
Ο δημοτικός σύμβουλος Μυτιλήνης και απερχόμενος πρόεδρος της ΔΕΔΑΠΑΛ Γιώργος Αλεξίου προκάλεσε πολιτική έκρηξη στη χθεσινή συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου, ανοίγοντας την τοποθέτησή του με πολλές ειδήσεις. Ο κ. Αλεξίου ανακοίνωσε ότι η ΔΕΔΑΠΑΛ έγινε ο πρώτος φορέας διαχείρισης αποβλήτων στην Ελλάδα που εγκρίνεται από το Υπουργείο Εσωτερικών για την πρόσληψη συνολικά 37 μόνιμων υπαλλήλων.
Ανέφερε αναλυτικά ότι θα προσληφθούν εργαζόμενοι όλων των ειδικοτήτων, ανάμεσά τους δυο διοικητικοί λογιστικοί, ένας δημοσιογράφος, τρεις ζυγιστές, έξι οδηγοί, ένας ηλεκτρολόγος, δυο μηχανοτεχνικοί οχημάτων, τρεις χειριστές μηχανημάτων, τέσσερις υπάλληλοι οικονομικού διοικητικού, ένας μηχανικός παραγωγής και διοίκησης, ένας μηχανολόγος μηχανικός, ένας πολιτικός μηχανικός, ένας περιβαλλοντολόγος, δυο λογιστικοί, δυο μηχανολόγοι, τρεις εργάτες καθημερινών καθηκόντων και άλλοι τέσσερις στην καθαριότητα. Το σύνολο φτάνει τα 37 άτομα και, όπως τόνισε, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα άλλος φορέας που να έχει πάρει τέτοια έγκριση.
Αμέσως μετά ανέδειξε το δεύτερο ζήτημα, το οποίο χαρακτήρισε κρίσιμο για τα οικονομικά των δήμων αλλά και κάθε νοικοκυριού. Υποστήριξε ότι η αλλαγή διοίκησης στον Φορέα που θα αναλάβει τα έργα διαχείρισης στο Βόρειο Αιγαίο συνδέεται άμεσα με την επίσπευση σύμβασης ΣΔΙΤ χωρίς να έχει δοθεί οικονομοτεχνική μελέτη. Χρησιμοποίησε ως παράδειγμα τη Στερεά Ελλάδα που μπαίνει τώρα σε ΣΔΙΤ και, όπως είπε, το κόστος διαχείρισης από 47 ευρώ ανά τόνο ανεβαίνει στα 103 ευρώ. Τόνισε ότι αυτό σημαίνει ότι οι δημότες θα πληρώσουν διπλά ή και τριπλάσια τέλη αποκομιδής και επεξεργασίας απορριμμάτων.
Ο κ. Αλεξίου υπογράμμισε πως η διοίκηση της ΔΕΔΑΠΑΛ αρνήθηκε να προχωρήσει σε ΣΔΙΤ χωρίς ολοκληρωμένη οικονομοτεχνική μελέτη. Ανέφερε ότι αυτός ήταν ο λόγος που η Λέσβος έχασε τη διοίκηση του φορέα και ότι αν ο ίδιος είχε συναινέσει, θα είχε παραμείνει πρόεδρος. Είπε ότι «όλο το παιχνίδι» στήθηκε επειδή η ΔΕΔΑΠΑΛ μαζί με την προηγούμενη διοίκηση Κατσαβέλη ζήτησαν στοιχεία για το πραγματικό κόστος των έργων. Τα στοιχεία αυτά, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν δόθηκαν ποτέ από το Υπουργείο Περιβάλλοντος.
Στη συνέχεια πέρασε σε έναν εκτενή απολογισμό του έργου της διοίκησης. Αρχικά ανέφερε ότι όταν παρέλαβε τη ΔΕΔΑΠΑΛ, η επιχείρηση είχε περίπου 200.000 ευρώ. Σήμερα, όπως είπε, το ταμείο διαθέτει 1.000.000 ευρώ για τις ανάγκες της. Αντίθετα, υποστήριξε ότι η προηγούμενη ΔιαΝΟΧ της Χίου είχε παραδοθεί με μόλις 10.000 έως 20.000 ευρώ. Επισήμανε ότι η ΔΕΔΑΠΑΛ έλαβε διαχειριστική επάρκεια από τις πρώτες επιχειρήσεις στη χώρα και ότι με αυτό τον τρόπο μπόρεσε να εκτελεί έργα, να κάνει μελέτες και να επιβλέπει διαδικασίες σε σχέση με τις αρμοδιότητες του φορέα.
Τόνισε ακόμη πως μέσα σε διάστημα ενός μηνός καταρτίστηκε καταστατικό για ολόκληρο το Βόρειο Αιγαίο χωρίς να ανατεθεί σε εταιρεία, παρά μόνο με τη συμβολή δικηγόρου και των στελεχών της επιχείρησης. Δημιουργήθηκε οργανισμός, τεχνικό πρόγραμμα και προϋπολογισμός και στάλθηκαν σε όλους τους δήμους ώστε ο Φορέας να λειτουργήσει ενιαία και να λάβει διαχειριστική επάρκεια μέσα στις πρώτες συνεδριάσεις της νέας διοίκησης.
Ακολουθώντας αυτή την επιχειρηματολογία, πέρασε στη σκληρή πολιτική κριτική. Υποστήριξε ότι η Λέσβος έχασε τη διοίκηση επειδή άλλοι δήμαρχοι επέλεξαν να στηρίξουν τη Χίο ώστε να προχωρήσει άμεσα η ανάθεση του ΣΔΙΤ από τον Γενικό Γραμματέα Περιβάλλοντος. Κατήγγειλε ότι υπήρχαν υποσχέσεις για έργα σε άλλους δήμους, όπως πράσινα σημεία και βιολογικοί καθαρισμοί, κάτι που επηρέασε το αποτέλεσμα των εκλογών στον Φορέα.
Είπε ότι ο κ.Φραγκόπουλος διακινούσε εδώ και δυο μήνες ότι η Λέσβος έχει χάσει τη διοίκηση. ενώ κατηγόρησε τον δήμαρχο Δυτικής Λέσβου Ταξιάρχη Βέρρο για αθέτηση συμφωνίας, λέγοντας ότι ο μόνος που στήριξε μέχρι τέλους ήταν ο Δημήτρης Μακρογιάννης.
Στο τέλος της ομιλίας του επανέλαβε ότι η ΔΕΔΑΠΑΛ δικαιώθηκε και στη διεκδίκηση μετοχών που είχαν μεταφερθεί σε άλλες περιφέρειες, τονίζοντας ότι η επιστροφή τους έγινε ύστερα από προσφυγή της Λέσβου και όχι της Χίου. Υποστήριξε ότι η ΔΕΔΑΠΑΛ είναι η μόνη επιχείρηση έτοιμη να εκτελέσει έργα και είπε πως όλη η προσπάθεια της διοίκησης έγινε ώστε να μην πληρώνει ο πολίτης υπέρογκα ποσά, να υπάρχει κομποστοποίηση, παραγωγή λιπασμάτων, έσοδα για τους δήμους και επιστροφή αυτών των εσόδων στους δημότες.
Κλείνοντας είπε ότι δεν τον ενδιέφερε ποτέ η καρέκλα ούτε το αξίωμα και ότι ό,τι έγινε, έγινε για τα συμφέροντα των δημοτών της Λέσβου. Μετά τη δήλωσή του, η αντιπολίτευση αποχώρησε από τη συνεδρίαση.
Το σχόλιο του συντάκτη
Η τοποθέτηση Αλεξίου δεν αποτελεί απλώς έναν απολογισμό διοίκησης αλλά ένα ηχηρό καμπανάκι για την προώθηση μιας πολιτικής επιλογής που μεταφέρει το μεγαλύτερο μέρος του κόστους στους δημότες και το κέρδος σε ιδιωτικά συμφέροντα.
Η επιμονή στην υπογραφή ΣΔΙΤ χωρίς οικονομοτεχνική μελέτη δείχνει ότι η συζήτηση δεν αφορά την ορθολογική διαχείριση των απορριμμάτων αλλά τον έλεγχο μιας τεράστιας πίτας έργων και χρηματοδοτήσεων. Η σύγκριση με τη Στερεά Ελλάδα και η προοπτική τελών που μπορεί να διπλασιαστούν ή και να τριπλασιαστούν δεν αφήνουν περιθώριο παρερμηνειών. Το τίμημα θα πληρωθεί όχι από τους φορείς που αποφασίζουν αλλά από κάθε νοικοκυριό της Λέσβου.
Σε αυτό το πλαίσιο η στάση του Δημάρχου Δυτικής Λέσβου αποκτά κεντρικό πολιτικό βάρος. Οι δεσμεύσεις που δεν τηρήθηκαν και οι μετακινήσεις στήριξης διαμορφώνουν όχι μόνο το αποτέλεσμα της διοίκησης του Φορέα αλλά και το περιεχόμενο της πολιτικής που θα ακολουθηθεί από δω και πέρα. Το ζήτημα δεν είναι ποιος κάθεται στην προεδρία αλλά ποιοι ασκούν επιρροή και με τι αντάλλαγμα.
Η υπόθεση δεν αφορά θεσμικές ισορροπίες αλλά την τσέπη του πολίτη. Οι αποφάσεις και οι επιλογές που έγιναν θα καθορίσουν πόσο θα πληρώνει ο δημότης για τα σκουπίδια του τα επόμενα χρόνια.
Η αλλαγή διοίκησης χωρίς τεκμηριωμένη οικονομική πρόβλεψη λειτουργεί ως προοίμιο μιας πολιτικής που θα αναζητά έσοδα όχι μέσα από διαφάνεια και ορθολογική διαχείριση αλλά μέσα από αυξήσεις δημοτικών τελών και εκχωρήσεις κρίσιμων λειτουργιών στον ιδιωτικό τομέα.
Αυτό που απομένει να κριθεί πλέον δεν είναι αν η Λέσβος έχασε μια προεδρία αλλά αν οι δήμοι θα χάσουν τον έλεγχο ενός βασικού δημόσιου αγαθού και αν οι πολίτες θα πληρώσουν το κόστος της επιλογής της Δημοτικής Αρχής Δυτικής Λέσβου που δεν συζητήθηκε ποτέ ανοιχτά. Οι συνέπειες θα φανούν σύντομα στους λογαριασμούς των δημοτών.