Σοβαρά κενά στελέχωσης σε βασικές υπηρεσίες του Δήμου Μυτιλήνης, που επηρεάζουν την καθημερινή λειτουργία και την εξυπηρέτηση των πολιτών, ανέδειξε η συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου το απόγευμα της Δευτέρας 11 Αυγούστου, όπου εγκρίθηκε ομόφωνα η τροποποίηση του Οργανισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας (ΟΕΥ).
Στην εισήγησή του, ο Αναπληρωτής Προϊστάμενος Διοικητικών Υπηρεσιών, Στρατής Χριστοφαρής, επεσήμανε ότι σήμερα ο Δήμος διαθέτει 455 οργανικές θέσεις, από τις οποίες μόλις 277 είναι καλυμμένες, ενώ περίπου 180 παραμένουν κενές ή δεσμευμένες προς πλήρωση. Οι αποχωρήσεις των τελευταίων ετών, σε συνδυασμό με τις περιορισμένες εγκρίσεις προσλήψεων από το κεντρικό κράτος, έχουν αφήσει υπηρεσίες να λειτουργούν στα όρια της αντοχής τους.
Στην καθαριότητα, για παράδειγμα, υπάρχει τυπικά μόνο μία κενή θέση οδηγού και τέσσερις εργατών, όμως στην πραγματικότητα τα κενά είναι πολύ μεγαλύτερα, αφού οι υπόλοιπες θέσεις είναι δεσμευμένες από προκηρύξεις. «Αυτό δημιουργεί μια πλασματική εικόνα πλήρωσης προς την πολιτεία», τόνισε, εξηγώντας ότι με την τροποποίηση συστήνονται 15 νέες θέσεις ώστε να υπάρχει πραγματικό περιθώριο πρόσληψης προσωπικού. Μέσα στη χρονιά αναμένονται 18 νέοι υπάλληλοι (15 εργάτες και 5 οδηγοί), ενώ έχουν εγκριθεί άλλες εννέα θέσεις για την επόμενη προκήρυξη – αριθμοί που παραμένουν ωστόσο κατώτεροι των αναγκών.
Σοβαρές είναι και οι ελλείψεις σε επιστημονικό προσωπικό. Ο Δήμος δεν διαθέτει ούτε έναν δασολόγο πανεπιστημιακής εκπαίδευσης για τη διαχείριση και μελέτη των εκτεταμένων δημοτικών δασών, οι δύο θέσεις τεχνολόγων γεωπόνων είναι καλυμμένες, δεν υπάρχουν οργανικές θέσεις εργατών πρασίνου ή κοιμητηρίων, ενώ η μοναδική θέση κτινιάτρου έχει δεσμευθεί για προκήρυξη. Παράλληλα, δεν προβλέπεται ειδικότητα για τεχνική υποστήριξη των ηχητικών συστημάτων του Δημοτικού Θεάτρου.
Η τροποποίηση του ΟΕΥ περιλαμβάνει και τον εκσυγχρονισμό της δομής, με κατάργηση παρωχημένων θέσεων όπως των κλητήρων, που έχουν καταστεί ανενεργές λόγω ψηφιοποίησης, και ρύθμιση εκκρεμοτήτων όπως η προσαρμογή των θέσεων των ΚΕΠ στον οργανισμό και η αναλυτική καταγραφή των θέσεων στον Ξενώνα Φιλοξενίας Γυναικών. Παράλληλα, μεταφέρεται το Γραφείο Διαχείρισης Δασών στο Τμήμα Περιβάλλοντος, αναβαθμίζεται η Δημοτική Αστυνομία από αυτοτελές γραφείο σε τμήμα με την αναμενόμενη πρόσληψη πέντε νέων αστυνομικών, ενώ η ευθύνη για τις παιδικές χαρές τοποθετείται στο Τμήμα Κτηριακών της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών.
Ο δημοτικός σύμβουλος της αντιπολίτευσης, Παναγιώτης Κατσαβέλλης, ρώτησε αν η τροποποίηση θα ήταν προτιμότερο να γίνει μετά την ψήφιση του νέου Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, ώστε να αποφευχθεί νέα αναμόρφωση, και αν υπήρξε διαβούλευση με τον Σύλλογο Εργαζομένων. Ο κ. Χριστοφας απάντησε ότι η συνάντηση έγινε και οι εργαζόμενοι ενημερώθηκαν, κατανοώντας πως οι αλλαγές είναι σημειακές και επικεντρωμένες στην κάλυψη κενών θέσεων, ειδικά σε ειδικότητες που επιτρέπουν τη συμμετοχή σε προγράμματα κινητικότητας και την αξιοποίηση ευκαιριών πρόσληψης.
Ο Δήμαρχος Μυτιλήνης, τόνισε ότι η τροποποίηση είναι «πυροσβεστικού χαρακτήρα» και δεν αφορά αλλαγές δομών, αλλά στοχεύει στην άμεση ενίσχυση των υπηρεσιών μέχρι την εφαρμογή του νέου κώδικα. Επισήμανε ότι έτσι ο Δήμος μπορεί να καλύψει άμεσα ελλείψεις και να περιορίσει την ανάγκη για αναθέσεις σε εξωτερικούς συνεργάτες. Σχετικά με τη συνένωση της ευθύνης για τα σχολικά κτήρια και τις παιδικές χαρές, διευκρίνισε ότι πρόκειται για προσωρινή λύση, ενώ έχουν ήδη υποβληθεί αιτήματα για μόνιμους και συμβασιούχους μηχανικούς.
Η συζήτηση, ωστόσο, ανέδειξε για άλλη μια φορά το διαχρονικό πρόβλημα, ότι η κεντρική κυβέρνηση, διατηρώντας σφιχτούς τους δημοσιονομικούς περιορισμούς και εγκρίνοντας με το σταγονόμετρο τις προσλήψεις, αφήνει τους Δήμους σε όλη τη χώρα –και τον Δήμο Μυτιλήνης– να λειτουργούν με ανεπαρκές προσωπικό, την ώρα που οι απαιτήσεις της τοπικής κοινωνίας αυξάνονται. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργούνται τεράστιες πιέσεις στις υπηρεσίες, να καθυστερούν έργα και παρεμβάσεις και να υπονομεύεται η δυνατότητα της αυτοδιοίκησης να ανταποκριθεί στον ρόλο της.
Η τροποποίηση του ΟΕΥ εγκρίθηκε ομόφωνα, με την προσδοκία ότι θα ανοίξει τον δρόμο για την κάλυψη έστω μέρους των κενών, αλλά και με την επίγνωση ότι, χωρίς αλλαγή πολιτικής από την κυβέρνηση, η υποστελέχωση θα παραμένει βασικό εμπόδιο για τον Δήμο Μυτιλήνης.