
Η Λαϊκή Συσπείρωση Δυτικής Λέσβου και η Λαϊκή Συσπείρωση Μυτιλήνης γνωστοποιούν τη σαφή και κατηγορηματική τους αντίθεση στην απόφαση για το κλείσιμο καταστημάτων των Ελληνικών Ταχυδρομείων σε διάφορες περιοχές του νησιού. Όπως υπογραμμίζουν, η αναστολή λειτουργίας των υποκαταστημάτων θα προκαλέσει σοβαρές συνέπειες για τους δημότες και τους επαγγελματίες που εξυπηρετούνται καθημερινά από αυτά, ενώ ιδιαίτερα θα πληγούν οι ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού που βασίζονται στις ταχυδρομικές υπηρεσίες για βασικές συναλλαγές και ανάγκες.
Η παράταξη επισημαίνει ότι οι επιπτώσεις δεν περιορίζονται μόνο στους χρήστες των υπηρεσιών αλλά και στους ίδιους τους εργαζόμενους των ΕΛΤΑ, οι οποίοι θα βρεθούν αντιμέτωποι με εντατικοποίηση των καθηκόντων τους, μετακινήσεις σε άλλους χώρους εργασίας και τον κίνδυνο απολύσεων. Όπως σημειώνεται, η αναδιάρθρωση του δικτύου δεν λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες των κατοίκων, αλλά στηρίζεται αποκλειστικά στα κριτήρια της κερδοφορίας.
Στο κείμενο της ανακοίνωσης αναφέρεται ότι το Στρατηγικό Σχέδιο Μετασχηματισμού 2023 2027, το οποίο προβλέπει το κλείσιμο 200 καταστημάτων και την αποχώρηση 1800 εργαζομένων σε ορίζοντα τριετίας, αποτελεί συνέπεια της ευρωπαϊκής πολιτικής απελευθέρωσης της αγοράς και της ιδιωτικοποίησης των δημόσιων αγαθών. Οι αλλαγές αυτές οδηγούν στη συρρίκνωση του δικτύου των ταχυδρομείων σε απομακρυσμένες περιοχές που δεν θεωρούνται οικονομικά αποδοτικές, αφήνοντας τους πολίτες χωρίς στοιχειώδεις υπηρεσίες.
Η Λαϊκή Συσπείρωση καλεί την κυβέρνηση και τη διοίκηση των ΕΛΤΑ να αποσύρουν άμεσα οποιονδήποτε σχεδιασμό που αφορά το κλείσιμο καταστημάτων στη Λέσβο. Τονίζει ότι η εξυπηρέτηση των κατοίκων δεν μπορεί να εξαρτάται από τα οικονομικά συμφέροντα καμίας επιχείρησης και απαιτεί να μη μετακινηθεί ή απολυθεί κανείς εργαζόμενος, ενώ ταυτόχρονα να προχωρήσουν προσλήψεις μόνιμου προσωπικού με πλήρη εργασιακά δικαιώματα.
Τέλος, απευθύνει κάλεσμα στους δημότες, στους συλλόγους και στα σωματεία του νησιού να στηρίξουν τις διεκδικήσεις και να υπερασπιστούν το δικαίωμα των τοπικών κοινωνιών σε αξιόπιστες δημόσιες υπηρεσίες, με πλήρη στελέχωση και ευθύνη του κράτους, ώστε να παραμείνουν τα ταχυδρομεία ανοικτά και λειτουργικά.