Σε ένα σκαλοπάτι στο χωριό Βάρος της Λήμνου, πλέκεται ακόμη η μνήμη. Ο Ραφαήλ Γιανέλης, γεωργοκτηνοτρόφος, φιλόλογος, λαογράφος και καλαθοπλέκτης, κάτοικος μόνιμος του νησιού, μάς μίλησε πλέκοντας – κυριολεκτικά. Τα χέρια του, ευκίνητα, έπλεκαν βούρλα σε κύκλους. Κι ο λόγος του, ακριβής, μαλακός, γήινος, μας έδειχνε τι σημαίνει να συνεχίζεις μια τέχνη όταν σχεδόν όλοι την έχουν εγκαταλείψει.
Η καλαθοπλεκτική τέχνη στη Λήμνο δεν είναι απλώς τεχνική. Είναι δομή. Είναι σχέση. Είναι πολιτιστικό αποτύπωμα. Οι λυγαριές και τα βούρλα μεταμορφώνονταν από τα χέρια των Λημνιών σε καλάθια, σε τυριβόλια, σε μέσα μεταποίησης και αποθήκευσης, πριν τα αντικαταστήσουν τα πλαστικά. Ο Ραφαήλ είναι ένας από τους ελάχιστους που ακόμα πλέκει τυριβόλια – εκείνα τα κυκλικά καλάθια από βούρλα μέσα στα οποία «στραγγίζεται το γυαλί» για να γεννηθεί το Καλαθάκι και το Μελίχλωρο, τα εμβληματικά τυριά της Λήμνου.
Όταν τον ρωτάω τι τον γοητεύει στην τέχνη αυτή, μου απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη: «Η κύκλη». Ο τέλειος κύκλος του τυριβολιού είναι για τον Ραφαήλ σύμβολο και στόχος – η τελειότητα της φόρμας που αγκαλιάζει τη φύση και την ανάγκη.
Πλέκει από έξι χρονών. Έμαθε από τη νονά του, η οποία το είχε μάθει από τον ξάδερφό της – εκείνος από τη γιαγιά του. «Όπως το ξεμάτιασμα», λέμε γελώντας. Μια τέχνη που μεταδιδόταν από άντρα σε γυναίκα και πίσω, ανάμεσα στα σόγια, σαν μυστικό ευλάβειας.
Το τυριβόλι στη Λήμνο είναι πολλά περισσότερα από εργαλείο. Είναι κομμάτι μιας κοσμολογίας. Κάθε τυροκόμος είχε τα δικά του, ανάλογα με τον αριθμό των ζώων του. Η χρήση λάθος τυριβολιού θεωρείται ύβρις – όχι μόνο προς την παράδοση, αλλά και προς τα ίδια τα ζώα. «Δεν σφάζουν ζώα για να πετάξουν το κρέας. Δεν ξεχνάνε να αφήσουν λίγο γάλα για τους πεθαμένους», μου εξηγεί. Οι σχέσεις είναι ιερές. Η παραγωγή είναι τελετουργία. Και το καλάθι γίνεται κώδικας αξιών.
Η τέχνη γνώρισε μαρασμό όταν ήρθαν τα χυτά πλαστικά. Οι τυρεβάνες χάθηκαν, τα βούρλα έμειναν αμάζευτα. Μα ο Ραφαήλ επέμενε. Μαζεύει ο ίδιος τα κατάλληλα βούρλα – από Ιούλιο μέχρι Σεπτέμβριο – και πλέκει με τέχνη ώστε τα καλάθια να αντέχουν χρόνια. Από το 2015 μέχρι σήμερα, έχει πλέξει χιλιάδες.
Όμως για εκείνον, η καλαθοπλεκτική δεν είναι απλώς εργασία. Είναι ησυχία. «Είναι η καλύτερη ψυχοθεραπεία», λέει. Κι ακόμη περισσότερο: είναι πράξη φροντίδας προς το οικοσύστημα, προς την πολιτιστική μνήμη, προς τις σχέσεις ανθρώπων και φύσης.
Ο Ραφαήλ σπούδασε Νεοελληνική και Μεσαιωνική Φιλολογία και συνέχισε με μεταπτυχιακό στη Λαογραφία. Η έρευνά του αφορά την κοινωνική δομή της παραδοσιακής κοινωνίας της Λήμνου, ειδικά των κεχαγιάδων. Έχοντας ζήσει από κοντά τη στροφή από την αγροτική στην πιο εξωστρεφή κουλτούρα, επέλεξε να μείνει. Να ριζώσει. Να φροντίσει. Είναι πλέον ενεργό μέλος του Μεσογειακού Ινστιτούτου για τη Φύση και τον Άνθρωπο – Medina. Εκεί, ερευνούν, καταγράφουν και οργανώνουν δράσεις για να διασωθούν όχι μόνο τα εργαλεία, αλλά και οι σημασίες τους.
«Αν δεν έμπλεκα πια και σουβέρ και φωτιστικά και σουπλά», λέει χαμογελώντας, «ίσως να είχε νεκρώσει η τέχνη». Μα δεν νεκρώνει. Όσο υπάρχει κάποιος που πλέκει κύκλους – με τα χέρια, με τη σκέψη, με τη ζωή – υπάρχει ελπίδα.
Γιατί τελικά, όπως ο ίδιος λέει, «πρέπει ρε γαμώτο να γνωρίζουμε ότι εδώ πέρα, αυτά τα πράγματα ανθίσαν».