Ξανά στις δικαστικές αίθουσες η υπόθεση ΑΕΝΑΛ
Το δικαστήριο θα κρίνει αν ήταν νόμιμες οι αυξήσεις κεφαλαίου που ενέκρινε το Νομαρχιακό Συμβούλιο Λέσβου την περίοδο 2006 – 2009
Από το NEWSROOM Δημοσίευση 1/11/2023
Η παραπομπή του θέματος στην δικαιοσύνη έγινε όταν κρίθηκε ότι οι αυξήσεις κεφαλαίου δεν είχαν αναπτυξιακό χαρακτήρα. Καθώς ο νόμος, την περίοδο 2006 - 2009, δεν επέτρεπε να γίνονται αυξήσεις κεφαλαίου για την κάλυψη τρεχουσών υποχρεώσεων των νομικών προσώπων των Νομαρχιών. Διότι, κατά το νόμο, η κάλυψη τρεχουσών υποχρεώσεων μέσα από αυξήσεις κεφαλαίου ήταν αθέμιτος ανταγωνισμός για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις που φυσικά δεν μπορούσαν να αντλήσουν χρηματοδότηση φορείς της αυτοδιοίκηση ή του κράτους.
Οι αυξήσεις κεφαλαίου είχαν γίνει για να καλύψουν τις ανάγκες των καταστημάτων Lesvoshop που είχαν ξεκινήσει να λειτουργούν με σχεδόν μηδενικά ίδια κεφάλαια. Το αρχικό κεφάλαιο ήταν δάνεια που λήφθηκαν από την Συνεταιριστική Τράπεζα Λέσβου Λήμνου (ίσως και άλλες τράπεζες). Κατά συνέπεια οι αυξήσεις κεφαλαίου που έγιναν στην συνέχεια μπορούσαν να αντιμετωπισθούν ως κάλυψη της ίδιας συμμετοχής που δεν έγινε έγκαιρα. Κι ήταν αναγκαίες τόσο για να αποκτήσουν τα καταστήματα κεφάλαια κίνησης όσο και για να καλυφθούν οι ζημιές που δημιουργήθηκαν από ένα σημείο και μετά.
Κατηγορούμενοι για την υπόθεση αυτή είναι 14 μέλη του τότε Νομαρχιακού Συμβουλίου και της Νομαρχιακής Αρχής και ένας οικονομολόγος που συνέτασσε τις οικονομοτεχνικές μελέτες πάνω στις οποίες στηρίζονταν οι εισηγήσεις που συζητούσε το Νομαρχιακό Συμβούλιο.
Οι κατηγορίες που αντιμετωπίζουν οι κατηγορούμενοι είναι:
1)Ηθική αυτουργία σε απιστία τελεσθείσα, από κοινού κατ εξακολούθηση και μη.
2)Απιστία τελεσθείσα από κοινού, κατ’ εξακολούθηση, σε βάρος ΟΤΑ από την οποία η ζημιά που προκλήθηκε υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ.
3) Απιστία από κοινού σε βάρος ΟΤΑ από την οποία η ζημιά που προκλήθηκε υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ.
4) Συνέργεια σε απιστία από κοινού, και κατ’ εξακολούθηση, σε βάρος ΟΤΑ, από την οποία η προκληθείσα ζημιά υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 120.000 ευρώ.
Όλες οι κατηγορίες είναι σε βαθμό κακουργήματος.