε ο Μακρυγιάννης: «Γλυκύτερον πράμα δεν είναι άλλο από την πατρίδα […] Κι όσο αγαπώ την πατρίδα μου δεν αγαπώ άλλο τίποτας. Ναρθεί ένας να μου ειπεί ότι θα πάγει ομπρός η πατρίδα, στρέγομαι να μου βγάλει και τα δυό μου μάτια. Ότι αν είμαι στραβός και η πατρίδα μου είναι καλά, με θρέφει· αν είναι η πατρίδα μου αχαμνά, δέκα μάτια νάχω, στραβός θα είμαι».
Ετούτον τον λόγο του Μακρυγιάννη ας τον έχουμε καλά στο νου μας. Οποιοδήποτε άλλη έγνοια για την πατρίδα, εθνομηδενιστική από τη μια και εθνικοφρονούσα από την άλλη μεριά («αχαμνά» που λέγει ο Μακρυγιάννης), μόνο από εθνομηδενιστικά ήθεόληπτα και πατριδοκάπηλα νευρόσπατα θα προέρχεται.