Ο Περδίκας ο Μυτιληνιός στα βουνά της Αλβανίας
Ο «Μπιρδούκας» που του ζήλεψε η μοίρα τα μεγάλα του ποδάρια. Του τα κόψαν στο ορεινό χειρουργείο στην Καστοριά «ένεκα κρυοπαγημάτων»…
Γράφει ο ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΑΛΑΣΚΑΣ Δημοσίευση 24/10/2020

Ο συνονόματός του ήταν μεγάλος και τρανός στρατηγός του Αλέξανδρου. Αυτός δεν ήταν τίποτα. Και σαν να μην έφτανε αυτό είχε και μεγάλα ποδάρια. Παπούτσι νούμερο 47! Άντε βρες τώρα εκείνη την εποχή, τέτοια παπούτσια.
Παρά το «πρόβλημα» όμως, όταν χρειάστηκε, ο πρόσφυγας από τη Μικρασία, ο Περδίκας έτρεξε για την πατρίδα. Στα βουνά της Αλβανίας, έφτασε Κορυτσά και βάλε, μ’ ένα ζευγάρι άρβυλα νούμερο 43. Κάπου εκεί δεν άντεξε και τα έκοψε από μπροστά.
Απλώσαν τα δάχτυλά του. Βγήκαν μπροστά, λόγχες θαρρείς κόντρα στα χιόνια. Δάχτυλα ήταν όμως. Δυο τόσα δα κομμάτια κρέας. Παγώσαν, μαδήσαν...
Τον μαζέψαν από τα βουνά και περίμενε το αυτοκίνητο που θα τον έπαιρνε πίσω σ’ ένα νοσοκομείο, λέει, στην Καστοριά. Εκεί θα σωζόταν ό,τι είχε απομείνει.
Σε μια σκηνή, φάτσα στους Ιταλούς, με μια κουβέρτα, ο Περδίκας υπάκουε...
«Μην τύχει και ανάψει κανείς φωτιά και μας εντοπίσουν οι Μακαρονάδες...»
Ένα βράδυ ο Περδίκας δάγκωσε την κουβέρτα κι άντεξε.
Δεύτερο βράδυ τα ίδια.
Το τρίτο όμως δεν άντεξε. Πήρε δυο-τρία παλιόκλαδα κι άναψε μια φωτιά να ζεστάνει τα παγωμένα του κόκαλα. Αργούσε, βλέπετε, τόσο η μεταφορά του στην Καστοριά.
Τον είδαν τον καπνό οι Ιταλοί, μάλλον - λέει η ιστορία- είδαν και τη φωτιά. Αρχίσαν να βαράνε με όλμους. Ο Περδίκας, εκεί, δίπλα στη φωτιά δεν το κουνούσε.
- «Ιγώ είμι Μυτιληνιός με λεν’ Μπιρδούκα κι στου σπίτι μ’ ι πατέρας ιμ’ μ’ έμαθι να μη φουβάμι...».
Σαν όμως οι όλμοι πλησιάσαν πολύ στον Περδίκα - τι να ‘κανε στ’ αλήθεια - στήριξε τα πεθαμένα του ποδάρια, ό,τι είχε απομείνει από δαύτα τα ποδάρια νούμερο 47 που ‘χαν χωρέσει σε άρβυλα νούμερο 43, στάθηκε όρθιος και φώναξε κατά το μέρος απ’ όπου ρίχνονταν οι όλμοι. Έβγαλε μια ιαχή, κάτι σαν το «ΟΧΙ» μα ένα όχι στο φασισμό, στον πόλεμο, τα κακά του, το ακατανόητο του πολέμου:
«Τι ρίχνιτι ρε διαβόλ’ ιδώ αθρώπ έχ(ι) (δ)ε μας βλέπιτι;»
Τον θυμάμαι τον Περδίκα σαν χθες.
Να κατεβαίνει το δρόμο της Λαγκάδας στη Μυτιλήνη, με τα τσοκαρένια του παπουτσάκια.
Άντρας ίσαμε εκεί πάνω με κάτι τόσο μικρά ποδαράκια. Ήταν δεν ήταν 30 νούμερο τα ξυλοπάπουτσα εκείνα που τον στήριζαν όρθιο.
Ο Περδίκας. Ο Μπιρδούκας των παιδικών μου χρόνων που τον θυμήθηκα με αφορμή την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, της αλλιώτικης ετούτης 28ης Οκτωβρίου. Το Μπιρδούκα που του ζήλεψε η μοίρα τα μεγάλα του ποδάρια που του τα κόψαν στο ορεινό χειρουργείο στην Καστοριά «ένεκα κρυοπαγημάτων»…