Εξαιρετικά θετικά αποτιμάται η εικόνα του Βορείου Αιγαίου από τους επισκέπτες του, σύμφωνα με την πρόσφατη ανάλυση INSETE – TRAVELSAT Q2 2025, που καταγράφει την εμπειρία των τουριστών στην Ελλάδα και τις επιμέρους Περιφέρειες. Η συνολική βαθμολογία για το Βόρειο Αιγαίο ανήλθε στο 9,1/10, ακριβώς στον εθνικό μέσο όρο, γεγονός που δείχνει ότι οι τουρίστες που επισκέφθηκαν τη Λέσβο, τη Χίο, τη Λήμνο και τα υπόλοιπα νησιά της Περιφέρειας έμειναν ιδιαιτέρως ικανοποιημένοι από την εμπειρία τους.
Αναλυτικά, το Βόρειο Αιγαίο κατέγραψε πολύ υψηλές επιδόσεις σε δύο κρίσιμους τομείς. Στη βιωσιμότητα, η Περιφέρεια συγκέντρωσε βαθμολογία 9,4, κατατάσσοντάς την στις πρώτες θέσεις πανελλαδικά. Αυτό αποδίδεται στη στροφή σε πιο υπεύθυνες πρακτικές, στην ανάδειξη του φυσικού περιβάλλοντος και στη μικρότερη πίεση που ασκεί η τουριστική δραστηριότητα σε σύγκριση με υπερκορεσμένους προορισμούς όπως οι Κυκλάδες. Παράλληλα, στον δείκτη υγιεινής, το Βόρειο Αιγαίο έλαβε επίσης 9,2, πάνω από τον πανελλαδικό μέσο όρο, γεγονός που ενισχύει την αίσθηση ασφάλειας και ποιότητας υπηρεσιών για τους επισκέπτες.
Στα επιμέρους πεδία της εμπειρίας, οι τουρίστες έδωσαν υψηλές βαθμολογίες για τη γαστρονομία, τη θάλασσα και τον πολιτισμό, με το Βόρειο Αιγαίο να συμβαδίζει με τις υπόλοιπες ελληνικές Περιφέρειες. Αν και ο συνολικός αριθμός κριτικών για την περιοχή ήταν χαμηλότερος συγκριτικά με πιο ανεπτυγμένους τουριστικά προορισμούς, η ποιότητα της εμπειρίας αποτυπώθηκε έντονα στις θετικές αναφορές.
Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι πως τα νησιά του Βορείου Αιγαίου, παρά το μικρότερο μερίδιο τους στον τουριστικό χάρτη της χώρας, καταφέρνουν να διατηρούν υψηλή ικανοποίηση στους επισκέπτες, με πλεονέκτημα τη βιωσιμότητα, την καθαριότητα και την αυθεντικότητα των εμπειριών που προσφέρουν. Ένα δεδομένο που ενισχύει τη δυναμική της περιοχής για πιο ποιοτική και αειφόρο τουριστική ανάπτυξη στο μέλλον.
Τι έδειξε η ανάλυση για το σύνολο της χώρας
Η Ελλάδα εξακολουθεί να διατηρεί την ελκυστικότητά της ως τουριστικός προορισμός, όπως αποτυπώνεται στη μελέτη INSETE – TRAVELSAT Q2 2025, που καλύπτει το διάστημα Απριλίου – Ιουνίου 2025. Παρά τις σημαντικές προκλήσεις που καταγράφονται στη διαδικτυακή φήμη της χώρας, η συνολική εμπειρία των επισκεπτών παραμένει σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα.
Συγκεκριμένα, η Ελλάδα συγκέντρωσε γενική αξιολόγηση 9,1/10, ξεπερνώντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (8,8). Οι κριτικές άγγιξαν τις 188.000 μέσα στο τρίμηνο, επιβεβαιώνοντας την έντονη τουριστική κίνηση με την έναρξη της θερινής περιόδου. Οι επισκέπτες αναδεικνύουν τη γαστρονομία (9,2) ως κορυφαία εμπειρία, ακολουθούμενη από τη θάλασσα (9,1) και τον πολιτισμό (9,1). Η φιλοξενία και το προσωπικό αποτελούν το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του ελληνικού τουρισμού, με εντυπωσιακή βαθμολογία 9,5, που επιβεβαιώνει τη διεθνή εικόνα της χώρας ως φιλόξενου προορισμού. Αντίθετα, η σχέση ποιότητας – τιμής βαθμολογήθηκε με 8,9, ενώ πιο χαμηλές επιδόσεις εμφανίζονται στη βιωσιμότητα (8,5) και την υγιεινή (8,3), τομείς όπου καταγράφεται η μεγαλύτερη περιφερειακή διαφοροποίηση.
Η ανάλυση ανά Περιφέρεια δείχνει μεγάλες αποκλίσεις. Η Δυτική Μακεδονία και η Θεσσαλία βρίσκονται στην κορυφή με 9,5, ενώ πολύ υψηλά σκορ κατέγραψαν τα Ιόνια Νησιά και οι Κυκλάδες (9,3). Το Βόρειο Αιγαίο (9,1) κινείται στον εθνικό μέσο όρο, αλλά ξεχωρίζει στη βιωσιμότητα (9,4) και την υγιεινή (9,2), στοιχεία που ενισχύουν την εικόνα ποιοτικής και ασφαλούς εμπειρίας. Στον αντίποδα, η Πελοπόννησος είχε την πιο χαμηλή επίδοση στην υγιεινή (6,0), ενώ οι Κυκλάδες και η Στερεά Ελλάδα υστέρησαν στον δείκτη βιωσιμότητας.
Σε ό,τι αφορά τις αγορές προέλευσης, οι επισκέπτες από τις Ηνωμένες Πολιτείες (9,3) και το Ηνωμένο Βασίλειο (9,2) εκφράζουν τα υψηλότερα επίπεδα ικανοποίησης. Αντίθετα, χαμηλότερες αξιολογήσεις δίνουν οι Γερμανοί (8,6), οι Ιταλοί (8,5) και οι Γάλλοι (8,4). Ξεχωρίζουν οι Πολωνοί και οι Ούγγροι στη Θεσσαλία με πολύ υψηλά σκορ (9,7 και 9,5 αντίστοιχα), καθώς και οι Βούλγαροι στην Κεντρική Μακεδονία (9,5).
Η διαδικτυακή φήμη της Ελλάδας ακολουθεί διαφορετική πορεία. Ο Δείκτης Καθαρής Φήμης (NSI) υποχώρησε στο 39, τοποθετώντας τη χώρα στην 5η θέση μεταξύ των ανταγωνιστικών προορισμών, πάνω μόνο από την Ισπανία (29). Αντίθετα, η Αθήνα διατήρησε καλύτερη εικόνα με δείκτη 61, κοντά στην πρωτοπόρο Κροατία (66). Το μεγαλύτερο βάρος στη θετική εικόνα έδωσαν οι διαδικτυακές συζητήσεις γύρω από τον πολιτισμό (87), τη φιλοξενία (79) και τη γαστρονομία (78), με αναφορές σε εμβληματικά αξιοθέατα, γαστρονομικές εμπειρίες και παραδοσιακή φιλοξενία.
Οι αρνητικές αναφορές σχετίζονται κυρίως με το περιβάλλον και τα φυσικά φαινόμενα, που συγκέντρωσαν το χαμηλότερο σκορ (60). Σεισμοί στην Κρήτη και στο Αιγαίο, πλημμύρες στην Πάρο και τη Μύκονο, πυρκαγιές στη Χίο αλλά και καύσωνες διαμόρφωσαν αρνητική εικόνα. Σε αυτά προστέθηκαν διαμαρτυρίες για κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα, όπως οι αντιδράσεις σε Ισραηλινούς επισκέπτες λόγω της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή και η συζήτηση για την ιδιωτικοποίηση παραλιών.
Η συνολική εικόνα που προκύπτει είναι διττή. Από τη μια πλευρά, οι τουρίστες αξιολογούν την Ελλάδα ως έναν από τους κορυφαίους προορισμούς στην Ευρώπη, με ισχυρά στοιχεία τη φιλοξενία, τον πολιτισμό και τη γαστρονομία. Από την άλλη, οι φυσικές καταστροφές και τα ζητήματα βιωσιμότητας λειτουργούν ως παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τη διεθνή φήμη της χώρας. Το στοίχημα για την επόμενη περίοδο είναι η ενίσχυση των υποδομών ανθεκτικότητας και η ενσωμάτωση πιο πράσινων πρακτικών, ώστε να διατηρηθεί το υψηλό επίπεδο εμπειρίας και να περιοριστούν οι κίνδυνοι για την εικόνα του ελληνικού τουρισμού.