Η εργαλειοποίηση του Ερντογάν και πάλι στα χέρια του Βλαδίμηρου
Λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό υπόβαθρο μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης δεν θα μπορούσε κανείς να προσάψει κάτι μεμπτό στην πρόσφατη συμφωνία της Άγκυρας και της Τρίπολης
Γράφει η ΜΑΡΙΑ ΛΙΛΑ Δημοσίευση 27/12/2019
Αρκετές φορές, στο παρελθόν, ο Τούρκος πολιτικός αναλυτής Τσενγκίζ Τσαντάρ, είχε παρομοιάσει τον Ταγίπ Ερντογάν με ένα ρωσικό Δούρειο Ίππο, εντός της Βορειοατλαντικής Συμφωνίας (ΝΑΤΟ) και τώρα με αφορμή την κλιμάκωση της έντασης στην ανατολική Μεσόγειο, γράφει στο αραβικό «Al Monitor» για την σκακιστική θυσία (gambit) της Λιβύης, στο βωμό της εξυπηρέτησης βουλών και συμφερόντων της Μόσχας, με αφορμή το αυθαίρετο Μνημόνιο Συνεργασίας (MoU), που υπεγράφη στις 27 Νοεμβρίου, στην Κωνσταντινούπολη.
Για ορισμένους μπορεί να ακούγονται τετριμμένα ή χιλιοειπωμένα, τα όσα αναφέρονται, παραπάνω, ωστόσο, δεν είναι, καθώς ελάχιστοι σήμερα γνωρίζουν την ιστορική σημασία, αυτής της χώρας για την Άγκυρα, τμήμα της οποίας αποτελούσε επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (από το 1551 έως το 1864) με την ονομασία: «Τριπολίτις».
Αυτή λοιπόν η Τριπολίτιδα -(Τριπολιτάνια για όσους εμπιστεύονται μόνο την Μπριτάνικα)-ήταν η τελευταία εναπομείνασα οθωμανική επαρχία στην αφρικανική ήπειρο, στην οποία μάλιστα εστάλη το 1908, ο Μουσταφά Κεμάλ κι αργότερα Ατατούρκ- (ως πατέρας των Τούρκων) για να συσφίξει τις σχέσεις των Λίβυων με τη μαμά-πατρίδα και να οργανώσει την ένοπλη αντίστασή τους απέναντι στους Ιταλούς αποικιοκράτες εισβολείς. Το 1911 ο μετέπειτα ιδρυτής της τουρκικής δημοκρατίας, υπηρέτησε δε, ως εθελοντής κατώτερος αξιωματικός, στο ανατολικό τμήμα της χώρας, στην Κυρηναϊκή επαρχία.
Η Λιβύη, σύμφωνα με τον Τσαντάρ, διαδραμάτισε καθοριστικής σημασίας ρόλο για τους ηγέτες και τα στελέχη της εκκολαπτόμενης κοσμικής Δημοκρατίας της Τουρκίας, η οποία αντικατέστησε την Οθωμανική Αυτοκρατορία, τη δεκαετία του 1920.
Ο πρώην πρωθυπουργός της Τουρκίας, Αχμέτ Νταβούτογλου είχε τονίσει, πολλές φορές, άλλωστε, τη γεωπολιτική σημασία της Λιβύης και σε περισσότερες από μία περιπτώσεις, είχε πει ότι η απόσταση μεταξύ της Λιβύης και της νοτιοδυτικής επαρχίας της Αττάλεια είναι μικρότερη από την απόσταση, μεταξύ της Αττάλεια και της Κωνσταντινούπολης.
Ο Νταβούτογλου και ως πρώην υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας έπαιξε αυτό το «χαρτί» των ειδικών σχέσεων της Τρίπολης με την Άγκυρα για να θεμελιώσει την τουρκική επιρροή στα δυτικά της Μεσογείου, την ώρα που, όπως επισημαίνει ο Τσαντάρ, η προσοχή της αποικιοκρατικής Δύσης για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο ήταν στραμμένη προς ανατολάς, δηλαδή, προς τη Συρία και την Κύπρο.
Λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό υπόβαθρο μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης, ο ίδιος ισχυρίζεται ότι δεν θα μπορούσε κανείς να προσάψει κάτι μεμπτό στην πρόσφατη συμφωνία της Άγκυρας και της Τρίπολης.
Για τον Τσαντάρ που τόσα έχουν δει τα μάτια του επί ημερών Ερντογάν, φαντάζει μάλλον πολύ απλή η χάραξη αυθαίρετων συνόρων και αποκλειστικών οικονομικών ζωνών ή ζωνών ασφαλείας, σε περιοχές που κάποτε απλωνόταν η πάλαι ποτέ Οθωμανική Αυτοκρατορία .
Ωστόσο, παρατηρεί ότι ο πρωθυπουργός της αναγνωρισμένης από τον ΟΗΕ κυβέρνησης (GNA) Fayez al-Sarraj (Φάγεζ αλ Σάρατζ) δεν έχει καμία σχέση με την ιστορική μνήμη που συνδέει τη Λιβύη με την Τουρκία, ούτε κινείται βάσει στρατηγικής, αλλά μέσω θρησκευτικών (σουνιτικών) κινήτρων, καθώς τάσσεται υπέρ της Μουσουλμανικής Αδελφότητας που στηρίζει η Άγκυρα σε αντιδιαστολή με τον στρατηγό αντίπαλό του Χαφτάρ, ο οποίος έχει την υποστήριξη του λιβυκού κοινοβουλίου με έδρα το Τομπρούκ και χρηματοδοτείται-στηρίζεται από τη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Αίγυπτο (κοντολογίς τις ΗΠΑ).
Οι συχνές αναφορές της Τουρκίας στον Σάρατζ, ως επικεφαλής της «διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης» της Λιβύης, είναι μερικώς αληθινές. Η κυβέρνηση συστάθηκε με βάση τους όρους της Λιβυκής Πολιτικής Συμφωνίας, η οποία υπογράφηκε τον Δεκέμβριο του 2015 ως το αποτέλεσμα μιας πρωτοβουλίας που τελούσε υπό την ηγεσία του ΟΗΕ.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών ενέκρινε ομόφωνα την Πολιτική Συμφωνία της Λιβύης και αναγνώρισε το GNA ως τη μοναδική νόμιμη εκτελεστική εξουσία της Λιβύης για να σώσει όπως-όπως μια εκρηκτική κατάσταση που είχε πυροδοτήσει η ανατροπή του Καντάφι το 2011.
Ο Ερντογάν ανακοίνωσε σήμερα ότι το τουρκικό Κοινοβούλιο θα ψηφίσει τον Ιανουάριο πρόταση που θα επιτρέπει την αποστολή στρατευμάτων στη Λιβύη για τη στήριξη τής κυβέρνησης της Τρίπολης (GNA) απέναντι στις δυνάμεις του ισχυρού άνδρα της ανατολικής Λιβύης στρατηγού Χαλίφα Χαφτάρ.
«Θα παρουσιάσουμε την πρόταση για την αποστολή των στρατιωτών στη Λιβύη μόλις ξεκινήσουν και πάλι οι εργασίες του Κοινοβουλίου» στις 7 Ιανουαρίου, δήλωσε σε ομιλία του στην Άγκυρα, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο. «Θα μπορέσουμε έτσι να ανταποκριθούμε θετικά στην πρόσκληση της νόμιμης κυβέρνησης της Λιβύης» και να τη στηρίξουμε στρατιωτικά, πρόσθεσε.
«Θα στηρίξουμε με όλα τα μέσα την κυβέρνηση της Τρίπολης, που αντιστέκεται απέναντι σε έναν πραξικοπηματία στρατάρχη που υποστηρίζεται από αραβικές και ευρωπαϊκές χώρες» διαμήνυσε ο ίδιος, αναφερόμενος στον Χαφτάρ με τον ίδιο τρόπο που αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει τον πρόεδρο της Αιγύπτου, Σίσι.
Σήμερα, όμως, τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας κλίνουν προς την κατεύθυνση της υποστήριξης της κυβέρνησης που έχει ως έδρα το Τομπρούκ, όπου και η πλειονότητα των εκλεγμένων μελών του λιβυκού κοινοβούλιου στηρίζει τον Χαλίφα Χαφτάρ. Η Γαλλία τον στηρίζει αναφανδόν, το ίδιο και η Ρωσία.
Ο Χαφτάρ μιλάει άπταιστα ρωσικά και σπούδασε σε σοβιετικά στρατιωτικά σχολεία ενώ και οι ΗΠΑ τον έχουν…προσέξει, ιδιαιτέρως. Ήταν άλλωστε ο αδύναμος κρίκος της αλυσίδας των αξιωματικών που στήριζαν τον Καντάφι. Διαθέτει αμερικανική υπηκοότητα και έχει αναπτύξει στενούς δεσμούς με τη CIA, ενώ η οικογένειά του διαμένει στη Βιρτζίνια.
Σε αυτό το πλαίσιο ο Τσαντάρ εκτιμά ότι το Μνημόνιο που υπέγραψαν Ερντογάν και Σάρατζ δεν πρόκειται να ισχύσει ποτέ, αλλά δύναται να κλιμακώσει τον εμφύλιο πόλεμο στη Λιβύη και τους βομβαρδισμούς στην Τρίπολη.
Για αυτό και αναφέρει την σκακιστική θυσία της Λιβύης- δηλαδή το θάνατο είτε ενός, είτε πολλών στρατιωτών (πιόνια), ακόμη πιο τολμηρά ενός ελαφρού κομματιού (αξιωματικός-ίππος) ή ακόμα και ισχυρού (πύργος -βασίλισσα) με σκοπό το ματ ή ένα κερδισμένο φινάλε που αναγκάζει τον αντίπαλο να δεχτεί την ήττα του.
Σε αυτό το σημείο, λοιπόν, είναι καθοριστική κάθε κίνηση της Μόσχας, αν δεχτούμε ότι κάθεται στη μία από τις δύο πλευρές της σκακιέρας απέναντι από τη Δύση, ακόμα κι αν δίνει η πρώτη, αγώνα σιμουλτανέ, με υποθετικούς παίκτες-αντιπάλους τις χώρες που κρατούν τις μόνιμες θέσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Η Ρωσία, με αυτόν τον υποθετικό σχεδιασμό, είναι ίσως η πλέον κατάλληλη για να τιθασεύσει την επεκτατική όρεξη του Ερντογάν, που είναι δυνατός στους τακτικισμούς και απρόβλεπτος, αλλά αδύναμος ως στρατηγικός παίκτης, που μπορεί να υπερασπιστεί σθεναρά ένα στημένο, στη μέση της παρτίδας, χαμένο φινάλε.
Διόλου τυχαίο το γεγονός ότι ο ρωσικός Τύπος σχολιάζει ότι «η Τουρκία δεν μπορεί να ξεκινήσει επιχειρήσεις στη Λιβύη χωρίς τη ρωσική έγκριση» για αυτό τα βλέμματα όλων είναι τώρα στραμμένα στην επικείμενη συνάντηση Ερντογάν-Πούτιν, τον προσεχή μήνα.
Η συνάντηση εικάζεται ότι μπορεί να γίνει μάλιστα πριν από την προγραμματισμένη για τις 8 Ιανουαρίου του 2020, επίσκεψη του Πούτιν στην Τουρκία και ο Τσαντάρ προβλέπει ότι μέσα στο πρώτο τρίμηνο της νέας χρονιάς θα έχει διαφανεί η εργαλειοποίηση του Ερντογάν, όπως συνέβη και στη Συρία, με σκοπό να αναδειχτεί το Κρεμλίνο και πάλι ως αδιαφιλονίκητος ρυθμιστής των εξελίξεων τόσο στη Μέση Ανατολή, όσο και στο ενεργειακό πεδίο της Μεσογείου.