«Τ’ απομεινάρια μιας μέρας»
Σήμερα στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου ενδιαφέρον σχολιασμός ταινίας από το Γραφείο Ψυχολόγων του Νοσοκομείου Μυτιλήνης
Από το NEWSROOM Δημοσίευση 1/3/2019
Την ταινία «Τ’ απομεινάρια μιας μέρας» του Τζέιμς Άιβορι, από το βιβλίο(1989) του Ιαπωνικής καταγωγής συγγραφέα και κατόχου του Νόμπελ Λογοτεχνίας Καζούο Ισιγκούρο θα σχολιάσει σήμερα, Παρασκευή στις 5 το απόγευμα στο αμφιθέατρο του Τμήματος της Θάλασσας του Πανεπιστημίου Αιγαίου ο Συμβουλευτικός Σταθμός του Πανεπιστημίου Αιγαίου σε συνεργασία με το Γραφείο Ψυχολόγων του Νοσοκομείου Μυτιλήνης.
Η συζήτηση διεξάγεται στο πλαίσιο των συναντήσεων διάρκειας μιάμισης ώρας με φόντο την ψυχολογία και τον κινηματογράφο του προγράμματος «Κινηματογράφος και Ψυχολογία» και απευθύνεται σε φοιτητές κάθε ειδικότητας.
Σκοπός των συναντήσεων, μας λένε οι ψυχολόγοι του Νοσοκομείου, Στέλλα Σπύρου και Ευτυχία Γιακουμή «είναι να εξερευνήσουμε και να συζητήσουμε για τους διάφορους τύπους προσωπικότητας έτσι όπως προβάλλονται μέσα από την 7η τέχνη».
Οι συναντήσεις θα γίνονται σε αίθουσα του Πανεπιστημίου κάθε Παρασκευή από τις 5 έως τις 6.30 το απόγευμα.
Η προετοιμασία
Ζητήσαμε από το Γραφείο Ψυχολόγων του Νοσοκομείου Μυτιλήνης τη σημερινή τους «προετοιμασία» για τον απογευματινό σχολιασμό του βιβλίου και της ταινίας και η Κλινική Ψυχολόγος, Στέλλα Σπύρου ανταποκρίθηκε άμεσα:
Το βιβλίο που αναφέρεται στη ζωή ενός Άγγλου μπάτλερ, απέσπασε πολλές θετικές κριτικές και κέρδισε μεταξύ άλλων το βραβείο Μπούκερ στην Αγγλία.
Σχολιασμός του τίτλου «Τ’απομεινάρια μιας μέρας ή (ιδίως) κατ’ ανάγκη ενός χρονικού διαστήματος, μιας περιόδου, είναι αυτό που αποκαλούν οι Αμερικανοί τα leftings στο φαγητό («Τι φάγατε σήμερα» - «Ότι απέμεινε από χθες»… leftings).Τα υπολείμματα είναι με μισή γεύση, ιδίως στεγνά με αλλοιωμένη οσμή, γεμίζουν το στομάχι αλλά απέχουν πολύ από την απόλαυση, δηλαδή την επιθυμία. Για κάποια χρόνια κουτσοβολεύεσαι με υπολείμματα, ιδίως βασιλικών γευμάτων (λες από το ολότελα… καλό και το απολειφάδι). Επειδή όμως ο χρόνος περνάει («As time goes boy» για να θυμηθούμε την Καζαμπλάνκα) εντείνεται η ανάγκη για αγώνα, για αγάπη, για δόξα («This is the same old story, a fight for love and glory»). Και τότε η κίνηση που θα κάνεις κατόπιν εορτής θα είναι λάθος.
Χρόνος Η ταινία αναφέρεται από το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου ως τα τέλη της δεκαετίας του 1950 όπου επέρχεται οριστικά η πτώση της Βρετανικής Αριστοκρατίας πορεία της κοινωνίας των ευγενών. Αποτελεί τη βάση για να αναδειχθεί η μεταβολή που επέφερε ο Β ́ Παγκόσμιος Πόλεμος όχι μόνο στις κοινωνικές και πολιτικοοικονομικές συνθήκες, αλλά ιδίως στην αντίληψη του κόσμου.
Τρία είναι τα θέματα του βιβλίου: ο επαγγελματισμός του Στίβενς, η αφοσίωσή του στο λόρδο Ντάρλινγκτον και η απώλεια μιας αγάπης, εξαιτίας των δύο προηγούμενων.
Περίληψη
Η ιστορία ξεκινά τον Ιούλιο του 1956, τον Ιούλιο της κρίσης του Σουέζ, στην Αγγλία, στο Ντάρλινγκτον Χολ, παλιά οικία του λόρδου Ντάρλινγκτον, που μετά τον θάνατό του έχει περάσει στα χέρια ενός Αμερικανού, του κ. Φαραντέι. Ο Στήβενς (έναν επαγγελματία μπάτλερ), παροτρύνεται από τον νέο του εργοδότη, τον Αμερικάνο Κύριο Φάρανταιη να ξεκινήσει με το αυτοκίνητο μία περιπλάνηση εκτός της οικίας στην οποία υπηρετεί για πάνω από 25 χρόνια καθώς ακόμη και ο εργοδότης του θα απουσιάζει για κάποιες εβδομάδες. Ξεκινά κι ένα σύντομο οδοιπορικό μέσα από μνήμες στο παρελθόν του. Ένα οδοιπορικό ενδοσκόπησης κι απολογισμού της ζωής του, μέσα σε λίγες μόνο ημέρες. Ο Στήβενς αρχικά θεωρεί την πραγματοποίηση ενός τέτοιου ταξιδιού τελείως απίθανη αλλά τελικά αποφασίζει να επισκεφτεί τη Δεσποινίδα Κέντον, η οποία υπήρξε πρώην οικονόμος του οίκου στον οποίο εργάζεται ο Στήβενς ακόμη. Σκοπός του Στήβνες είναι να ζητήσει από τη Δεσποινίδα Κέντον να δουλέψει ξανά στον οίκο, εφόσον και η ίδια του έχει αναφέρει στην αλληλογραφία τους πως ο γάμος της διαλύθηκε και έχει ανάγκη από δουλειά.
Καθώς ο Στήβενς ταξιδεύει, θυμάται πράξεις του από το παρελθόν και τα συναισθήματα του για τη Δεσποινίδα Κέντον τα οποία ποτέ δεν εξέφρασε ή και ποτέ δεν συνειδητοποίησε. Μέσα από το ταξίδι στις αναμνήσεις του Στίβενς, παρατηρούμε πως δύο ήταν τα πρόσωπα που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη ζωή του. Το ένα από αυτά είναι ο πατέρας του, η παρουσία του οποίου έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του, αλλά και το μεγαλύτερο του πρότυπο όσον αφορά τα επαγγελματικά του βήματα. Το δεύτερο πρόσωπο είναι η δεσποινίδα Κέντον, που δούλευε πριν από κάμποσα χρόνια στην οικεία του Λόρδου Ντάρλινγκτον ως οικονόμος. Με την δεσποινίδα Κέντον, ο Στίβενς είχε συνάψει μία άριστη επαγγελματική σχέση, που δοκιμάστηκε κάποιες φορές λόγω ιδιαίτερων συνθηκών Είναι η προβολή των συναισθημάτων του μια και καταφέρνει εκείνη να τον βγάλει από το στενό πλαίσιο του ρόλου του Μπάτλερ.
Έχοντας φτάσει σχεδόν στη δύση της ζωής του και της επαγγελματικής του πορείας, o Στίβενς μέσα από τις θύμησες σημαντικών στιγμών προσπαθεί να ξεδιαλύνει τα συναισθήματα και τις εικόνες που 'χει σχηματίσει για ανθρώπους που σημάδεψαν τη ζωή του. Το απροσπέλαστο περίβλημα του αρχικά ραγίζει χωρίς όμως να καταρρέει . Τα αληθινά του συναισθήματα βγαίνουν σταδιακά στην επιφάνεια όχι όμως ολοκληρωτικά . Αναρωτιέται εύλογα για την ποιότητα του Λόρδου ως άνθρωπο και κατ' επέκταση για το πως θα πρέπει να νιώθει ο ίδιος που υπηρέτησε τυφλά έναν άνθρωπο που σύναπτε διπλωματικές σχέσεις με τους Ναζί. Δειλά- δειλά έρχεται στο φως το βαθύ κι ανείπωτο αίσθημα του έρωτα, που ένιωθε κάποτε μα κι ακόμα νιώθει-παρά τα χρόνια που πέρασαν- για τη δεσποινίδα Κέντον. Αίσθημα στο οποίο δεν αναφέρεται ποτέ ξεκάθαρα, μα υποβόσκει στις σκέψεις του, ενώ υπάρχουν κάποια αναντίρρητα γεγονότα που το αποδεικνύουν, όπως η συνεχής αναφορά του Στίβενς στην πρώην οικονόμο του Ντάρλινγκτον Χολ ως δεσποινίδα Κέντον, αψηφώντας το γεγονός ότι η δεσποινίδα Κέντον έχει πια παντρευτεί και θα έπρεπε κανονικά να την προσφωνεί ως κυρία Μπεν. Στο τέλος του ταξιδιού ο Στήβενς μένει με μία αίσθηση απώλειας και μετάνοιας. Οι προσωπικότητες δεν γίνεται να αλλάξουν. Τόσο κάθετοι, τόσο αδιάλλακτοι, τόσο δυσκίνητοι, δεν γίνεται να μαλακώσουν και να αλλάξουν ούτε με το πέρασμα του χρόνου. Μπορούν όμως να αναγνωρίσουν συμπεριφορές και να τις μετριάσουν ή να μετανιώσουν αλλά δεν αλλάζουν Τελικά, η τραγική γνώση που αποκόμισε από το οδοιπορικό του στο αγγλικό τοπίο, αλλά και στην εσωτερική του ενδοχώρα, δε φαίνεται να μπόρεσε να κάμψει τη ‘φυσική’ του κλίση να παραμείνει ένας πιστός υπηρέτης των ανθρώπων εκείνων που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ασκούν εξουσία.
Αντιμέτωπος με τα απομεινάρια της μέρας του, ο μπάτλερ επιμένει να διατηρεί την ψευδαίσθηση πως έχει συμφιλιωθεί με τη μοίρα του και οι στιγμές της αυτο-αμφισβήτησης δεν αργούν να δώσουν τη θέση τους στη βεβαιότητα πως έχει το δίκιο με το μέρος του.
Χαρακτήρες
1. Στήβενς – ένας επαγγελματίας Άγγλος μπάτλερ Ο ρόλος του μπάτλερ κατείχε στο παρελθόν κυρίαρχη θέση στους αριστοκρατικούς οίκους της Αγγλίας και είναι γεγονός ότι ο όρος παραπέμπει πάντοτε την παγκόσμια συλλογική μνήμη σε μια συγκεκριμένη εικόνα με ιδιαίτερα γνωρίσματα, με αυστηρό κώδικα δεοντολογίας, Απαιτεί απόλυτη πειθαρχία κόσμια συμπεριφορά, σεβασμό, εγκράτεια και ευπρέπεια. Επιζητά την τελειότητα και την αρτιότητα στην ικανοποίηση των αναγκών του εργοδότη του. Το επάγγελμα του μπάτλερ, παραγκωνίζει οποιαδήποτε προσωπική ανάγκη, θάβει βαθιά τις σκέψεις του, κρατά τους προβληματισμούς του για τον εαυτό του, δεν έχει άποψη θέτει τα συναισθήματα του σε “χειμέρια νάρκη”. Μπάτλερ υπάρχουν μόνο στην Αγγλία. Ο «μπάτλερ» είναι η έκφραση της αγγλικής διακριτικότητας και αφοσίωσης στο καθήκον. Οι άλλες χώρες, όποιον τίτλο και να χρησιμοποιούν, διαθέτουν μόνο άνδρες υπηρέτες. Και νομίζω πως αυτό αληθεύει. Μόνο οι άγγλοι είναι σε θέση να καταστείλουν τα συναισθήματά τους, κάτι που μόνο η αγγλική φυλή μπορεί να κάνει».
Τα ερωτήματα που τον απασχολούν είναι:
τι είναι ένας καλός μπάτλερ; Είναι κάποιος που διακατέχεται από αξιοπρέπεια σε συνάρτηση με τη θέση του. Και τι είναι αξιοπρέπεια; Να κρύβεις τα συναισθήματά σου, τόσο καλά όσο καλά εκτελείς τα καθήκοντά σου. Ή να αποφεύγεις να αναμετρηθείς μαζί τους.
Το κύριο ερώτημα που θέτει ο μπάτλερ είναι: επειδή ο λόρδος πίστεψε σε κάποιες ιδέες, τους αφοσιώθηκε και τις υπηρέτησε με όλη τη δύναμη της ψυχής του και αυτές, τελικά, αποδείχτηκαν λανθασμένες, αυτό σημαίνει πως πρέπει ο ίδιος να αισθάνεται ενοχή ή ντροπή;
2. Δεσποινίς Κέντον – οικονόμος
3. Λόρδος Ντάρλινγκτον – ο προηγούμενος ιδιοκτήτης του Ντάρλινγκτον Χωλ (Darlington Hall) όπου εργάζεται ο Στήβενς
4. Κύριος Φάρανταιη – ο νέος εργοδότης του Στήβενς
5. Ο πατέρας του Στήβενς
Το μυθιστόρημα είναι γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο με χρήση αφήγησης. Με αυτόν τον τρόπο γίνεται ξεκάθαρη η ιδιοσυγκρασία του μπάτλερ που πρωταγωνιστεί. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση συντελεί επίσης στην ενδοσκοπική ανάλυση. Αν και το βιβλίο αναφέρεται στην έλξη του αφηγητή προς την οικονόμο Δεσποινίδα Κέντον, ο αφηγητής Στήβενς, ο οποίος έχει ζήσει όλη του τη ζωή υπηρετώντας με αφωσίωση ευγενείς και χωρίς να έχει ποτέ ασχοληθεί με την προσωπική καλλιέργεια για λόγους πέραν της άριστης διεκπεραίωσης των εργασιών του, δεν κάνει ποτέ λόγο για την έλξη του προς την Οικονόμο, παρά μόνο την υπονοεί. Για παράδειγμα ο Στήβενς αναφέρει την οικονόμο συνεχώς ως Δεσποινίδα Κέντον, ενώ εδώ και 20 χρόνια είναι παντρεμένη και το όνομα της θα έπρεπε να είναι Κυρία Μπεν - κάτι τόσο τυπικό που δε θα διέφευγε από έναν μπάτλερ της κλάσης του Στήβενς.
Το τέλος του βιβλίου μπορεί να ερμηνευτεί με διάφορους τρόπους. Είτε ο μπάτλερ προσπαθεί να αντιμετωπίσει το πώς ξόδεψε τη ζωή του, είτε προσπαθεί να βρει πώς να συμπληρώσει το υπόλοιπο της ημέρας του, είτε να επιστρέψει στη ζωή το μπάτλερ που κάνει τα πάντα για να ευχαριστήσει τον εαυτό του με αποτέλεσμα να μη μαθαίνει εν προκειμένω από τα λάθη του παρελθόντος.
Στα «Απομεινάρια μιας μέρας» ο Ισιγκούρο δεν στέκεται μόνο στη αγγλική κουλτούρα που γέννησε τον μπάτλερ. Καταγράφει και τα ιστορικά γεγονότα της εποχής. Συστήνει τον ρόλο των λόρδων και την απραξία του κοινοβουλίου στις σημαντικές αποφάσεις της χώρας. Την ανάγκη να επικρατήσει δικαιοσύνη στον κόσμο μετά τον Πόλεμο. Κρούει τον κώδωνα του κινδύνου σε μια κοινωνία που στέκεται στην επιφάνεια ενώ στο βάθος κατεργάζονται ραγδαίες οι εξελίξεις. Αναφέρεται σε ένα ωραιοποιημένο παρελθόν που ήξερε, ωστόσο, να κρύβει καλά όλα όσα όριζαν την ανεπάρκεια των αξιών του και σηματοδοτούσαν τη φαινομενική τελειότητά του ή την κρυμμένη ανυπαρξία της. Και ταυτόχρονα φωτίζει έναν κόσμο που έσβησε, τον κόσμο των λόρδων και των μπάτλερ, στρέφοντας στην πραγματικότητα τους προβολείς του προς τη δυσκινισία, τη δυσπραγία της τυπικότητας, της –ανυπόκριτης πάντα άραγε;—ευγένειας, που κοιτάει ακόμα και τον επερχόμενο ναζισμό πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, χωρίς να μπορεί να διακρίνει τις επιπτώσεις που θα φέρει μαζί του.
Ποια συναισθήματα γεννιούνται;
Ο αναγνώστης γεμίζει με οίκτο και θυμό για τον ήρωα, που ναι μεν ήταν υπεύθυνος για τις πράξεις του, αλλά κατά βάση έπεσε θύμα της ίδιας του της εμμονής με τον επαγγελματισμό, το ιδανικό του «μεγάλου μπάτλερ» και την έννοια της «αξιοπρέπειας», θυσιάζοντας τις πιθανότητες μιας κανονικής ζωής και, κυρίως, τις ευκαιρίες να συνδεθεί πραγματικά με άλλους ανθρώπους, να επικοινωνήσει λεκτικά και εξωλεκτικά πληγώνοντας όσους επιχειρούσαν να τον προσεγγίσουν. Αν και δεν ομολογεί ποτέ πως του στοίχισε η απώλεια της δεσποινίδας Κέντον, το γεγονός πως αποφασίζει να κάνει ολόκληρο ταξίδι για να τη βρει μετά 20 ολόκληρα χρόνια είναι από μόνο του αποκαλυπτικό.
Για τον αναγνώστη, όπως και για τον καινούργιο, Αμερικανό εργοδότη του, ο Στίβενς είναι μάλλον μια γραφική φιγούρα από το παρελθόν, ένα σύμβολο μιας Αγγλίας τυπολατρικής και γεμάτης μεγαλόπνοες ιδέες, η οποία σταδιακά περνάει στη σφαίρα της λήθης.
Τη ζωή τη γευόμαστε με όλες μας τις αισθήσεις δεν την προσπερνούμε Ψάχνω τα θέλω μου εκφράζω την άποψη μου αισθάνομαι δυνατά και χωρίς ενοχές Φροντίζω πρώτα τον εαυτό μου και μετά τους άλλους.